• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 1-10 από 180

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Τάνι πι τάνι 

Περιστιάνης, Ιερώνυμος Κ. (1925)
Εκ του αρχαίου “ή ταν ή επί τας”. Λέγεται νύν εν Κύπρω προς εκδήλωσιν απελπισίας. Εγώ εννά πάω εσσώ της τζαί τάνι πι τάνι = οτι τρέξη ας κατεβάση, εγώ θα πάω εις το σπίτι και ας γίνη ότι θέλει...
Thumbnail

Μέσα στο Μαλεβύζι στου Σάρχο το σπήλιο από χρόνους πολλούς νειρεύτηκεν από κειά κοντά ένας τρείς φορές το ίδιο όνειρο. Πήγαινε ένας και τούλεγεν τη νύχτα : Άμε στο σπήλιο τα μεσάνυκτα και να φωνιάξης τρείς φορές : Έ Μουσά , φέρε μου τα χρυσά ζυγάλετρα πούχεις τουδά μέσα. Θα σου τα φέρη να τα πάρης . Πήεν ο άθρωπος φώνιαξε τρείς φορές . Στην Τρίτη φορά έκουσεν ο Μουσάς και λέει: έρχομαι. Μια στιγμή φτάνει ο Μουσάς τονέ γροικά και του λέει μέσα στο σκοτείδι. Πάρε το ζυγό και ρίχνει τούτον εις τα πόδια και φεύγει. Ο άνθρωπος από τον φόβον πέφτει κάτω λιγωμένος. Μέσα στη λιγομάραν του ακούει σε λιγάκι το Μουσά και λέει ‘’όφου ο μαύρος και πως θα τα πάω μέσα και ως πότε θα τα φυλάω. Και παίρνει τα και φεύγει. Ύστερα ξελιγώθηκε κ’ έφυγε ο τυχερός μ’ ανάξιος και άκαρδος 

Άγνωστος συλλογέας (1925)
Thumbnail

Ας πάμε τώρα στα Χριστούγεννα ςτον απάνω κόσμο τα κολληκάντζαρια γιατί ούλη τχ σρονιά φροντίζουννς να κόψουνε τηγ κολλώνα που βαστάει τη γής και για πιριόνια μεταχειρίζουνται τέλια ψιλούλια από ‘κείνα που βάουνε στο μπουζούκι και μένει μια τρίχα για την κόψουνε. Αλλά του Χριστού αφίνουν τη κολλώνα και έρχονται απάνω στον κόσμο και τότε κ’ κολλώνα θρέφει και αρχινάνε την ίδια δουλειά και ούλο τούτο γίνεται κάθε χρόνο. Και όταν έρχουνται απάνω κατουράνε ούλο στη στάχτες και φέγουν τη πρωτάγιαση. Για τούτο λένε κ φέγετε να φύγουμε τι έφτασ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστήρα του ή κ ο παπάς με αγιασμόν χωριανό με το ‘’θερμό’’ Στου απάνω κόσμο τρώνε σφαρδάκια. 

Λάσκαρης, Ν. (1925)
Thumbnail

Μεταξύ Λάστας και Μαγουλιάνων της Γορτυνίας υπάρχει εις μιαν πέτρα ανάμεσα πυκνών ελάτων αποτυπωμένος εις ανθρώπινος πούς. Ολίγον παρέκει εις άλλην πέτραν πούς ίππου. Άνωθεν τούτων επί ενός τετάρτου μακράν υπάρχει εις μέγας λίθος ή μάλλον βράχος, όστις φαίνεραι ως ιππείς πλησίον δε αυτού υπάρχει και ένας έλατος. Το αποτύπωμα τούτο του πόδος λέγεται μέχρι σήμερον “της σκλάβας το αχνάρι”, ο δε λίθος ”καβελλάρης”. Η παράδοσις αναφέρει οτι μια νέα ωφειλετήν ελευσόμενην Κυριακήν να κάμη τους γάμους της. Η νέα έλαβε τας φίλας της και επήγε να διασκεδάση εις την Αγία Λεούσαν, ήτις είναι βρύσες ανάμεσα του αποτυπώματος του ποδός και του καβελάρη. Περί το εσπέρας αναφαίνονται οι Τούρκοι. Η νέα μετά των φίλων της τρέπεται εις φυγήν. Κατά την θέσιν όπου υπάρχει το αποτύπωμα του ποδός συλλαμβάνεται υπό της συμμορίας των Τούρκων. Ο αρχηγός της συμμορίας τρωθείς υπέτσι κάλλους της νέας κατέρχεται του ίππου του και του προσφέρει εις την αποκαμούσαν εκ του τρόμου και του δρόμου νεανίδα. Αυτή επάτησεν επί της πέτρας, όπως ιππεύση, αποτυπούται το ίχνος της ποδός της εις την πέτραν και αφού εκτύπησε τον ίππον, όστις έτρεξε δρομαίως αποτυπούται και τούτον ο πούς εις την ολίγον απέχουσαν άλλην πέτραν και τρέχει τρέχει. Αλλ' άνωθεν της Αγιά – Λεούσας συλλαμβάνεται πάλιν υπό της συμμορίας, ήτις αμέσως μεταμορφούνται εις πελώριαν πέτραν και φαίνεται ως σήμερον εις ιππείς, επονομασθείσα καβελλάρης. Αλλα και ο μνηστήρ αυτής ακούσας οτι η μνηστή του καταδιώκεται υπό τουρκικής συμμορίας δεν αποδεψιά ούτε αδρανεύ. Εξέρχεται πρός υπεράσπισιν της και ιδών αυτήν μεταμορφωμένην εις μέγαν ογκόλιθον, μεταμορφούται και αυτός εις αρωματώδες δένδρον της ελάτης, ίνα αρωματίζει την μνηστήν του και δι' άλλον σπουδαιότερον λόγον. Ας μου επιτρέψη το ψευδόνημο ν φέρων “Πεζόστρατος εις την Νέαν Ημέραν” την Αθηνών της 22 Ιανουαρίου 1915, ο γράψας τας τρείς παραδόσεις ν' αναφέρω τας συγκινητικάς γράμμας τους. Τα μαρμαρώματα της παραδόσεως... συμβολίζουν ωραία τας μορφάς της φυλετικής περιπέτειας του σκλαβωμένου γένους, τον άνθρώπινον (τον Ελληνικόν θα ήθελε να ειπή) έρωτα προς την οικογένειαν, το εθνικό μίσος εναντίον του Τούρκου και την πίστην εις το θείον. Αλλ’ ότι ιδιαιτέρες κινεί την προσοχήν μας είναι ότι αι παραδόσεις αυτές είναι συγχρόνως ποιήματα και αγάλματα… Όταν η Ελληνική σμίλη έπαυσε να χαράζη … σε ελληνικοί βράχοι εκράτησαν δια τον λαϊκόν ντουν τα σχήματα και την λάμψιν την συντριμμένων μάρμαρών, ο δε θρύλλος μετεβλήθη εις πλάστην αγαλμάτων…» Αλλά πάνω να εξακολουθώ την αντιγραφήν με μίαν παρατήρησιν ότι τα απολιθώματα των παραδόσεων της αμμουδιάς η ακροθαλασσιάς, όπως θέλετε, αναφέρουν τόσην πικρίαν, ώστε και η θάλασσα εφαρμακώθη εκ των δακρύων και ως εκ τούτου εξηγέρθησαν τα κύματα, Η δε άνωθεν Γορτυνιακή και ορεινή παράδοσις αναφέρει ότι ο μνηστήρ της μεταμορφώθη εις ελάτην, ίνα αρωματίζη την περτωθείσαν μνηστήν του. Τούτο ακριβώς φανερώνει ότι εις τα ορεινά μέρη υπήρχε και κάποια ελευθερία ως αναφέρει και ο Ι. Φιλήμων εις την σ. 34 – 35 του ιστορίκου δοκιμίου της Φιλικής Εταιρείας 1834 έτος. «Οι Οθωμανοί … αφήσαντες εις κάποιαν ελευθερίαν τα ορεινά μέρη… Η τυραννία άρα περιωρίζετο κυριώτερον εις τας πόλεις και τας παραλίας της Ελλάδος. Πηγάζει έντευθεν η μεταξύ των ορεινών και των πεδινών ελλήνων διαφορά. Οι πρώτοι ζωηροί και κλίνοντες περισσότερον προς την ελευθερίαν και τον πόλεμον, οι δεύτεροι εκλελυμένοι και αήθεις ως επί το πλείστον εις την διαχείρισιν των όπλων. Από την κλάσιν την δευτέραν εδείχθησαν επί Τουρκοκρατίας, ουδείς πολεμικός και ολίγοι αγχίνοες πολιτικοί. Αλλ’ από εκείνων των πρώτων και πολλοί πολεμικοί και σε επιχειρηματικώτεροι πολιτικοί». Δια τούτο η λαϊκή ορεινή και Γορτυνιακή παράδοσις έπλασς την μεραμόρφωσιν του μνηστήρος εις ελάτην, ίνα υπεμφαίνη ότι σε ορεινοί κάτσικοι ενεφορούντο υπό του αρώματος της ανδρείας, ήτις είναι η μήτηρ της ελευθερίας.\ 

Λάσκαρης, Ν. (1925)
Thumbnail

Εις εν ρεύμα του Βαλτεσινίκου και εις μίαν πέτραν είναι αποτυπωμέναι δύο βαθειά τρύπαι, αίτινες λέγονται κ οι γονατιές του Δράκου». Η δε παράδοσις αναφέρει ότι εις δράκος εδίψασε, δια τούτο εγονάτισεν, όπως πίη νερό από του Ντελιάνη τη βρύση, ήτις είναι μακράν επί είκοσι λεπτά προς το μέρος του Άγιο λιά δυτικά της Λάστας. Τόσος μεγάλος ήτο! Αλλά και άλλη Γορτυνιακή παράδοσις, ως αναφέρουν οι Καλλιαναίοι, του δήμου τροπαίων της Γορτυνίας αναφέρει ότι εις πελώριος Γίγας και τοιούτοι ήσαν όλοι οι παλαιοί Έλληνες ετίναξε το τσαρούχι του (πέδιλον) ει το οποίον εισεχώρησε το χώμα και έτι του τινάγματος του τσαρουχιού εσχηματίσθη εις λοφίσκους κωνοειδής σπαρτόφυτος, όστις είναι χάρμα των οφθαλμών κατά την άνοιξιν ιδίως, όστις λέγεται μέχρι της σήμερον «ποδημάς». Κάτωθεν δ’ αυτού είναι πεδιάς δι ης διέρχεται ο λάδων. Απ’ εκεί έως της πεδιάδος του Παλούμπα ήτο πόλη μεγάλη κ΄ η οποία κατεστράφη εκ πυρκαϊάς. Αι τοιαύται παραδόσεις δεν φανερώνουν ουδέν άλλο ειμή ότι ο απλούς επί της φοβερωτά της των τυραννιών της Τουρκοκρατίας Ελληνικός λαός ως άλλη αρχαία Πυθία εχρησμοδότει ότι η Ελληνική φυλή γιγαντιαία και εύσωμος δεν ηδύνατο να διαγραφή εκ του επιγείου πλανήτου υπό της φοβεράς και αιμοβόρου Τίγρεως, της Τουρκικής φυλής. Αυταί και αι διάφοροι άλλαι παραδόσεις του Ελληνικού λαού ήσαν το Ευαγγέλιόν του, όπως και οι ιερείς του εστήριζοντο εις τα ρήσεις του ιερού Ευαγγελίου, αίτινως έλεγαν κ δια τούτο λέγω υμίν, ότι άρθηται αφ’ ομών η βασιλεία του Θεού και δοθήσετε έθνει ποιούντι τους καρπούς αυτής». (Ματθ. Κα: 43 Ιωάν. ΙΒ 20 – 23). Και ούτω πως Ιερωμένοι και απλοί λαϊκοί έκαστοι έχοντες ίδιον Ευαγγέλιον και οι δύο ομού και τα δύο επίστευαν εις την ανάστασιν του τεθνεπτος λαζάρου, ο οποίος ήτο το ψυχορραγούν Ελληνικόν έθνος. Και η πίστη αυτών μας έφερεν εις αίσια αποτελέσματα και ηξιώθημεν να ίδωμεν τα μεγάλα γεγονότα του 1921, 1912 – 1913, τα οποία, αι παρέλθουσαι γενεαί υφιστάμεναι και υποφέρουσαι μόνον και μόνον αλλεπαλλήλους συμφοράς πραγματίζοντο ταύτα. 

Λάσκαρης, Ν. (1925)
Thumbnail

Ένας άλλος Αξικός μια φορά έσκαφτεν κ'εύρηκεν ένα καζάνι κάρβουνα, κατάλαβεν πως είναι στοιχειωμένα φλουριά. Πήρεν μερικά και πήγεν και τάρριξεν μέσα στο βασιλικό δρόμο κ'έκατσεν και περίμενεν μπα θελα περάση κιανείς τυχερός. Περάσανε πολλοί μα πράμα. Ύστερα επέρνανε ένας καβαλάρης. Μια στιγμή σαν έφτασεν στα κάρβουνα πεζέφνει απο τ'άλογον του και πιάνει ένα κάρβουνο και γίνηκεν αμέσως χρυσό φλουρί και τάλλα τα σκορπισμένα. Τότες ο άλλος του μίλησεν και τούπεν την ιστορία. Πήγανε στον τόπο που τονε το καζάνι με τα πολλά, έρριξεν ο τυχερός μέσα ένα κι όλα γινήκανε φλουριά. Τα μοίρασαν σαν αδέρφια. 

Άγνωστος συλλογέας (1925)
Thumbnail

Άλλος πάλι εύρηκεν στο χωράφι του ένα χρυσό κοπέλι, τόβαλε στη σακούλα και πηγένετο στο σπίτι του, το έκρυψεν εκειά. Την νύκτα σαν κοιμήθηκε γροικά στον ύπνον του φωνές και κλάυματα κ' εβγαιναν απο κεί πούτον κρυμμένο το χρυσό παιδί και τούλεγεν : άμεμε κειά θα σε ξεκληρίσω ''θα πεθάνουν τα παιδιά σου''. Ντελόγο σηκώθηκε πήρεν το κοπέλι με τρομάρα το πήγεν και τόχωσεν στον ίδιο τόπο γύρισεν πίσω μετορίγο και σε λίγο πέθανε. 

Άγνωστος συλλογέας (1925)
Thumbnail

Μια φορά, είναι χρόνοι πολλοί, που πήγαινεν στ’ Ανωγειανό αόρι στη Βρύσι στη Ζώθυμο ένα θεριό όφις με διπλέ κεφαλές κ’έπινεν το νερό και δεν άφινεν να σιμώσουν οζά κουράδια να πιούν, μόνο τα ‘πνιγε. Ύστερα βγάλανε οι βοσκοί τα’ Ανωγειανού αοριού υπόσκεσι πως όποιος το σκοτώση το θεριό θα πάρη ρεγάλο, πρόβατα,βούγια, και χαρκώματα, και τα πρωτεία, να ποτίζη τα ζάν του πρώτος στη βρύσι. Ένας βοσκός τα’αποφάσισεν από τση Μανουράδες να το σκοτώση. Πρώτα έκοψεν το νερό τση βρύσις να μη μπαίνη στοι γούρνες. Τα’άδειασεν και τσοι γέμισεν με ξείδι. Δίπλα στη βρύσι ήτονε μια τρικοκκιά μεγάλο δενδρό με τρείς κλάδους. Βγήκεν κ’έκατσεν στον ένα και κράθιεν τση σαίτες του(άλλοι λένε μιάν καραμπίνα γεμάτι μπαρούτι, σκάγια, κάδρους, καρφιά). Σα σήκωσεν ο ήλιος ώρα καβαλτί γροικάται ο σερμός και το σισιναναμέντο του θεριού που χάλαν κόσμοκ’ήρχουντον. Λυσασμένο φτάνει στσοί γούρνες, ρίχνει μέσα το συφούνιντου και χωρίς να το καταλάβη, έσυρεν μέσαν του μια γουρνιά ξείδι. Αμέσως το ξείδι το ‘κοβεν και σηκώνει την κεφαλήν του κι’ανοίγει την μπούκαν του κ’έχασκεν να φύγη ο θυμός του ξειδιού κ’ετσά είδεν και τον κυνηγό πάνω στην τρικοκκιά. Ο Μανουράς ντελόγω του παίζει τη σαιθιά μέσα στο στόμα. Το θεριό ταράσσει δεξιά ζερβά και σε μια ουλιά ώρα παίζει μια με την ορά και ρίχνει κάτω τον ένα κλάδο τση τρικοκκιάς. Δεύτερο τάραμα και σπά και τον άλλο κλάδο. Ο Μανουράς μένει στον ένα μα θωρεί πως πάει σε λίγο κι’ αυτός. Γκρεμίζεται από την τρικοκκιά και σφίγγει ίσα κάτω προς το φαράγγι, που λένε σήμερο τση Μύγιας. Το θεριό τον παίρνει από πίσω και του μιλεί : Σαν είσαι άνδρας Μανουρά παίξε μου και την άλλη (ενν.σαιθιά) μ’αυτός λέει : Μα μια φορά μ’εγέννησεν η Μάννα που μεγέννα και μια φορά την έπαιξα τη σαιθιά σε σένα. Το θεριό τονέ ζυγώνει κι’ αυτός τρέχει κατά το φρούδι του φαραγγιού. Ο όφις πνιμένος από το θυμό (οξεία οσμήν) του ξειδιού κι με τη σαίθια στο στόμα κόβγεται γλιστρά και νάτονε γκρεμίζεται μέσα στο φαράγγι. Το θεριό ψόφισεν εκειά μα δεν του σίμωσεν κι α’ανέτα έχνος γη σκαρα γη σκύλος να το φάη, παρά μόνο μιλιούνια μύγες κι’αποτότες εβγήκεν τόνομα τση μύγιας το φαράγγι. Ο Μανούρας γλύτωσεν από το θεριοό μα από το φόβο που πήρεν έσκασεν κ’επόθανεν σε λίγο. Μα η γ’οικογένειάν του πήρεν τα ρεγάλα και το πρωτείο να ποτίζη στη Ζώμυθο. [ Σημείωση :Λένε απ’ανέκαθε πως η Κρήτη δεν είχενε θεργιά. Και όμως δεν βγαίνει από το νου του λαού, πως δεν ήσαν μια φορά και δω τέθια. Παράδειγμα και το παραπάνω διήγημα. Το όνομα Ζώμυθος, που θέλει να πή μύθο ή θρύλο για ζά και το ότι, ως λέει το τραγούδι, που επαίνεσεν την αντρειά του Μανουρά, Πως εβάστανε σαίτες, όλα αυτά φανερώνουνε ένα θρύλο παλαιό, ίσως μεσαιωνικό, ίσως και αρχαιότατο, σχετικό με τον Τάλω ή τον Ηρακλή. Κάποιος δε έξυπνος σε εποχή ευπιστίας έπλασεν το μύθον σε νεώτερο ήρωα το Μανουρά. Μένει ακόμη σταθερή πίστη, πως οι όφιδες θερεύουναι και γίνονται με δυο κεφάλια γη έχουν πάνω από τη μύτη ένα κέρατο που βρωμεί σαν σκόρδο και το λένε λιόκουρνο, αυτό που γιατρεύει στα ψακώματα ανθρώπους γή και οζά. 

Άγνωστος συλλογέας (1925)
Thumbnail

Έπειτα έρχεται το Πάσκα η μεγάλη λαμπρή μας. Τη μεγάλη εμείς οι χριστιανοί χαιρόμαστε που αναστήθη ο Αφέντης ο Χριστός κι σφάζομε αρνιά και κρατούμε λαμπάδες και βάφουμε και κόκκινα αυγά για να δείξουμε τη μεγάλη μας χαρά. Αλλ’ εμείς οι Έλληνες έχουμε ακόμα μια χαρά. Γιατί στην πόλη μας, στην αγιά Σοφιά μας κάθε λαμπρή ακούγεται να ψάλλουν οι παπάδες το Χριστός Ανέστη και να βρίσκουνται όξω από την αγιά Σοφιά και κόκκινες φλούδες απ’ αυγά. Να ξέρτε ότι άμα οι Τούρκοι εμπήκαν στημ Πόλη επήγαν στην Αγιά Σοφιά, οι παπάδες που έτυγι να λειτουργάνε τότες και δεν είχαν τελειώσει τη λειτουργία εμαρμάρωσαν και είναι μαρμαρωμένοι και μονάχα το Πάσκα ψάλλουν το Χριστός Ανέστη. Αλλά, χρυσή μου κορούλα, δεν θα γίνουν πίσω άνθρωποι; Άϊ καλή μου κόρη Παναγιώτα, η πολλή σου αγάπη ν’ ακούσης την ιστορία μου σ’ έκαμε να ρωτήσης εκείνο, το οποίον ήθελα μονάχη μου να σας πώ. Ήσανε να είπανε τότες το μετά φόβου Θεού Πίστεως και αγάπης προσέλθετε και θα το ειπούνε άμα ευρέθη βασιληάς μας να πάρι τη πόλη και θα την τελειώσουνε τη λειτουργία και τότε θα μουταλάθη ο Μαρμαρωμένος βασιληάς Κωσταντίνος και θα πεθάνουνε, γιατί τώρα καθώς σας είπα δεν είναι πεθαμένος αλλα μαρμαρωμένος μέσα στο ιερό, που ο Τούρκος δεν μπόρεσε ακόμα να το ανοίξη, ούτε θα μπορέση ποτέ να το ανοίξη για να το μαγαρίση ο άπιστος. Αλλά λέπω ότι δε δουλεύετε καμμία και στεκώστε λυπημένες! Ναι είναι τούτο για λύπη και για κλάψαι, αλλά τι να γίνει; Έτσι ήθελε ο μεγαλοδύναμος! Όσες λύπες έχουμε εμείς τόσες χαρές θα έρθη καναί καιροί να έχουμε άλλες 

Λάσκαρης, Ν. (1925)
Thumbnail

Και η νουρά της κομμένη, και η γλώσσα της απλωμένη 

Λάσκαρης, Ν. (1925)
Επί ανηθίκου, αλλά και γλωσσώδους γυναικός...
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • . . .
  • 18
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαροιμίες (140)Παραδόσεις (40)ΣυλλογέαςΛουκόπουλος, Δημήτριος (42)Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (38)Λάσκαρης, Ν. (18)Άγνωστος συλλογέας (12)Πάγκαλος, Γεώργιος Εμμ. (12)Σγουρίτσας, Αγησίλαος (8)Πρωτόπαπας, Ι. (7)Περιστιάνης, Ιερώνυμος Κ. (5)Κακριδής, Ιωάννης Θ. (4)Κουτρουβέλης, Γ. (4)... Προβολή ΠερισσότερωνΤόπος καταγραφήςΝάξος, Απείρανθος (38)Αιτωλία (23)Αιτωλία, Αμβρακιά (19)Άδηλου τόπου (13)Αρκαδία, Γορτυνία, Λάστα (13)Κρήτη (11)Ημαθία, Βασσαράς (8)Καππαδοκία, Φάρασα (7)Κύπρος (5)Λακωνία (5)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής
1925 (180)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.