Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δημήτριος"
-
Τσάπου α υπά ένι α νgάθι bpόν dου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Για τους άτυχους που όλα τους έρχονται ανάποδα -
Τσάπου ά δώσει, ά βgάλει θάλι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όπου χτυπήσει, θα βγή πέτρα. Για τους άτυχους. Η μεταφορά από το σκάψιμο, όταν κανείς αντι για χώμα βρίσκει πέτρες. Ποντ. Δ. Π. αρ. 255 :Όθεν εντώκεν, τ' εμπροστά τ' λιθάρ' εξέβεν -
Τσάπου ά σηκώσουν ά θάλι, βgαίνας πό 'πουκάτου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όπου θα σηκώσουν μια πέτρα, βγαίνει από κάτου. Σ' εκείνους που ανακατώνονται σ' όλες τις ξένες δουλειές. Ποντ. Δ. Π. αρ. 275, Όποιον λιθάρ' σ' κώτς αν' ατός αφκά ευριέται -
Τσάπου παρπατεί το ποτάμι, απιτσεί 'α πεις νερό
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όπου περπατεί το ποτάμι, από κει θα πιείς νερό -
Τσάπου τζ' ομdϊέζεις 'ς τον τζαλού, βgαίν' αν 'αγός
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από το χαμόκλαδο που δεν περιμένεις, βγαίνει ένας λαγός -
Τσάπου τζο ίνεται γαπούλι η ευσή σου, μη εξούσαι σον άνεμο
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ερμηνεία: Όπου δε γίνεται δεχτή η προσευχή σου, μην προσεύχεσαι τ΄ανέμου (μάταια) -
Τσάπου τζο σπέρει, θερίζει
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όπου δε σπέρνει, θερίζει -
Τσάπου τζο σπειραίνουν σε, μη φυτρών'
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όπου δε σε σπέρνουνε μη φυτρώνεις -
Τσάπου τζο τρώ'σε, μη κνήθεσαι σον άνεμο
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Εκεί που δε σε τρώει, μην ξύνεσαι άδικα -
Τσαι να δεις, πε 'τι τζού 'δα, τσαί να 'κούσεις πε 'τι τζού 'κσα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Και να δείς, πες δεν είδα και ν΄ακούσεις, πες δεν άκουσα. -
Τσαι το μερμήντζιν bάλι έσει το ζύ' του
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Και το μυρμήγγι ακόμα έχει το βάρος του -
Τσακίσης ταυγό μέσ' τ'ν πήτα
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1902) -
Τσίπ να υπάμε ση στρώση μας τσ' ο λύκος σο τρυπίν dου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όλοι να πάμε στα κρεβάτια μας κι ο λύκος στην τρύπα του -
Τσίπ τα μελίσσε μέλιν τζο φτένουνε
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όλες οι μέλισσες μέλι δεν κάνουν -
Τσιπ τα λαχτύλε παραπάρε τζου 'νdαι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Όλα τα δάχτυλα ίσια δεν είναι -
Τσιτσιρή, καλογιαννά πουν τα πόδια σου λιανά κι η σφαή σου σαν κλωνά
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Το λέγουν για να ειρωνευθούν παιδιά ισχνά, όπως ο καλογιάννος, τον οποίον κυρίως αφορούν οι ανωτέρω στίχοι -
Τσούκα μου ματσούκα μου, στ' αρχίδια μου σι γράφω
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Ερμηνεία: Προς τινα ον περιφρονούμεν -
Τσουρούκε έργατα μη φτέν'
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ερμηνεία: Σάπιες δουλειές μην κάνεις -
Τσυλίστην dο χαριένι, τσ' ηύρεν dο χαπάχι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Εκύλησεν ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι -
Τφού κι απ' αρχής
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Η παροιμία προήλθεν εκ τούτου: Μια βουλά ένας είχι πάει για καζάντ'. Πήι κάμποσα χρόνια κι γύρσι πίσου. Ίφιρνι ίσιαμι πέντι χ'λιάδες. Καθώς γύρζι κι πάϊνι στου χουριό τ', έφτασι σ' ένα χάν'. Ικεί στάθηι για να κ'μηθή του ...