Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-20 από 20
Έκανε κοφινίδα
(1927)
Δια μαθητών του σχολείου, έφυγε κρυφά ή δεν πήγε. Αναχωρήσας δηλαδή ίνα μεταβή εις το σχολείον, απεκρύβη και παρέμεινεν εντός του μεγάλου εν τη οικία κοφίνου, της κοφινίδας...
Το βαλε στον μπότζο
(1927)
Ερμηνεία: Επί του εν σπουδή απομακρυνομένου...
Μπότσος = τεμάχιον σχοινίου δι' ου συγκρατούσι την κεραίαν ίνα μη απομακρύνεται του ιστού, όταν ο άνεμος είναι ούριος, και πλησίστιον πλέη το πλοίον....
Μπότσος = τεμάχιον σχοινίου δι' ου συγκρατούσι την κεραίαν ίνα μη απομακρύνεται του ιστού, όταν ο άνεμος είναι ούριος, και πλησίστιον πλέη το πλοίον....
Επήρε τ' αποχυλωμένα του (κι' έφυγε)
(1927)
Έφυγε όπως όπως, παίρνοντας τα βρεμένα ρούχα. Όπως οι γυναίκες, αίτινες συλλέγουσι τα προς πλύσιν ρούχα και επανέρχονται από τον ποταμόν εις το χωριόν...
Το κοψε ρόδα μυρωμένα
(1927)
Κατά παρασυσχετισμόν του “Το κοψε ρόδα” = Rota...
Έφυγε...
Έκοψε ρόδα και το κοψε (λάσπη) = από το γνωστόν άσμα: Θα κόψω ρόδα μυρωμένα...
Έφυγε...
Έκοψε ρόδα και το κοψε (λάσπη) = από το γνωστόν άσμα: Θα κόψω ρόδα μυρωμένα...
Το 'σκασε
(1927)
Έφυγε...
Υπονοείται η λέξις άλογον. Τόσο ταχέως δηλαδή έφυγε μετά του αλόγου, ου επέβαινεν, ώστε εις της συντονου πορείας το σκασε, πολλαχού δε και: το φούδκωσε...
Υπονοείται η λέξις άλογον. Τόσο ταχέως δηλαδή έφυγε μετά του αλόγου, ου επέβαινεν, ώστε εις της συντονου πορείας το σκασε, πολλαχού δε και: το φούδκωσε...
Τα πήρε πλυμένα κι' άπλυτα
(1927)
Ερμηνεία: Επί του βιαίως φεύγοντος από την εικόνα των γυναικών, αίτινες πλύνουσαι εις τον ποταμόν συλλέγουσιν αιφνιδίως όλα τα ρούχα (λόγω βροχής ή σοβαρού γεγονότος) και επιστρέφουσιν εις το χωριόν...
Ακόμη κ' ελέπνε τον κλέφτην κι ατού είσαι
(1927)
Ακόμη δεν είδον τον κλέπτην και φεύγουν ταχέως...
Ατού είσαι, από την ερώτησιν αυτού είσαι ακόμη;...
Ατού είσαι, από την ερώτησιν αυτού είσαι ακόμη;...
Τα μάζεψε κι' έφυγε
(1927)
Όπως αι γυναίκες μαζεύουν γρήγορα τ' απλωμένα τους ρούχα από το ποτάμι και φεύγουν (λόγω βροχής ή άλλου σοβαρού γεγονότος)...
Το 'κοψε κοτσάνι
(1927)
Έφυγε...
Εκ συμφυρμού από το: Το κοψε και το βαλε στο κοτσάνι...
Κοτσάνια εν Μάνη λέγονται τα άκρα του σώματος...
Εκ συμφυρμού από το: Το κοψε και το βαλε στο κοτσάνι...
Κοτσάνια εν Μάνη λέγονται τα άκρα του σώματος...
Αλείφτηκι λάδ'
(1927)
Επί λωποδύτου κατορθώσαντος να διαφύγη...
Η φρ. έχει πιθανώς των αρχών εκ του τροχού, όστις λαδωνόμενος κινείται κυχερέστερον και ταχλυτερον...
Η φρ. έχει πιθανώς των αρχών εκ του τροχού, όστις λαδωνόμενος κινείται κυχερέστερον και ταχλυτερον...