Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 534
Αυτός έχει δόντι
(1920)
Ισχύν, δύναμιν
Σού πόνεσε το δόντι;
(1920)
Ειρωνία. Ακώμμα
Τρίζει το δόντι
(1920)
Θα σου βάλω δόντι
(1920)
Έχει δόντι
(1920)
Ερμηνεία: Έχει δύναμη χρηματική και σωματική
Άνθρωπος με δόντι
(1920)
Άνθρωπος ικανός
Έχει δόντι
(1920)
Κάτι τον πονάει το δόντι
(1920)
Επί αδυναμίας
Του έδωκε ένα δόντι
(1920)
Του πονάει το δόντι
(1920)
Έχει ανάγκην τινός, όπερ το υστερείται