• Ελληνικά
    • English
  • English 
    • Ελληνικά
    • English
  • Login
Search 
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Search

Show Advanced FiltersHide Advanced Filters

Filters

Use filters to refine the search results.

Now showing items 3141-3150 of 3150

  • Sort Options:
  • Relevance
  • Text Asc
  • Text Desc
  • Time Recorded Asc
  • Time Recorded Desc
  • Results Per Page:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Η Μαρία του Ξύδη... Μου διηγείται η μητέρα μου μιαν ιστορίαν για την γυναίκα αυτή: Μια φορά 'ρχότανε με την μάννα της από κάπου και καθίσανε λίγο πιο πέρα απ' το νεκροταφείο. Ήτανε η μέρα της Μεγάλης Παρασκευής, στο μεσημέρι της απάνω κάτω. Και μόλις καθίσανε βλέπουνε στα απέξω του νεκροταφείου χωράφια, μια γυναίκα να βόσκη ένα προβατάκι. Τη γνορίσανε αμέσως και φορούσε ως και τα ρούχα ακόμα που φορούσε σαν πέθανε. Ήτανε η Μαρία του Ξύδη που είχε πεθάνει προ ολίγου καιρού. Έτρεξε η γιαγιά μου να δη, μα δεν βρήκε τίποτε σαν πήγε. Ούτε γυναίκα κι ούτε πρόβατο. 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Thumbnail

Τον φαντάζονται ένα κοντό ανθρωπάκι με κόκκινο φεσάκι, που όποιος μπορέσει και του πάρη το φεσάκι, χαρά στη μοίρα του, θα γίνη πλούσιος. Πάει και κάθεται πάνω στα στήθη τους και τους πιέζει και δεν μπορούνε να ξυπνήσουν. “Ο Βαρυνυπνάς, βρε παιδιά, κοίτουνταν απόψ' απάνω μου και πολέμου να ξυπνήσου και δεν εμπόρου.” 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Thumbnail

“Ένας Απεραθίτης μια βολά, που τον ελέανε Πέτρο, ηρχούdανε στο χωριό με φορτωμένο το μουλάρι dου. Στου Λαλλιστράου το πέραμα, ανάμεσ' άη – Ιάννη και Κανάκη ακούει ένα gουδούνι πό θάρευε. Πώς ήτονε ζούλα. Το κυνηά το κυνηά ώσπου το βράχωσε (= το έρριψε μέσα εις τους βράχους). Μόλις εδιάηκε στη θάλασσα είδε τη ζούλα κι εστέκουdαν απάνω σ' ένα βράχο. Ευτός μόλις την είδε τινάζ ένα λατχίδι (= σάλτο) να την πιάση. Εκείνη μόλις τον είδε ν εσάρταρε μές τη θάλασσα κι εσάρταρε gι ο Πέτρος. Η ζούλα όμως ήτονε μεταμορφισμένος σατανάς (σκατοένης) κι ο Πέτρος επνίηκε. Από στότες το μέρος απ' όπο σάρταρε, το 'πάσι (= το ωνόμασαν) του Πέτρου το bήδημα” 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
Thumbnail

«Άμα τη νύχτα πορπατής και σ’ απαdήξη όξ’ από πά (= δαίμονας) δεν θα σε χαλάση ά σ’ ακλουθά τεσσαραμμάτης σκύλος. Και σκύλο όμως να μην έχης μπορεί να γλυτώσης ά βαστάς μαυρομάνικο μαχαίρι. Σα βαστάς μαυρομάνικο μαχαίρι και σ’ ακλουθά και τεσσαραμάτης σκύλος δεν έχεις να δουλιάσης καθόλου (= να φοβηθής). Υπάρχει και η εξής παραλλαγή: «Άμα bερνάς από καμμιά βαρυτοπιά και σ’ απαdήξη όξ’ από ‘πά, κάμε μια gουλλούρα μ’ ένα μαυρομάνικο μαχαίρι κάτω στη ‘ης κι ένα σταυρό μές στη μέση κι έμπα μέσα να γλυτώσης. Καένας δε bορεί να σε πειράξη». 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
Thumbnail

“Άης Φίλιππας ένα βράδυ ήρθε στο χωριό (ήτονε ζευγάς) κι ηύρηκε τα φιλικά dου σπίθια χωρίς πασκαλινό. Πηιάνει λοιπό κι ευτός και σφάζει το 'να dου βούδι α το ζευγάρ που 'χε κι ήκανε τη δουλειά dου και τώνε πάει κριάς να πασκάσουσι. Την άλλην ημέρα παεί και βρίσκει ξανά το ζευγάρι τα βούδια χωρίς να λείπη καένα. Ταύτο τ' άη Φιλίππου πρέπει όλοι να πασκάσουσι” 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
Thumbnail

“Σα μυιάζεται το μουλάρι του λέει η μυία: “Θα ' bω α'τη μύτη σου να βγ'ά τον απισινό σου” Ετσά τα μουλάρια λωλαίνουdαι κι ότι σηκώνουσι dο ρίχτουσι” 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
Thumbnail

Ο καλικάτζαρος : Τα Χριστούγεννα τη νύχτα λένε πως έρχονται οι Καλικατζάροι κι όταν βρούνε δουλειά αρχεμένη την κατουρούνε. Βιαζόμαστε απο μέρες πρίν να τελειώσουμε τις δουλειές που έχομε αρχίσει. ''Κάμε, τέλειωσε την κάρτσα ιά θα στη χέσουν οι Καλικατζάροι''. Λένε πως έρχονται και κατεβαίνουν απο τους ανεφανούς (καπνοδόχους)κάτω τη νύχτα που ξημερώνουν Χριστούγεννα. 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Thumbnail

Δεν έχετε ακουστά την ιστορία πο ρωτήξαν το Χριστό, πως θα γνωρίζουν ταιν οι κακοί απού τσι καλοί, κι είπε πως τσι κακοί θα ψηαδιάζη. 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
Thumbnail

«Την εποχή πω πήρασιν οι Τούρκοι την Πόλη ευρήκασιν απάνω στο μπορό του Κωσταντίνου Παλαιολόγου τρία πράματα όσον είναι ένα αυγό το κάθα ένα. Περίεργοι δεν εξέρασιν είdα ΄ναι και ενεργήσασι να ΄βρουν άθρωπο να τω dα εξηγήση. Ευρήκασιν ένα ‘έρο τετρακόσω χρονώ και τώνε λέει να πάσι να ‘βρούσι το μεγαλύτερό d’ άδερφό να τω dα εξηγήση. Εδιάησα gαι βρήκα gαι το δεύτερο τώνε λέει πως είναι πεdακόσω χρονώ ενώ εφαίνουdάνε πκιό νιος α’ το bρώτο. Κι ευτός όμως τσι στέρνει στο bιο μεγαλύτερό d΄αδερφό που ΄τονε εξακόσω χρονώ. Ο τελευταίος ευτός ήτονε εξακόσω χρονώ μα εφαίνουdάνε πκιο νιός α τον αδερφό dου τω dετρακόσω χρονώ. Οι Τούρκοι ως τον είδασι του λέσι: - Ιάdα και μας εκοροϊδεύγετε και μα, ελέτε πώς είστε ο ένας μεγαλύτερος α τον άλλο, αφού είστε πκιό νέοι ο ένας α τον άλλο; Των είπε κι ευτός: - Το θωρείτε ευτό που θέλω να σας εξηγήσω; Ευτό είναι σιτάρι τσ’ εποχής μου, είναι δηλαδή εξακόσω χρονώ και θωρείτε το ‘φτό, θα καταdήση σα γλώσσα πουλιού μιαν ημέρα. Θωρείτε και την αθρωπότη, παιδιά μου; Θα καταdήση μιαν ημέρα να ΄ναι σαράdα χρονώ ο άθρωπος και να ‘ναι ‘έρος. [Ανακοιν. Ιω. Χάλαου, ετών 70, μπορό= ερμάριον, Ιάdα= γιατί] 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
Thumbnail

«Το bαλιό gαιρό τω καιρώ εκείνω, που λέει και το Ευαγγέλιο, οι άνθρωπ’ ήτονε αψηλοί και μεγαλοκαμωμένοι. Ήτονε σα τζ’ αρχαίοι Έλληνες, πο στήνασι μοναχοί dωνε χωρίς σύνεργα ολόκληρα βουνά και τα πααίνασιν όπο θέλασι. Τέθοια παλληκάρια εστήσασι τσι κολώνες τση πορτάρας τσ’ Αξάς κι εχτίσασι gαι το bύργο του χειμάρρου που ‘τονε δέκα βολές πι’ αψηλός απ’ ό,τα, είναι τώρα». Συμφώνως προς άλλην παραλλαγήν οι ανδρειωμένοι είχον μεγάλας χείρας και πόδας και ουράν. Όταν παις τις γεννηθή με δασύ τρίχωμα εις το στήθος και εις την πλάτην, θεωρείται ανδρειωμένη. «Όποιος άdρας έχει 25 δράμια ψαχνό μές στα bράτσα dου bορεί να σηκώση 150 οκάδες βάρος στα χέρια dου. Αμανέχη άλλο dόσο μες στα bούθια, σηκώνει 200 οκάδες. Ετότες είναι πια καλά – καλά αdρειωμένος». [Άξας= εδώ εννοεί ο αφηγητής Ματθαίος Πρωτονοτάριος (Σταθοκομαρθαίος) την αρχαϊκήν πύλην του ναού του Απόλλωνος, την ευρισκομένην επί της λεγομένης νησίδος του Βάκχου κοινώς Παλάτια, Ανακοίνωσις Ματθ. Πρωτονοταρίου (Στοβακομαρθαίου), 80 ετών] 

Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
  • «
  • 1
  • . . .
  • 312
  • 313
  • 314
  • 315

Browse

All of the Digital RepositoryArchive & CollectionsPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitlesThis ArchivePlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitles

My Account

Login

Discover

TypeΠαροιμίες (3101)Παραδόσεις (49)CollectorΖευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (2770)Οικονομίδης, Δημήτριος (260)Καραπάτη, Ειρήνη (82)Σιγάλας, Α. (27)Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (4)Μαντζουράνης, Εμμ. (3)Ανδριώτης, Νικόλαος Π. (2)Άγνωστος συλλογέας (1)Κουκουλές, Φαίδων (1)Place recorded
Νάξος, Απείρανθος (3150)
Νάξος, Γλινάδος (1)Time recorded1960 - 1963 (2150)1950 - 1959 (1)1940 - 1949 (1)1930 - 1939 (387)1924 - 1929 (520)
Contact Us | Send Feedback
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.