• Ελληνικά
    • English
  • English 
    • Ελληνικά
    • English
  • Login
Search 
  •   Homepage
  • Search
  •   Homepage
  • Search
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Search

Show Advanced FiltersHide Advanced Filters

Filters

Use filters to refine the search results.

Now showing items 1-10 of 13

  • Sort Options:
  • Relevance
  • Text Asc
  • Text Desc
  • Time Recorded Asc
  • Time Recorded Desc
  • Results Per Page:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Βάλτ' το μάνταλο στην πόρτα και κοιμήσου σαν και πρώτα 

Νεστορίδης, Κ. (1928)
Thumbnail

Έρημ' αδράχτια, σκότεινα σφοντύλια 

Νεστορίδης, Κ. (1923)
Επί γυναικών οκνηρών και βλασφημουσών τα εργαλεία
Thumbnail

Eν Μάνη οι Καλλικάντσαροι λέγονται Αρουρίται ς΄ Λυκοτσαρδοί κ’ λυκοτσάντσαρος Καλλκάντσαροι παραλείποντες τους διαφόρους τύπας της λέξεως, των παραγωγών κ αρχών αυτή, ης άλλων περί αυτή γραμάντων περτοριζόμεθα μόνόν ς΄ την σημασίαν τη Εν Μάνη λέξεις Λυκοτσαρδή. Αι λέξεις Λυκοτσαρδή κ’ Λυκοτσάντσαρη είναι σύνθετη εκ του λύκου τσαρδή-κάντσαρος. Αλλά τι σημαίνουν οι τσαρδοί κατά Τσάνταρος. Εν τη Μάνη υπάρχει η λέξη τσερδώνω, όπερ σημαίνει σκεβρώνωφ συστέλλομαι, και λέγεται επι των συστελλομένων σανίδων υπο της ζέστης. Κατά ταύτα Λυκοτσαρδή είναι ο ζαρωμένος, ο κατεσκληκής λύκος κ' ιδίως λυκοτσαρδοί λέγονται οι λυκιδές, τα λυκόπουλα κι μεταφορικά επι ανθρώπων ισχνώ. Επειδή δε ς΄ οι Καλικάντσαροι θεωρούται κ' πιστεύονται ως όντα ισχνά η Λυκοτσαρδή σημαίνει όν τι ισχνού. Αλλά και η λέξη Λυκοτσάντσαρη συμπίπτει προς των λυκοτσαρδή. Διότι το δεύτερον μέρος του Λυκοτσαντσάρου υποθέτομεν ότι σημαίνει τον κάνθαρον. Λυκοτσάντσαρος λοιπόν είναι λύκος έχων ίσως το σχήμα καθάρον ισχνού. Όπερ δε κι αν έχη το πράγμα εν Μάνη εν χρήσει υπάρχει η Ελληνικοτάτη λέξη Αρορίτης.Οι Αρορίται εμφανίζονται ς' των γών εκ και εν τη άλλη Ελλάδι κατά τα Δωδεκαήμερα, ήτοι από τη παραμονής του Χριστώ γεννήσεως μέχρι των Θεοφανείων. Πιστεύονται ότι έχουσιν όνυχας μεγάλους και κόμην μακράν. Δι αυτήν φοβούσιν αι μητέρες τα τέκνα των. Ότε των παραμονίων του Χριστού Γεννήσεως κατασκευάζουσι τελη νίδα, ίνα μη αυτά ζητώσι να φάγωσι λέγασιν ότι έρχονται ου Αρορίτες. Τας τηγανίδας κατασκευάζουσιν αι γυναίκες την νύκτα τα μεσάνυκτα, διότι αν κάμουσιν αυτά την ημέραν οι Αρορίται εκ τη σκέπης τη οικία κατοικούσιν κ' του τέντσερεν το κακκούβι. Οι Αρορίται φοβούνται την αγιαστούραν του ιερέως. Φεύγετε να φύγουμε γιατ’ έρχεται ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και τη βραχτούρα του. Έβγα μάννα μου γλυκειά μ’ένα δαύλαρο φωτιά κ’ ένα κομμάτι πίτα και φεύγατε να φύγουμε να πάμε ς΄ το Κουσκούνι γιατ’ έρχεται ο Βασίλαρας σαγ κουρεμένο γρούνι. Φοβούνται προς τούτου κ' τα μαύρα ζώα, εν ένεκα δεν πλησιάζουσιν ς' τας έχοντας τοιαύτα ή επ’ αυτών οχουμένας. Αλλαχού πιστεύουσιν ότι ο μαύρος πετεινός είναι φοβερός ς΄ του Καλικαντσάρου πιστεύουσιν έτι ότι οι απαντώντες ς' των πρόσκλησιν των αρορητών γίνονται άφωνοι. Άλλοι Αρορίται φοβούνται και το φώς. Περί τούτου διηγούνται το εξής Άνθρωπος τη εν ώρα νυκτός μετέβαινεν ς' το χωρίον. Φοβηθείς μη καθ’ οδόν καταληφθή υπο Αροριτών ανέβη εις τον ημίονον κ’ εξεπλώθη η πανωσόμαρο. Οι Αρορίται είδον τον ζώον κι πλησιάσαντος αυτό έλεγον. Να το να μελεύρι να πη τ’ άλλο μπλείρι και το πανωσόμαρο που ναι ο γάιδαρος ο νοικοκύρης; Ο χωρικός ήκανε τα ομιλία των, αλλά δεν ωμιλεί. Το ζώον επροχώρει έως ου φθάσην η την οικίαν εστάθη. Τότε ο χωρικός λαβέν θάρρος εφώναξε δυνατο προς των γυναίκατον "έβγα με τη ρούτα και μ’ ένα δαυλί φωτίαν". Ταύτα ακούσαντες οι αρορίται εγίνονται μέσως άφαντοι. Εντεύθεν όταν ακούσειν ότι έρχονται αρορίται ρίπτουσι δαυλί προς απομάκρυνσην αυτών. Πιστεύεται ότι μεταββάλονται εις Αροσίτας τα γεννώμενα κείνα τη 25 Δεκεμβρίου, ημέρα της του Χριστού γεννήσεως. Επειδή τα τοιαύτα συλλαμβάνονται εντή μέτρα τη 25 Μαρτίου τη αγία κ μεγάλα ημέρα του Ευαγγελισμού, είναι γεννήματα ανομίας κ’ ασεβείας, πιστεύουσιν ς' των μεταμόρφωσιν ταύτων. Τοιαύτη πίστις επικρατεί εν Ζακύνθου. 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Τα τελώνια εν Μάνη έχουσι ιδιότητα ή μάλλον δύνανται να διαιρεθώσιν κ τελωνία της ξηράς κ’ εις τελώνια της θαλάσσης. Τα Τελώνια της ξηράς του αέρος είνε πνεύματα, όντα φανταστά αφαιρούντα τον τε ανθρώπων. Όθεν όταν λέγωσι τον πήραν τα τελώνια εννοούσιν ότι αφηρέθη τον νοού. Κει πάς δε μωρή άνθρωπος τελώνιο καλείται υβριστικές. Φαίνεται όμως ότι και εν Μάνη επικρατεί η πίστη ότι τα τελώνια κατοικούσαν εν τω αέρα, όπου ιστάμενα ζητώσι ν’αρπάσωσι τας ψυχάς. Πόθει δε η αρχή των τελωνίων έγραψε περί τούτον ο Schenidt εν τω πολλάκις μνημονευθέντα συγγράματα (σελ. 171)Διάφορα των τελωνίων τη ξηρά είναι τη θαλάσση. Τα τελώνια ταύτα σπώσι τα σχοινιά των πλοίων, ωθούσην αυτά ευρισκόμεθα ηγκυροβολημένα εις το πέλαγος. Εάν δεν είναι εν τω πελάγει, εμποδίζουσι τα πλοία να πλεύσουν ίστανται επί τω ιστώ εις σπινθάρες. Κατά των τελευταίων των ιδιότωτα ομοτάζουσι προς τους Διοσκούρος εμφανιζομένη εις αστέρας διάττοντες ‘ς προσαλλόμενη εις τα πλοία. Θεερούντο δε ανθρώπων σωτήρ επί ξυρού ήδη εόντων. 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Παραλειποντες τα περί των διαφόρων ονομασιών εκ τη παραγωγές της λέξεως Βρικόλακες περί ών άλλοι προ ημέν έγραψεν, θα είπε μεν μόνον ότι λέγεται ή πιστεύεται εν Μάνη περί Βρυκολάκων. Ως εντή άλλη Ελλάδι ούτω εν Μάνη πιστεύεται ότι εκείνη γίνονται βρυκόλακες, όσοι διήλθον τον βίον των εν αμαρτίαι. Υπόδειξε αυτών είναι τα σώματα, τα οποία μένουν άλειωτα και ευρίσκονται κατά των ανακομιδιών εκ ετάφησαν σώα εις αβλαβή. Βρεκολακάζουσι δε κ εκείνη, οίτινες απέθενον αφορεσθέντες μη τυχόντες συγχωρήσεως. Βρεκολακιάζουσι προ τούτους εκείνη ών το λείψαναν διεσκάλισε γαλή. Αιτία τούτου είναι ότι η γαλή θεωρείται ως πονηρόν πνεύμα, ως διάβολος. Βρεκολακάζουσι δ’επίσης κ’ τα νήπια, τα οποία αποθνήσκουσιν αβάπτιστα. Πιστεύουσιν ότι κ’ οι αλλόθρησκοι κ’ Τούρκος βρεκολακιάζουσι μεταβαλλόμενος. Οι Βρεκόλακοι εξέρχονται μετα θάνατον τν μνημείων ‘ς την ημέραν συνήθη όμως κατά πάσαν ετέραν πλήν του σαββάτου, διότι τότε γίνεται λειτουργία δια τας ψυχάς και ο θεός έχει αυτής επί του τάφου. Δια τούτο τα σάββατα είναι αβλαβές ως αναφέρει κι ο Καρναφόν. Εξερχόμενος δε επισκέπτονται τους ειδικούς των πειράζοντες κι βλάπτοντες αυτούς. Συνήθως δε τρώει ότι ευρίσκωντε και τρώει ως σκύλα. Εντεύθεν κ η παροιμία λάφτει δεν τον βρεκόλακα. Ούτω λέγεται ότι Βρεκόλακας είχε την συνήθειαν να μεταβαίνη κατά πάσαν εσπέραν ‘ς την οικίαν τον κ’έτρωγε τον χυλόν ζεστόν δια των χειρών του λαμβαίνων αυτού, όν η γυναίκα του έθετε επί του λιακού. Η γυνή εννοήσανα τούτω προσεκάλεσε τους αδελφούς του, ήτινες νεκροφυλαλήσαντες συνέλαβαν αυτόν επειδή ο Βρεκόλακας τους παρακέλεσε να μη τον κακωνήσει, την διέταξαν να μεταβή ‘ς βουνού και εκεί να μένη ήσυχος χωρίς να βλάπτη μηδένα, να παίζη δε όργανον όταν διέρχεται διαβάτες. Ότι οι Βρεκολάκοι βλάπτουσι τους οικείους την καταφαίνεται εκ της κοινές παροιμίας.: <Ο βρεκόλακας τη γενειάτου κυνηγάει> Εν Κρήτη άλλοτε δε καταχανάδες, ονομάζονται οι Βρεκόλακοι ερήμουσαν ολόκληρον χώρτον. Εν Χίω πιστεύουσιν, ότι ο Βρεκόλακας εν καιρώ νυκτός κτυπά την θύραν φωνάζει ένα των οικούντων ‘ς του αρπάζει την φωνήν του εν απαντήση. Αλλά τούτο εν Μάνη αποδίδονται εις τα φαντάσματα. Κατά τον Καρναφόν ο βρεκόλακας συνέρχεται κ με την γυναίκα του κ καθιστά αυτήν έγκυον. Έκ τινός παραμυθείου του Παπαγιάννη δημοσιεθέντως εν Παρνασσώ(τομ. 16, 540 κ εξής)ο βρεκόλακας ξακλήρτασεν ολόκληρον οικογένεια ιερέως. Οι βρεκόλακοι διαμένουσι συνήθως εντόπους ερήμους ή εις κοιλάδας, ούτως εν τη κολάδι Κατσκούν, ή Χώσιαρη. Εν τω δήμω Καρνουπόλεως παρά την οδόν την άγουσαν εκ Γυθείου κ’ Αρτόπολιν εβλέπετε βρεκόλακκας περιπάτων επί τω πλιτύων του βουνώ κ’ φ΄ρουν ράβδον μεγάλην. Εξαπέστειλε δε αυτόν εκεί αρχιερεύς εξορκίας αυτόν εν τω Λιμένι της αρεπόλεως. Εν οιτύλω υπήρχε τοποθεσία λεγομένη του Βρεκολάκου, διότι επιστεύετο ότι εκεί κατώ κουν Βρεκόλακες. Εν Καβάλω ημέρας κει νυκτός επί εβδομάδα ολόκληρον Βρεκόλακας ή φάντασμα ελτθοβόλει αοράτης δύο παίδας άρρενα κ θήλιν ποιμαίνοντας κ’ ανθρώπους εάν ήσαν. Μετά τρείς λειτουργίας απηλλάγησαν του πειρασμού τούτου. Η θεά του Βρεκόλακα εμποτεί φρίκων, διότι είναι μικρός, εις μαύρον είναι κ εν τω τάφω σωμάτων. Εντεύθεν λέγεται είναι μαύρος σα βρεκόλακας ή ,μαυρίζει σα βρυκόλακας είναι δε πλήρεις μίσους. <τους βλέπεις καταλερωμένους σα βρεκολάκους άγριους>. Κατά τον Καρναφόν έχουσι και πτερά. Πολλάκις εμφανίζονται υπό την μορφήν ήν είχον ζώντες. Όταν γίνηται ανακοσμίδη, και γίνεται πάντοτε εν σαββάτω, εάν ο αποθανών ειρεθή άλυωτος, άλλοτε ερρέντιζον αυτόν οι ιερείς δε αγιασμού τώρα μεταθέτουσι κι θάπτουσιν αυτώ άλλο μέρος. Η αρχή και βάση της πίστεως εις τον βρεκόλακα ειρίσκονται εν τη άρχει ότης. Ούτως εντώ Φαίδωνι του Πλάτωνος αναγιγνώσκομεν ότι αι ψυχαί των κακών ανθρώπων προ τιμωρίαν δια την προτέραν ζώου κι σκία περιπλανένται περί τας τάφους. Κει η ψυχή των βιαίης αποθανόντων περιτοστεί την γήν , των δε ατάφων μενόντων η ψυχή περιφέρεται περί το άταφον σώμα, ως δήλον εκ τω Ομησοκιώ ποιημάτων. Είδομεν ανωτέρω ότι κατά τον Καρναφώνα Βρεκόλακοι συνέρχονται μετά των γυναικών και καθιστάσην από τας εγκύμονας, αλλά τούτο επιστεύεται κ εν τη αρχαιότητα. Ούτω το φάσμα του ήρωα αστραβάκου συνήλθε μετα τη γυναίκα του Αρίστωνος, εξ ή εγεννήθη ο Δημόφαντος. Περί άλλων ομοιοτάτων περ’ημών βρεκολάκων προς τα αρχαία φάσματα βλέπεται ο βουλόμενος του Schmidt εν τώ πολλάκις μνημονιθέντα συγγράμματα. 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Να σε φάη ο μαύρος λίλικας και του Τσιρίκου το στοιχειό. [Ερμήν : Είδος αράπ. Το Τσίρικο εν Κυνουρία παρά τον άγιον Πέτρον και το Βεργωρή εν Αραχώβη της Λακεδαιμονίας. Τοποθεσία ένθα επιστεύετο ότι υπήρχε στοιχειό.] [Σημείωση : λίλικας= είδος μικροτάτης σαύρας κυνηγούσης τας μνίας.] Να σε φάη ο μαύρος λίντσικας και το στοιχειό του Βεργωρή. (βλέπε. Ανωτέρω-αυτόθι-Αράχωβα). 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Όταν κτίζεται οικία, σφάζουσιν εις τα θεμέλια πετεινό ή αρνίον φια να στοιχειωθή στερειωθή το σπίτι. Εν Σύμη σφάζουσιν όρνιθα δια να μη αποκτήση η οικία στοιχειό. 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

‘Δράκοντα μεγέθει μέγιστον, ούπερ ούν και τον σκριγμόν επεφρίκεσαν κι την Χίον κατοικούντες. Οι Δράκοι φαίνεται ότι έχουσι και οικογενείας. Ζώσι μετά των γυναικών και τέκνων των. Η γυνή των ονομάζεται δράκισσα ή δρακόντισσα, τα τέκνα των δρακόπουλα, τα οποία ομοιάζουσι κατά την θηριωδίαν προς τους γονείς των. Ένεκα της υπερανθρώπου δυνάμεως των δράκων λέγεται και η παροιμία. Και δράκου ρίζα να χη τίποτε δεν κάνει, όπερ και αλλαχού λέγεται έχει δύναμη δράκου. Και όμως ενώ οι δράκοι τοιαύτην έχουσι δύναμην, ώχ ήττον η πονηριά των ανθρώπων καταβάλλει αυτούς. Ούτως ο σπανός εις το παραμύθιον, όπερ αναγράφει ο Λελέκος κατώρθωσε να κατανικήση τους δράκους. Αλλ εκτός του παραμυθίου τούτου και το εξής καταδεικνύει οίαν δύναμην έχει ο άνθρωπος. (Έπεται παραμύθιον το σαλόπαιδο και ο σπανός). (Χίον κατοικούντες= Αιλ. Περί Ζ 16, 39) ( Έχει δύναμη δράκου= Εν Μάνη δεν ονομάζουσι τ’ αβάπτιστα τέκνα δράκους, άλλ’ από του ονόματος του πάππου των ή της μάμμης των.) (Λελέκος= Επιδόρπιον Α σελ. 274-281) 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Υπό την λέξιν στοιχειό ή στοιχειά εννοούνται ου μόνον σι δαίμονες των τόπων, εν ου κατοικούσι και τους οποίους προστεύουσι, αλλά και πάν κακωνιόν στοιχείον. Εν Μάνη τουλάχιστον η λέξη σημαίνει τον καταστρεπτικόν δαίμονα. Ες τα στοιχειά περιλαμβάνονταν πάντα τα φαντάσματα ταύτα, τα αερικά, τα τελώνια, στ’ όφεις, οι αράπηδες, η αρπάχτρα, τα σμερδάκια κ’ ιδίως οι Δράκοι. Τα στοιχειά παρίστανται υποδιαφόρους μορφάς, αλλ’ιδίως ο όφεις. Ο όφις είναι το στοιχειό της οικίας, ο σιασυρός όφις των αρχαίων. Τοιούτος όφις ήτο έν τω ερεχθείω. Ο οικουρός όφις θεωρείται ως ευτύχημα ης δια τούτο δεν φονεύουσιν αυτόν, διότι οφόνος αυτού συνεπιφέρει τον θάνατον του μέλους της οικογενείας εντός του έτους. Οι όφεις παρίστανται εν του παραμιθι οι έχοντας πόδας κ όντες υπερμεγάθη. Κατοικούσαν ‘ς φρέοντα, και πηγάς ή ποταμούς. Οι Αράπηδες είναι κι αυτοί στοιχειά. Φυλάττουσι θησαυρός κεκρυμμένος. Περιγράφονται εν του παραμιθίου φέροντες μεγάλων ράβδον (ματσούκαν). Οι Αράπηδες επιναι το φόβητρον των μικρών παιδίων. Αι μητέρες όπες καθησυχάσωσι τα κλαίοντα παιδία των λέγουσι :< θα σε πάρη ο Αράπης’’ Έλα αράπη να το πάρης. Τοιαύτη συνήθεια ‘ς εν Αραχώβη. Επειδή εκάστη οικία πρέπει να στερεωθή να στοιχειωθεί ανάγκην να σφάξωσι πετεινόν ή αρνίον. Δια τούτο στοιχειωμένο σπίτι λέγεται το ούτω στερεωμένο. Στοιχειωμένο κυρίως καλείται εκείνο ενώ ότε εκτίζετο εφονεύθη άνθρωπος. Εντεύθεν κι ΄ς τα δημοτικά άσματα λέγονται ότι αι γέφυραι δεν θεμελιώνουνται, αν μη υπο τα θεμέλια αυτών ταφή ζώσα ψυχή. Εν του στοιχείου πρωταγωνιστούσιν οι δράκοι. Οι δράκοι φοβεροί των Καβάλων του ΔήμουΚυλοκυθέον υπάρχει τοποθεσία καλουμένη Δρακοσπηλιά. Παράταύτα υπάρχει κ’ λύχνα εκέλωμα και σπαθί λεγόμενα του Δράκου. Ίδιον των Δράκων είναι το σφυρίζειν, όπερ κ’ οι αρχαίοι επίστευον. <Σύριγμα δε δεινόν φασην ακούεσθαι τούτων (των δρακόντων). (Στοιχειά κατά τους αρχαίους είναι ουράνια σώματα θεωρούμενα τη θέσι ή δαίμονες. Εν τινι χωρίων τη λεγομένη διαθήκη του Σολομώντα τα στοιχεία σημαίνουσι τους δαίμονας. <Και εκέλευσα παρείναι ‘μοι έτερον δαιμόνα κι εισέλθησαν πνεύματα συνδεδεμένα, εύμορφα τω είδα. Κι εγώ Σολομέν ταύτα εθαύμασα και επηρώτησα λέγεν και υμείς τίνα εστέ, οι δε ομοθυμείδον έφησα μια φωνή και είπον ημείς εσμέν τα λεγόμενα στοιχεία οι κοσμοκράτορες του κόσμου τούτου απάτα.. πρβλ Schkiodt είθ’ ανωτέρω σελ. 183.) (Όφις ήτο εν τω ερυχθείων=Αριστουρ, Λυσιστ. 759. Σοφ.Φιλοκτητ. 132γ. Πρβλ. 8, 4 εν Λεξ οικουρός όφις.)(Τοιαύτη συνήθεια εν Αραχώβη= Schkiclt ενθ’ ανωτέρω σελ. 188). 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
Thumbnail

Όταν αποθνήσκωσι τα παιδιά αβάπτιστα, πιστεύεται ότι μετά βάλλονται κ' σμερδάκια, φαντάσματα ή ζώα τα οποία πνίγουνσι τα πρόβατα. 

Νεστορίδης, Κ. (1921)
  • «
  • 1
  • 2
  • »

Browse

All of the Digital RepositoryArchive & CollectionsPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitles

My Account

Login

Discover

TypeΠαραδόσεις (11)Παροιμίες (2)Collector
Νεστορίδης, Κ. (13)
Place recordedΛακωνία, Γύθειο (6)Λακωνία (5)Αρκαδία, Κυνουρία (1)Θεσσαλία (1)Time recorded1928 (1)1923 (1)1921 (11)
Contact Us | Send Feedback
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.