• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 1-10 από 139

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Μια φορά ένας Χιώτης καυχότανε πως γνώρισε φαρσί τα αρχαία ελληνικά. Μια μέρα, ο καντυλανάπτης μαζί με τον αριστερό ψάλτη της εκκλησίας, για να περάσει η ώρα ως ότου να χτυπήσει η καμπάνα του εσπερινού.. ξηγούσανε τροπάρια! Και στην αρχή μεν, οπωσδήποτε τα καταφέρναμε. Αντιστάσεως μη ούσης δηλ. βγάζανε κάποιο νόημα. Όταν όμως φτάσανε στις Καταβασίες των Χριστουγέννων που είνε εις στίχους Ιαμβικούς και διαβάσανε τον στίχον <Νύν ποτυιάται της παλιγγενεσίας>εκεί πλέον δεν μπορέσανε να προχωρήσουν. Τα μπερδέψανε, ζαλισθήκανε, σκοτισθήκανε και νόημα μηδέν. –Αμ, καυμένε, είπε τότε ο ψάλτης : Τι καθόμαστε και σκοτιζόματσε; Να πάμε στον δάσκαλο να μας τα εξηγήσει. Δάσκαλος δε, θα το εννοήσατε βέβαια, ήταν ο δεινός ελληνιστής, ο χιώτης που γνώριζε τα ελληνικά φαρσί. Φτάσανε στο γραφείο του. –Δάσκαλε, το και το. – Ευχαρίστως, παιδιά μου εις ποιον κείμενον έχετε απορίαν; Έχετε υπόψη σας κανένα αρχαίον συγγραφέα, ή –Δάσκαλε, τον διακόψανε, θέλουμε να μας εξηγήσεις τι θα πεί το : <Νύν ποτνιάται ης παλιγγενεσίας> -Αυτό μόνον; Λοιπόν παιδιά μου, το <νύν> είνε πάντα νύν! –Και το <ποτνιάται> τι θα πεί; -Και το <ποτνιάται> παιδιά μου είναι και αυτό κάτιν τις. –Καλά. Άμ το < της παλιγγενεσίας> πως το εξηγείς; <Μωρέ διαβόντρον κουλούκια, είπεν έξω φρενών ο δάσκαλος, εγώ θα σας τα εξηγήσω όλα. Και τους έδιωξε. Και έτσι έγινε η μετάφραση του <Νυν ποτνιάται της παλιγγενεσίας> από το αρχαίον κείμενο στη δημοτική μας γλώσσα. 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Ένα από τα ωραιότερα μνημεία της χριστιανικής μας τέχνης αληθινό καύχημα της Ελληνικής Ορθοδοξίας, είνε και η Εκατονταπυλιανή της Πάρου. Γύρω από την αρχαιοτάτη αυτή εκκλησία πλέκονται διάφορες ιστορίες και θρύλοι. Σημαντικώτερος είνε ο ακόλουθος : Στον καιρό του βασιλέως Λέοντος, πειραταί Άραβες, με ορμητήριο την Κρήτη, έκαναν καταστρεπτικές επιδρομές στα Ελληνικά παράλια και προ πάντων στα νησιά του Αιγίου. Ο βασιλεύς έστειλε το στρατηγό Ημέριο για να καταδιώξη τους επιδρομείς και ν' απαλλάξη τους υπήκοους του από την τυρρανία τους. Αλλ' άνεμος σφοδρός ανάγκασε τον Ημέριο να ρίξη Άγκυρα στην Πάρο, όπου έμεινε αρκετές ημέρες. Το στρατηγο αυτόν ακολουθούσε στην εκστρατεία κι ένας λόγιος της εποχής, ο “Συμεών ο σοφός”, ο οποίος εβγήκε στο νησί, το εμελέτησε κι έγραψε περίεργες πληροφορίες για το εκκλησιαστικό του μνημειο και για ότι άλλο αξιοπερίεργο είχε. Την εποχή εκείνη, ο ναός της Εκατονταπυλιανής ήταν ακόμη σε όλη την ωμορφιά της μαρμαρένιας λευκότητος του. Το μακρό περιστύλιο του, τα λεπτοσκαλισμένα κοσμήματα του, ο λπούτος των αφιέρωμάτων και των πολυελαίων, επέσυραν το θαυμασμό των προσκυνητών που εμαζεύοντο από παντού... Σήμερα, δυστυχώς, όλο εκείνο το μεγαλείο, είναι σκεπασμένο με τον ασδέστη και τις διάφορες επιδιορθώσεις. Εν τούτοις, ακόμη και σήμερα, ο προσκυνητής νοιώθει βαθειά συγκίνηση μπρός στο αριστούργημα αυτό της αρχιτεκτονικής, Όταν μπή κανείς στο Ιερό του ναού, βλέπει, ως είδος αμφιθεάτρου, ένα μεγαλοπρεπές Δωδεκάθρονο, όπου εκάθονταν οι αρχιερείς και ιερείς στις μεγάλες λειτουργείες. Στη μέση του Ιερού, επάνω από την Αγία Τράπεζα, υπάρχει επίσης ένα θαυμάσιο μεγάλο κιβούρι, μονόλιθο, στηριζόμενο σε τέσσερις στήλες από γρανίτη. Είνε φανερό οτι είνε παρμένο από αρχαίο Ελληνικό ναό, ίσως της Δήλου. Το κιβούρι αυτό ο αρχηγός των Αράβων Νίσσυρις θέλησε να το αρπάξη, για να το αφιερώση στο τέμενος της Άγαρ, της προμάμης του Αραβικού λαού. Αλλ' ενώ η πύλη του ναού ήταν αρκετά ευρύχωρη για να το βγάλουν έξω, όταν έφταναν εκεί το κιβούρι μεγάλωνε – μεγάλωνε και δεν χωρούσε να περάση. Τέλος οι πειραταί κουράστηκαν, το άφησαν χαμου κι έφυγαν. Δεξιά, σ' ένα ξεχωριστό διαμέρισμα του ναού, ΄σωζεται ακόμη η Κολυμβήθρα , που έχει σχήμα σταυρού. Σ' αυτή κατεβαίνει κάνεις με τρία σκαλοπάτι. Στη μέση της Κολυμβήθρας υψώνεται η λεγόμενη “Ιερά νήσις” όπου στεκότανε ο ιερέας κι' εβάφτιζε. Στη Κολυμβήθρα αυτή έλαβαν το βάφτισμα οι τελευταίοι Ελληνες ειδολολάτραι. Αριστερά στην άλλη πτέρυγα υπάρχει μια επιτάφια πλάκα. Και ο προσκυνητής σταματά φιλοπερίεργος να μάθη ποιόν κρύβει ο τάφος αυτός. Κάποιος καλόγηρος της Μονής διηγείται τότε στον επισκέπτη ότι μια γυναίκα είνε κεί μέσα θαμμένη. Θεόκτιστη τ' όνομα της και δραματική η ιστορία της. Στα παληά χρόνια, ξένοι κυνηγοί βγήκαν στην Πάρο, για να κυνηγήσουν ελάφια και άλλα άγρια ζώα. Ένας από τους κυνηγούς αυτούς ξέκοψε από τους άλλους, για να πάη στην Εκατονταπηλιανή να προσκυνήση. Φτάνει στην εκκλησία, κατά το μούχρωμα, μπάινει μέσα και βλέπει στα δεξιά της Αγίας Τραπέζης κάτι αεροσάλευτο, σαν άσπρο πανί ή σαν δίχτυ αράχνης που το κούνησε ο άνεμος. Ο κυνηγός κάνει να πάη κοντά, όταν άξαφνα ακούει μια φωνή που έβγαινε από το άσπρο μαγνάδι κι' έλεγε τρομαγμένη : - Μην πλησιάσης! ... Είμαι γυναίκα γυμνή: Ρίξε μου ρούχα να σκεπασθώ, και θα σου πώ ποιά είμαι!... Ο κυνηγός της έρριξε το μαντύα του, που η γυναίκα τον εφόρεσε, και αφού έκανε το σημείο του σταυρού, άρχισε τη διήγησι της : Ήτανε καλόγρηα απο την Μεθύμνη της Λέσβου. Από μικρή, ταγμένη στα θεία, μπήκε σε μοναστήρι γυναικών. Σε ηλικία 18 ετών θέλησε να επισκεφθή μια μια αδελφή της παντρεμένη στη Μεθύμνη και ξεκίνησε για κεί. Στο δρόμο, ένα μπουλούκι πειρατών του Νισσύρι την εσκλάβωσε, την έφερε στο καράβι και μαζύ με άλλες την έφερε στην Πάρο, όπου εσκόπευαν να μείνουν λίγο καιρό οι πειραταί έως ότου κάνουν πανιά για το Αλγέρι. Μια νύχτα όμως, η Λεσβία καλόγρηα κατώρθωσε να ξεφύγη από τα χέρια των πειρατών και τρέχοντας να χωθή στο δάσος. Κ' εξακολουθούσε να τρέχει ολοένα, αψηφώντας τα λιθάρια και τ' αγκάθια, ξεσκίζοντας τα πόδια της, περίτρομη, λαχανιασμένη. Τέλος δεν μπορούσε να περπατήση απ' την κούρασι κ' έπεσε χάμου, σαν νεκρή!... Την άλλη μέρα, το πρωΐ, η ακτίνες του Ηλίου την έξύπνησαν. Η καλόγρηα ανασηκώθηκε, έρριξε μια ματιά γύρω της και πέρα κατά τη θάλασσα και με χαρά είδε τα καράβια των πειρατών ν' αρμενίζουν μακρυά, περ' από την Πάρο... Από τότε – είπε στον κυνηγό – είχαν περάσει 30 χρόνια. Και κατοικούσε πειά μέσα στο ναό και τρεφότανε με άγρια χόρτα και νερό πηγής, “βοηθουμένη από τη χάρι της Υπεραγίας Θεοτόκου”. Και όταν τα ρούχα της εξεσχίζοντο, την εσκέπαζε η δύναμις του Θεού που κυβέρνα και σκεπάζει τα πάντα!... Αφού είπε αυτά η καλογρήα, έπεσε στα γόνατα κ' ευχαρίστησε τον Κύριο. Έπειτα, παρακάλεσε τον κυνηγό όταν θα ξαναγυρίση να της φέρη μέσα σε καθαρό κουτί Άγιο Αντίδωρο, και να μην πή τίποτς σε κανένα γι' αυτήν. Ο Κυνηγός της το υποσχέθηκε, κ' έφυγε. Σύμφωνα με την επιθυμία της Αγίας , επείτα από λίγον καιρό, ο κυνηγός εξαναγύρισε στην Πάρο και διευθύνθηκε στον έρημο ναό της Εκατονταπυλιανής. Στην αρχή δεν τη βρήκε εκεί την καλόγρηα, γιατί, φαίνεται κρυβότανε από τα μάτια του κόσμου. Αφού όμως οι κυνηγοί απομακρύνθηκαν, η Θεόκτιστη παρουσιάστηκε ντυμένη με το μαντύα του κυνηγού. Αυτός, άμα είδε την ερημήτισσα θέλησε να πέση στα γόνατα της και να την προσκυνήση, μα εκείνη του εφώναξε δυνατά : - Μην κάνης σε μένα μετάνοια! Σκέψου οτι βαστάζεις τα Θεία Μυστήρια!... Ο κυνηγός συγκινημένος επλησίασε, και η Θεοκτίστη κλαίγοντας από χαρά, επήρε από τα χέρια του κυνηγού το Τίμιο Σώμα που της το είχε φέρει μέσα σε ξύλινο κουτί, ευωδιασμένο, από πυξό. Η Θεόκτιστη άνοιξε το κουτί, εκοινώνησε και είπε : - Νύν απολύσις την δούλην σου, Δέσποτα, οτι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου! ... Τώρα που έλαβα την άφεσι των αμαρτιών μου θα πάω όπου προστάζει το κράτος σου!...Έπειτα από τ αλόγια αυτά, εσήκωσε τα λιπόσαρκα χέρια της ώρα πολλή, προσευχήθηκε σιωπηλά, και αφού αποχαραίτησε τον κυνηγό χάθηκε. Όταν ύστερ' από λίγες ημέρες ο κυνηγός γυρίζοντας από την εκδρομή του στα βόρεια του νησιού, θέλησε να ιδή και να λάβη την ευλογία της Θεόκτιστης για βοήθεια στο ταξείδι του, τη βρήκε νεκρή μέσα στο Ιερό της Εκατονταπυλιανής, τυλιγμένη με το μαντύα του, με τα χέρια σταυρωμένα και τη γαλήνη στο θείο της πρόσωπό. 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Και κόρκορος εν λαχάνοις και Σαούλ εν προφήταις – Και η κοσκινού τον άντρα της με τους πραγματευτάδες 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Συλλογή Πιλίς – Αβίζ
Thumbnail

Και κόρκορος εν λαχάνοις και Σαούλ εν προφήταις – Και η κοσκινού τον άντρα της με τους πραγματευτάδες 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Καλλιά και λίγο και πολύ πάρα πολύ και λίγο 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Με χαρτί και με μελάνι βλέπου πράγμα να μη πάρης γιατί με καιρό και με ζαμάνι το πουλείς και δεν σε φτάνει 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Μέσα στο Μαλεβύζι στου Σάρχο το σπήλιο από χρόνους πολλούς νειρεύτηκεν από κειά κοντά ένας τρείς φορές το ίδιο όνειρο. Πήγαινε ένας και τούλεγεν τη νύχτα : Άμε στο σπήλιο τα μεσάνυκτα και να φωνιάξης τρείς φορές : Έ Μουσά , φέρε μου τα χρυσά ζυγάλετρα πούχεις τουδά μέσα. Θα σου τα φέρη να τα πάρης . Πήεν ο άθρωπος φώνιαξε τρείς φορές . Στην Τρίτη φορά έκουσεν ο Μουσάς και λέει: έρχομαι. Μια στιγμή φτάνει ο Μουσάς τονέ γροικά και του λέει μέσα στο σκοτείδι. Πάρε το ζυγό και ρίχνει τούτον εις τα πόδια και φεύγει. Ο άνθρωπος από τον φόβον πέφτει κάτω λιγωμένος. Μέσα στη λιγομάραν του ακούει σε λιγάκι το Μουσά και λέει ‘’όφου ο μαύρος και πως θα τα πάω μέσα και ως πότε θα τα φυλάω. Και παίρνει τα και φεύγει. Ύστερα ξελιγώθηκε κ’ έφυγε ο τυχερός μ’ ανάξιος και άκαρδος 

Άγνωστος συλλογέας (1925)
Thumbnail

Ένα βράδυ περιμένοντας με τους ψαράδες να γείρη το φεγγάρι, έμαθα κάτι που με εξέπληξε. Πως ο Άϊ Λιάς ήτανε θαλασσινός και μάλιστα ψαράς. Αφού ψήθηκε στην άρμη και στον ήλιο και χαροπάλαιψε πενήντα χρόνια με το στοιχειό που τούπνιξε παιδιά και εγγόνια, βαριέστηεσε, πήρε ένα κουπί και άρχισε να ανεβαίνη στη στεργιά. Όπου συναπαντούσε ανθρώπους τους ρώταγε: "Τι είνε αυτό;" και άμα του λέγανε κουπί ανέβαινε ψηλότερα. Έφτασε στην κορυφή βουνού. Εκεί ρώτησε πάλι τους ανθρώπους που συναπάντησε: "Τι είνε αυτό;" Και εκείνοι του αποκρίθηκαν "ξύλο". Τότε ανακουφίστηκε. Έμπηξε το κουπί και έκτισε την καλυβα. Αγίασε και απο τότε του Άϊ-Λιά το κλησίδι κτίζεται στα νησιά στης κορφές των βουνών. Αλλά μήπως υπάρχει ύψωμα λόφου ή βουνοκορφή στο νησί χωρίς να ασπρίζη απάνω και ένα ρημοκκλήσι. Αυτό είνε εκδήλωσις θεοσεβείας χωρίς να είνε απηλλαγμένη και απο φιλοκέρδεια. 

Άγνωστος συλλογέας (1927)
Thumbnail

Μια μέρα που ο Βαλής εκαθόταν στον καφενέ εμπρός από τη μικρή λιμνίτσα που σχηματίζει η Υπερεία Κρήνη, είδε να βγαίνη στην επιφάνεια του νερού μια φλογέρα. Αμέσως διέταξε και την εκρέμασαν σ’΄πεναν εκεί πλάτανο της αγοράς και έβαλον φρουρούς να κρυφοκοιτάζουν για να πιάσουν εκείνον που θα (ε)σήγανε να την πάρη. Την άλλη μέρα ένας τσοπάνος περνώντας απ’εκεί, μόλις είδε τη φλογέρα έτρεξε και την επήρε με χαρά- με τη χαρά που ξαναβρίσκει κανείς ένα χαμένο πράγμα του. Συλληφθείς αμέσως ο βοσκός προσήχθη εις τον βαλήν και ανακρινόμενος απεκάλυψη ότι η φλογέρα του έπεσε σε ένα αυλάκι με νερό που είχε ανακαλύψει ένα τραγί του σε μια ρεμματιά του βουνού, και την έχασε. Και το νερό την έβγαλε στο παζάρι του Βελεστίνου. Υπο την οδηγίαν του βοσκού μετέβησαν, κατά διαταγήν του βαλή χτίστες και νταμαριέρηδες και έχησαν καλά την πηγή για να μην την ανακαλύψουν τα άλλα χωριά και πάρουν το νερό. Και όταν οι μαστόροι με τον βοσκόν έκλεισαν καλά την πηγή και εγύριζαν στο Βελεστίνο, ετυφεκίσθην εξ’ ενέδρας έξω από το χωριό, κατά διαταγήν του Βάλη, κι έτσι δεν υπήρχε κανείς για να προδώσει το μυστικό. 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Στους Γαρόγαλιάνους είχαν βγή μια φορά, στα παληά τα χρόνια, πειραταί για ν' αρπάξουνε γυναίκες και παιδιά,σ'ένα πανηγύρι που γινότανε εκεί. Έίχαν βγή κρυφά και είχαν ανακατευτή χωρίς να τους μυριστή κανείς, με τον κόσμο του πανηγυριού. Έλαβαν μέρος μάλιστα και στον χορό, περιμένοντας να νυχτώση για να ριχτούν κατα των πανηγυριστών. Μια γρηά όμως τους κατάλαβε και θέλοντας να ειδοποιήση και τους άλλους, πιάστηκε πρώτη στο χορό. Οι χωριανοί της άμα είδαν πως θέλει να χορέψη, άρχισαν να γελούν. - Για ιδές, έλεγαν, κ ' η γριά θέλει χορό. Αυτή όμως άρχισε να χορεύη και να τραγουδάη, αδιάφορη για τα γέλια και τα πειράγματα. Για πηδάτε παλληκάρια, για χορεύτε μαυρομάτες ως που ναβγη το φεγγάρι, τα κακκάβια στο κεφάλι, τα παιδιά στην αμασχάλη κι απο δώ πάνε κι οι άλλοι! Οι χωριανοί της κατάλαβαν την αλληγορία του τραγουδιού και λίγο - λίγο όλοι έπαιρναν τις οικογένειές τους και τραβιοντουσαν απο το πανηγύρι, κι αμπαρωνόντουσαν στα σπίτια τους, προτού νυχτώση. Έτσι γλύτωσαν απ' τους κουρσάρους. Μόνον τη γρηά πρόφτασαν και σκότωσαν αυτοί για εκδίκηση. Απο το περιστατικό αυτό έχει ίσως την αρχή της και η παροιμία <Απο δώ πάν' κ' οι άλλοι>. 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • . . .
  • 14
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαροιμίες (93)Παραδόσεις (46)Συλλογέας
Άγνωστος συλλογέας (139)
Τόπος καταγραφήςΆδηλου τόπου (56)Κρήτη, Χανιά (34)Κρήτη (19)Λέσβος (8)Θεσσαλία (3)Μακεδονία (3)Ήπειρος (2)Αχαΐα, Καλάβρυτα (2)Ζάκυνθος (2)Αιτωλία, Αμβρακιά (1)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής1929 (99)1928 (6)1927 (7)1926 (8)1925 (12)1923 (1)1922 (4)1921 (1)1920 (1)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.