Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1561-1570 από 1581
Τσή καλομοίρας το παιδί το πρώτο νάναι θηλυκό
(1963)
Λέγεται σαν παρηγοριά, όταν το πρώτο παιδί γεννηθή κορίτσι, ενώ οι γονείς το ήθελαν αγόρι. Δηλ., είναι τυχερή η μητέρα, γιατί θα μεγαλώση να τη βοηθά στις δουλειές του σπιτιού. Επίσης λέγεται και όταν θέλουν να είναι κορίτσι το πρώτο παιδί...
Να 'δα 'κείνος, πο' 'θώριε dου κρϊού τα νιτερέσα κι' εκρέμουdανε κι' ενέμενέ dα να πέσουνε να τα φάη
(1963)
Λέγεται για τους τεμπέληδες και τους αμέριμνους, που περιμένουν απ' την τύχη...
Νιτερέσα=αμελέτητα, Να τα φάη=βλ. Ιστ. Λεξ. Χειρ. Αρ. 561, σελ. 305, Συλλογή Διαλεχτής Ζευγώλη...
Νιτερέσα=αμελέτητα, Να τα φάη=βλ. Ιστ. Λεξ. Χειρ. Αρ. 561, σελ. 305, Συλλογή Διαλεχτής Ζευγώλη...
Εξέχασα πώς είχ' άdρα κι' ήπαιζα με τα κοπέλια
(1963)
Λέγεται κυριολεκτικώς και μεταφορικώς. Π.χ. “Ω δουλειές που τσ' έχω! Ήπιασα τη gουβέdα κι' εξέχασά τσι. Εσ' εδά την ήμοιασες, εκεινής bου λέει, πως εξέχασα πως είχ' άdρα....”...
Α δε βρέξη, είdα θα 'ενουμε, gι' α βρέκη, που θα πάμε
(1963)
Λέγεται, όταν βρίσκεται κανείς ανάμεσα σε δυό κακά. Αν δεν έβρεχεμ δεν θα έκαναν εισοδήματα από τα κτηματά τους, αν πάλι έβρεχε, θα έσταζε το σπίτι τους και δεν θα είχαν, που να στεγαστούν...
Ο κάθα είς στο δικό dου σπίτι κι' ο Θεός σε όλα
(1963)
Δηλαδή: ο καθένας διευθύνει το σπίτι του κι ο Θεός τα διευθύνει όλα. Λέγεται και όταν τα μέλη μιας συντροφιάς αποσύρωνται το καθένα στο σπίτι του...
Ο νιός, κι΄ ά δεν εθέριζε, gι΄ η νιά, κι΄ ά δεν εέννα, το βούδ΄, ά δεν ελώνευγε, bοτέ του δεν εέρνα
(1963)
Χαρακτηρίζει τη φθορά, που φέρνει ο θερισμός, ο τοκετός και το αλώνισμα...
Ο νιός, ά δεν εθέριζε, gι΄ η κόρ΄, ά δεν εέννα, το βούδ΄, ά δεν ελώνευγε, bοτές του δεν εέρνα
(1963)
Χαρακτηρίζει τη φθορά, που φέρνει ο θερισμός, ο τοκετός και το αλώνισμα...
Αν ετρώαν οι σκύλοι τα κλαδιά, ήθελε ναχη κι ο Χατζής μια δέκαριά
(1963)
Δηλαδή για να έχης ζώα, πρέπει να έχης και τα μέσα να τα περιποιείσαι. Αν τα πράγματα μπορούσαν να γίνονται μόνα των, δεν θα υπήρχε δυσκολία για την απόκτησή των...
Κανένας, λέει, οdε δεν ηΰρησκεν άλλη αφορμή να σκοτώση τη 'υναίκα dου, 'ριχτε dα σκαμνιά dωνε κάτω, 'ια να τση λέη πως είν' ασύστατη να τη σκοτώνη
(1963)
σκοτώση= να δείρη...
Ειdά 'χεις πάλι σήμερα και σου φταίν όλα; Όχι εδά ψόματα 'ν' εκείνος πουριχτε dα σκαμνιά dωνε κάτω......
Ειdά 'χεις πάλι σήμερα και σου φταίν όλα; Όχι εδά ψόματα 'ν' εκείνος πουριχτε dα σκαμνιά dωνε κάτω......
Ώσπου σώνει το χέρι σου, να κρεμνάς (ή κρέμνα) το καλάθι σου (ή το καλαθάκι σου)
(1963)
Δηλ. δεν πρέπει να διεκδική κανείς πράγματα ανώτερα των δυνάμεων του.