Αναζήτηση
Αποτελέσματα 121-130 από 4281
Άρπαξεν απ' άρπαξεν σουβλί σουβλί σουβλόρρριζα
(1920)
Σουβλί = μικρόν τεμάχιον εκ σιδήρου σουβλερόν (μυτερόν), όπερ μεταχειρίζονται οι υποδηματοποιοί όταν ράπτουν υποδήματα. Εννοείται μετά του ξύλου εφ΄ ου είναι στηριγμένον. Μόνον του λέγεται σουβλόρριζα
Στσι 14 του Νοέμπρη, τ΄άγιου Φιλίππου φιλεί η Πηλιά το πέλαγος κι΄ο ζευγάς την έχερη κι΄ο βοσκός την βέργαν του
Γιατί ο ζευγάς έχει πια χορτάσει τη σπορά, λίγος καιρός κι΄το χειμώνα του μένει, ο δε βοσκός είναι υποχρεωμένος να φύγη τα οζάν τον από τα βουνά και να παή στη γιαλιά, στον κάμπο να ξεχειμωνιάσουν
Καμινάδα μην καπνίση
(1892)
Ερμηνεία: Επί αδιαφορίας
Σ' έπιασα στα πράσα
(1892)
Παρεμφερής τσακώνω 1...
Ερμηνεία: Σε συνέλαβον επ' αυτοφώρω...
Ερμηνεία: Σε συνέλαβον επ' αυτοφώρω...
Λυγνά, χοντρά κάτεργα
(1917)
Μπουκαλής, 190, 1 – 5...
Παίρνει τα πιστά του
(1892)
Ερμηνεία: Υπερασπίζεται τινα...
Παρεμφερής πάρτη (τα) 1...
Παρεμφερής πάρτη (τα) 1...
Εστοίχισε ο γαμάς στεγκούνι.
(1918)
Επήρε τα όρη
(1892)
Ερμηνεία: Εις δήλωσιν ότι περιπλανάται τις ασκόπης ένεκα λύπης ή απογοητεύσεως