Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 40
Τσαγκάρης ανυπόλυτος, ράφτης ακατάραφτος
(1930)
Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι δεν ευκαιρούν να κάμουν χρήσιν εκείνων, τα οποία διανέμουν εις τους άλλους ̇ ο υποδηματοποιός και ο ράπτης, βιαζόμενοι υπό των πελατών των, δεν προφθάνουν να ράψουν τα φορέματά των και τα υποδήματά των...
Σημείωση: ακατάραφτος (ο) = ο φορών ενδύματα ξεσκισμένα και έχοντα αναγκην επιδιορθώσεως και ραφής...
Σημείωση: ακατάραφτος (ο) = ο φορών ενδύματα ξεσκισμένα και έχοντα αναγκην επιδιορθώσεως και ραφής...
Γεναίκα πολλαπάκτη τον άθρωπο ξιβκάλλει σαδ δεν εξέρει γράμματα, μαθθαίνει τότ αι ψάλλει
(1930)
Σημ. Πολλαπάκτος (ο) = κυριολεκτ. Ο συχνάκης πηγαίνων εις ξένους τόπους, ο περιηγηθείς πολλά μέρη, κοσμογύριστος και επειδή ο περιηγηθείς πολλά μέρη, ο κοσμογύριστος γνωρίζη πολλά, διότι είδε και έμαθε πολλά, η λέξις κατήντησε τα σημαίντι μεταφ...
Τον αγαπάς ξετίμαζε και τον μισάς σ αιρέτα
(1930)
Ξετίμαζε= ύβριζε
Άσπορος να μεμ μείνω, όξα εν να κλάψω το θέρος;
(1930)
Το δύσκολον και το κακόν είναι το να μη δυνηθεί τις να σπείρη. Όταν σπείρη, το θέρος είναι εύκολον να το κάμη όσον πολύ και αν είναι. Παροιμία επί περιστάσεων, καθ΄ ας επιχειρών να κάμη τι εύκολον συναντά εμπόδια και δυσκολίας, τας οποίας είναι...
Ο μάντης ρήας τζ' αγ γεννή, πάλαι μαγγές μυρίζη
(1930)
Ερμηνεία: Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι, εκ ταπεινής οικογενείας καταγόμενοι, οτιδήποτε και ανγέννουν, όσον και αν πλουτίσουν, όσα αξιώματα και αν λάβουν, διατηρούν πάντοτε κάτι μαρτυρούν των ταπεινών καταγωγών των, το τι πρότερον ήσουν, ρήγας...
Ο γάαρος ο κόντρης είδεν το στρατούριν τζ' εκρόκατσεν
(1930)
Επί των ζητούντων ν' αποφύγωσιν ενοχλητικάς δι' αυτούς αποκαλύψεις και αμηχανούντων προ τοιούτων οχληρών ανακαλύψεων επιληχίμων πράξεων και σφαλμάτων αυτών, ως ο όνος ο έχων πληγήν, επί της ράχεως φοβείται το στρατούρι, όταν βλέπη ότι πρόκειται να...
Σημαίνει κόντρης = ο έχων κόντραν, πληγήν επί μυών, κροκάθομαι = ακροκάθημαι, χαλαρώ το σώμα μου, ως να θέλω να καθίσω ψωρίς να καθίσω τελείως, κάθημαι αυτής ειπήν επί των άκρων ή των ποδιών|\Κατά Σακελλάριον, Κυπριακά, τ. 2, σελ. 802, στρατούριν το είδος σάγματος άνευ ξύλων μεταχειριζόμενον μάλιστα εκ τους πεδινούς τόπους της νήσου...
Σημαίνει κόντρης = ο έχων κόντραν, πληγήν επί μυών, κροκάθομαι = ακροκάθημαι, χαλαρώ το σώμα μου, ως να θέλω να καθίσω ψωρίς να καθίσω τελείως, κάθημαι αυτής ειπήν επί των άκρων ή των ποδιών|\Κατά Σακελλάριον, Κυπριακά, τ. 2, σελ. 802, στρατούριν το είδος σάγματος άνευ ξύλων μεταχειριζόμενον μάλιστα εκ τους πεδινούς τόπους της νήσου...