Αναζήτηση
Αποτελέσματα 91-100 από 1813
Το σέμπρο και τη γυναίκα σου και που τσόχεις κακά, κι΄ α δεν τσόχης, χειρότερα
(1952)
Σέμπρος (σλευ)· ο μισιακάτορας στα χτήματα, καλλιεργητής των αρχόντων στην Επτάνησο. Τσόχεις· τους έχεις
Κάθ' άρκοντας και όρεξη, κάθε παπάς και τάξη
(1952)
Οι νέοι κυβερνήτες βάνουν νέους νόμους
Ο γέρος ποπαντεύτηκε και πήρε νια γυναίκα, με τη ματσούκα ήθελε εννιά και μία δέκα
(1952)
Νιά=νέα, Ματσούκα (ιταλ.)=χοντρό ραβδί
Φάε κρεμμύδι και πιάσε τ' άρματα, φάε σκόρδο και ρίξ' τα κάπου
(1956)
Είναι γνωστό ότι το σκόρδο ρίχνει την πίεση
Και στ' αφεντός μ' ακούμπησα και στ' αδερφού μ' επήα, μα σαν τ' αντρός τη συντροφιά, συντρόφιαση δεν ηύρα
(1952)
Αφέντης = ο πατέρας