• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) "Παράδοση ΜΒ"

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 42

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Βούτσης (ο): κακοποιόν πνεύμα . Βους : Βώδι. Μεταφ. Πνεύμα κακόν ως φόβητρα άμφιν τας μικράς παισί. Βους ένι ατού: Αυτού είναι κακοποιόν τι πνεύμα 

    Λαναράς, Κ. (1876)
  • Γάνος : Φάσμα ή νυκτερινόν επινοούμενον θεό των γραϊδίων εχίς εκφόβησιν των βρεφών, με οφθαλμούς υπλιστερούς, αναζαινόμενοι και αυτάς νυκτός ή παραγωγή των της αρχαίας “γάνος” συντόμως. 

    Μακρής, Παναγιώτης Γ. (1888)
  • Εξωτικόν . Το άλλως τελώνιον. Ευτούς παραμυθίουσ ο διάβολος. 

    Μανασσείδης, Συμεών Α. (1887)
  • Η Λανάρου (η Λανάρω) : Φάντασμα δι ‘ου απειλούν τα νήπια δια να παύσουν από του να κλαίουν. Την παριστάνουν ως γραίαν τερατωδώς άσχημον, ζαρωμένην, ατημέλητον και με τα μαλλιά της κεφαλής της ξέπλεγα. Προς νήπιον : ‘’Πάψι, θα φωνάξου τα’ Λανάρου να κατιβή από την οροφήν της οικίας να σι φάη!’’ (Η ετυμολογία της λέξεως προήλθεν εκ προσωποποιήσεως. Συνήθως εις τα χωρία τα ξάσιμον των μαλλιών είς τα... 

    Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)
  • Η μουμούτα: Φάντασμα δι ου απειλούν τα πολύ μικρά παιδιά δια να ησυχάσουν. (Λέξις πεποιημένη: μ…μ..μού!) «Πάψι μην κλαϊς, θα σε φάη η Μουμούτα! Τν αϊκοϋς, παιδί μ’, πως κάν’; Ακ’ σι: Μου..μ..ου!» Έτσι την στιγμήν αυτήν μιμείται την Μουμούτα η απειλούσα μήτηρ στρέφουσα την κεφαλήν πλαγίως και εις μικράν απόστασιν από το νήπιον. 

    Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)
  • Θα σε φάγη ο Χουλλάς (ή ο Χωλλός) : μορμολύκειον εκφοβισμού των παίδων 

    Χατζηπαναγής, Στύλιανος (1919)
  • Καουλλάς : ο χωλλός, ο ιδέ εις την α’ σ. «Συν και λέξεων» κ’ε τογ καουλλάμ’ πόρκεται να σε φάη». Φράση δι’ ης φοβίζουσι τα νήπια. Ην τη επαρχία Κυρηνείας απαντά κουλλάς, ώστι χωλλός, κουλλάς και καουλάς είναι συνώνυμα. Η λέξις απαντά εν Πιτσιλιά 

    Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918)
  • Καραδόνια : Της λέξεως χρήση ως εκφοβισμού των παίδων 

    Τσίριμπας, Δημήτριος Α.
  • Καραμούζα : Φόβητρον των μικρών παιδιών όμοιον τω Λάμια, Μούμα 

    Σάρρος, Δημήτριος Μ. (1893)
  • Μάμμ(ι) και μπαμπούλας : Λέξεις προς εκφόβισιν των νηπίων 

    Σαμίδης (1912)
  • Μάμους = Συνεμ. Μαμούνος επίνκε φόβητρον. 

    Πουλάκης, Α.
  • Μάμους φόβητρον, μυθολογούμενον τέρας εξεικονιζόμενον υπό φανταστικάς και λίαν ζωηράς παραστάσεις προς κόπιμον εκφόβισιν της ελαφράς συνειδήσεως των παιδίων εν Ατριαννα πότε καλείται μάμουλους. 

    Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ. (1892)
  • Μαρμάγκα (η), Μοργιώ. 

    Παπαγεωργίου, Σωτηρ. Π.
  • Μούτος : Φόβητρον των παιδίων = Μπάμπουρας 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Μούτος : Φόβητρον των παιδίων = Μπάμπουρας 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Μούτους (ο): φάντασμα δια του οποίου εκφοβίζουν τα παιδιά, είναι το αρσενικό του Μούτα. Πδ : «Έρχιτι ου Μούτους και θα σι φάει. Μην πας αυτόν, ήνι ο Μούτος, θα σι φάει η Μούτα.» 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)
  • Μοώμα (η): Φόβητρον των μικρών 

    Ρέκας, Β. Δ.
  • Μπάις, ο : μπαμπούλας, μορμολύκη. ''κρυφτού κι έρχετ' ο μπάις'' (προς μικρά παιδιά ατακτούντα) 

    Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)
  • Μπάμπω, Βάβω, φανταστικό όν αθλίον εξωτερικόν, φόβητρον των παιδίων, ο και Μπάβως λέγεται 

    Άγνωστος συλλογέας (1908)
  • Μπάουρας (ο) = μπαμπούλας, μορμολύκη. ''χώσου να μη σε πιάση ο μπάουρας''. 

    Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.