Search
Now showing items 161-170 of 180
Σιύλλος απροσκάλεστος στογ γάμον είντα γυρέβκει;
(1951)
Σκύλος απροσκάλεστος τι ζητάει να πάη στον γάμον;
Μεν κλαις κουκκούφα τάπαθες, κλάψε τα εν να πάθης
(1951)
Μην κλαις καύκαλο (νεκροκεφαλή) για κείνα που έπαθες, κλάψε για κείνα που θα πάθης
Καλός καλός ο σιοίρος μας τζι εξέβην χαλαζιάρης
(1951)
Καλός καλός ο χοίρος μας και βγήκε με χαλάζι
Κατά μάναν κατά τζιύρην κατά θκειόν καραβοτζιύρην
(1951)
Κατά την μάναν τον πατέρα, τον θείον
Ο μακρύς εσυκολόαν τζι' ο κοντός εχασκολόαν
(1951)
Ο ψηλός έτρωγε σύκα, κι ο κοντός έχασκε
Του κλέφτη κλέφτει του;
(1951)
Ο κλέφτης γνωρίζει πάσας τας πανουργίας και ψεύδη ώστε είναι αδύνατον να τον κλέψης
Τράβα πόνον για ομορφκιάν
(1951)
Υπόμεινε τον πόνον για ομορφιά
Το σλοινίν του χωρκάτη μονόν εν ι-φτάννει τζαί διπλόν περισσεύκει
(1951)
Το σχοινί του χωριάτη μονό δεν φτάνει και διπλό περισσεύει. Περί των πολών στενοκεφάλων οι οποίοι μετά μεγάλης δυσκολίας κατορθώνουν να αντιληφθούν κάτι
Απ' αντραπεί τζη αγκαστρωθεί κακόν αγκάστριν έσhει
(1951)
Όποιος εντραπεί και μείνει έγκυος, κακόν αγκάστριν έχει
Γυρέβκεις που τηγ κουφήν αΐταν ;
(1951)
Γυρέβεις από την οχιά βοήθεια. Λέγεται δι΄ εκείνους οι οποίοι είναι κακοί όσον οι οχιές ώστε να μη βοηθούνε κανένα