Αναζήτηση
Αποτελέσματα 91-100 από 737
Έφαεν gαμηλού παστουρμάς
(1951)
Έφαγε καμήλας παστουρμά...
Για τις έγκυες, όταν αργούσαν να γεννήσουν. Η καμήλα κρατάει το έμβρυο στην κοιλιά της 12 μήνες, 12 μέρες και 5 ώρες...
Για τις έγκυες, όταν αργούσαν να γεννήσουν. Η καμήλα κρατάει το έμβρυο στην κοιλιά της 12 μήνες, 12 μέρες και 5 ώρες...
Του 'νεγκώθει πολύ ο νομάτ', κατέσει πολύ
(1951)
Ο άνθρωπος που γυρίζει πολύ, μαθαίνει πολλά...
Οι πολυταξιδεμένοι είναι και πολύξεροι...
Νεγκώθω = Γυρίζω...
Οι πολυταξιδεμένοι είναι και πολύξεροι...
Νεγκώθω = Γυρίζω...
Τιζ έκουασε; Η νύφη έκουασε
(1951)
Ποιός έκλασε; Η νύφη έκλασε...
Όταν ρίχνουν όλα τα βάρη και τις κατηγορίες σ' έναν αδύνατο...
Όταν ρίχνουν όλα τα βάρη και τις κατηγορίες σ' έναν αδύνατο...
Το νερό 'ς τον Gούτσουρ' έν θεό
(1951)
Το νερό από το Φλεβάρη είναι θολό. Με τις βροχές και τις πλημμύρες που κάνει το Φλεβάρη, τα ποτάμια θολώνουν. Αλληγορικά: υπάρχει πάντα κάποιος που φταίει για ό,τι ανάποδο γίνεται...
Αvdi καρφί κρούς
(1951)
Σάν καρφί τα χτυπάς...
Σε κείνους που μιλούσαν έξω απο τα δόντια και χτυπούσαν τα λόγια τους εκεί που έπρεπε...
Πόντ.Δ.Π.αρ. 17 : Άμον καρφίν καρφών'τον λόγον ατ'...
Σε κείνους που μιλούσαν έξω απο τα δόντια και χτυπούσαν τα λόγια τους εκεί που έπρεπε...
Πόντ.Δ.Π.αρ. 17 : Άμον καρφίν καρφών'τον λόγον ατ'...
Τσάπου παρπατεί το ποτάμι, απιτσεί 'α πεις νερό
(1951)
Όπου περπατεί το ποτάμι, από κει θα πιείς νερό...
Μονάχα στους φανερούς και δραστήριους ανθρώπους πρέπει να έχουμε εμπιστοσύση...
Μονάχα στους φανερούς και δραστήριους ανθρώπους πρέπει να έχουμε εμπιστοσύση...
Ανdί κόνκα κάτσες σό ιλέσιν bάνου, κόλλτσες, αφ' τζού 'ρτες
(1951)
Σάν όρνιο έκατσες στό ψοφίμι απάνου, κόλλησες, πίσω δέν ήρθες. Σε κείνους πού όταν μυριστούνε κάπου κέρδος, κάθονται εκεί καί ξεχνούν όλα τ' άλλα...
Κρού' ένα σο πέτεγο τσ'ένα σο καρφί
(1951)
Χτύπα μιά στο πέταλο και μια στο καρφί...
Για εκείνον που μιλεί με διπλωματία...
Για εκείνον που μιλεί με διπλωματία...
Πιέσ' τον κάλη 'ς το κεκίλι
(1951)
Πιάσε το φαλακρό από τα μαλλιά...
Όταν κανείς γυρεύει να κερδίσει από κάτι που είναι μίζερο και λιγοστό...
Όταν κανείς γυρεύει να κερδίσει από κάτι που είναι μίζερο και λιγοστό...
Συρταρdεί τα δανdάρε του, τσαί τζο ψοφά
(1951)
Σφίγγει τα δόντια του και δεν ψοφά. Όταν κανείς δεν πέθαινε, ή όταν δεν τάβαζε κάτου εύκολα...