Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-16 από 16
Μην ξανοίγης τη σκιανιά σου οντό βγαίνει ο ήλιος, το μεσημέρι την ξάνοιγε άπου 'ναι κούντουρη
(1938)
Το λέω στους φαντασμένους, που φουσκώνουν για ασήμαντα και πρόσκαιρα πράγματα, σκιανιά = σκιά, κούντουρη = μικρή, κοντή
Άμα φας δρόκινα ν' αρχίσης να νυχτερεύης
(1892)
Δρόκινο = ροδάκινο...
Εβκήκεν το ροάτζινον, τζ' αρκίζει το νυχτέριν
(1940)
Συνήθως οριμάζει εις εποχήν καθ' ήν άλλοτε, οικουρούσαι αι γυναίκες, ηργάζοντο την νύκτα
Το ραδάκινο στο χέρι και η κόρη ςτο νυχτέρι
(1889)
Ερμηνεία: Επί των αρχομένων της νυχτερινής εργασίας από της ωριμάνσεως των ροδακικών, ότι αι νύκτες αυξάνουση