Αναζήτηση
Αποτελέσματα 591-600 από 616
Α σο σόϊν κορίτσιν κι α σο μαντρίν αγελάδι
(1940)
Από το σόϊ κορίτσι κι απ' το μαντρί γελάδα. Όπως η γελάδα του μαντριού είναι καλή, έτσι και τοκορίτσι που θα διαλεχτεί γιά γάμο νά 'ναι από γενιά, με ανατροφή καλή...
Άθρωπο θωρείς, καρδιάν 'κι γνωρίεις
(1940)
Άνθρωπο βλέπεις, καρδιά δε γνωρίζεις, Αντίθετο από το “οία η μορφή τοιάδε και η ψυχή”...
Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλη κατό δέκα
(1929)
Ερμηνεία: Η παροιμία είναι πολύ γνωστή καθώς και οι περιστάσεις που τη μεταχειριζόμαστε. Θα αναφέρουμε μονάχα τι λέει γι αυτήν και πως την επεξηγεί ο λαός....
Μια νύχτα χιμουνάτσα έτυχε να βριθή γιαλιπού με του αλιπέλι μαζί πα στ΄ς Αγιάσσουςτου β'νό. Του κρυγιώμα ήνταν μιγάλου. Μέρους να μπαραντίσιν δεν είχαν, μόνον καθόυνταν κάτου απ' ένα δέντρου τσί τρέμαν. Άξαφνα φανήτσι μια φουτιά καρσ'ί στ'ν Ανατολή. -Ά, είπε γιαλιπού, τα καταφέραμι, σουθήκαμι, τώρα θα ζισταθούμι! - Τόσον μακρυγιά, τόσον αλάργα, λέγι τ' αλιπέλι, πούνι γ-η φουτιά το 'λεγια θα ζεσταθούμι; - Μ μ μ μ, λέγη γιαλιπού, δε ΄ξαίρς σύ. Πέσι να δής τι όμορφα που είνι! Για δε γώ, ζεστάθηκααπ' τόνα του πλιβρό, τσί γύρ'σα τσί τ' άλλου. Τσι πέσαν κουντά – κουντά. Ωχχχ λέγη άξαφνα τ' αλιπέλη , τσι πιτιότι πέντι μέτρα μακρυγιά. - Τ' είνι λέγη γιαλιπού, τί έπαθις; - Να, απ' τ' φουτιά πούνι στ'ν Ανατολήτσι πυρουνόμαστι, πετάξι μίαν ασπέθα τσ' έκαψι του πουδάρι μ... 'Ωχ σα μπουνώ! ... Ώχ σα μπουνώ!... Χαμουγιλώντας τότι γιαλιπού τσι καμαρώνουντας για τ΄ξυπνάδα τ΄μωρού τς, λέγιν πούς είπι τ' μπαροιμία: Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλι κατό δέκα. Μπαράντισιν : να προφυλακτούν, να περάσουν ασφαλισμένοι , να καταφύγουν...
Μια νύχτα χιμουνάτσα έτυχε να βριθή γιαλιπού με του αλιπέλι μαζί πα στ΄ς Αγιάσσουςτου β'νό. Του κρυγιώμα ήνταν μιγάλου. Μέρους να μπαραντίσιν δεν είχαν, μόνον καθόυνταν κάτου απ' ένα δέντρου τσί τρέμαν. Άξαφνα φανήτσι μια φουτιά καρσ'ί στ'ν Ανατολή. -Ά, είπε γιαλιπού, τα καταφέραμι, σουθήκαμι, τώρα θα ζισταθούμι! - Τόσον μακρυγιά, τόσον αλάργα, λέγι τ' αλιπέλι, πούνι γ-η φουτιά το 'λεγια θα ζεσταθούμι; - Μ μ μ μ, λέγη γιαλιπού, δε ΄ξαίρς σύ. Πέσι να δής τι όμορφα που είνι! Για δε γώ, ζεστάθηκααπ' τόνα του πλιβρό, τσί γύρ'σα τσί τ' άλλου. Τσι πέσαν κουντά – κουντά. Ωχχχ λέγη άξαφνα τ' αλιπέλη , τσι πιτιότι πέντι μέτρα μακρυγιά. - Τ' είνι λέγη γιαλιπού, τί έπαθις; - Να, απ' τ' φουτιά πούνι στ'ν Ανατολήτσι πυρουνόμαστι, πετάξι μίαν ασπέθα τσ' έκαψι του πουδάρι μ... 'Ωχ σα μπουνώ! ... Ώχ σα μπουνώ!... Χαμουγιλώντας τότι γιαλιπού τσι καμαρώνουντας για τ΄ξυπνάδα τ΄μωρού τς, λέγιν πούς είπι τ' μπαροιμία: Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλι κατό δέκα. Μπαράντισιν : να προφυλακτούν, να περάσουν ασφαλισμένοι , να καταφύγουν...
Έμεινε Γιώτα μοναχή
(1908)
Κατεστράφη παντελώς
Τά έκαναν πλακάκια
(1908)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τα έκαναν πλάκα
(1908)
Απεκρύβησαν, απεσιωπήθησαν σπουδαία πράγματα
Τόχει το μάτι γαρίδα
(1908)
Η γαρίδα έχει τους οφθαλμούς προεξεχόντως
Οι νόμοι κ' οι προφήτες
(1903)
Είναι βαρειά η καλοερική
(1903)