Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 16
Κόβει το δόντι του σίδερο
(1909)
Ανδρεία
Τα κόβει
(1909)
Χαρτοπαικτικώς
Με κόβει και με θερίζει μέσα
Ερμηνεία: Πεινώ
Κόβει το σπαθί του
(1907)
Δύναμις ισχυρών
Δέν του βάνει κανένας δόντι
(1920)
Η Εκείνου του ανθρώπου δεν του βάνει κανένας δόντι = δυνατός, παλληκαράς...
Όνταν σου πονή το δόντι, βγάλε το
(1909)
Αποφασιστικότης
Κόβει και ράβει η γλωσσά του
(1907)
Ευγλωτία
Του μέλει και του κόβει του μέλει και του θερίζει
(1907)
Προσποίησις αδιαφορίας
Κόβει μακρυά το μάτι του
(1907)