Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2541-2550 από 2685
Τάβαλε απίλωτα
(1939)
Φοβήθηκε πάρα πολύ. Η παροιμία, λένε, βγήκε από το εξής: Μια φορά κάποιος πήγε να κλέψη άχυρα, αλλά από το φόβο του που άκουσε να 'ρχωνται να τον πιάσουν δεν έσπρωχνε καλά τα άχυρα να βάλη πολλά το σακκί, κι έτσι έκλεψε ...
Α θες να δης την κοπελιά φωθιά τση δώσε νάψη κια θες να τήνε ξαναδής λύχνο να ξεφτυλίση κια θες να τήνε ξαναδής κουκιά να ξεματίση να κουκαλίση τα μισά και τ' άλλα να σκορπίση
(1937)
Ερμηνεία: Η κοπελιά που ξέρει να ανάφτει τη φωθιά και ξεφτυλίζει το λύχνο και ξεματίζει τα κουκιά είναι καλή νοικοκυρά
Σύρτε με κι ας κλαίω, κι αν κλαίω τί σας κάνω; Σύρτε με, μωρ', σύρτε με, πάρτε μ' και τη βελεντζούλα μου
(1940)
Το λεν γι αυτές που κάνουν πως δεν θέλουν τάχα να παντρευτούν
Καιρός για φίλου σπίτι καί να κοιλιοπονά κι η γυναίκα ντου, και να μην έχη και ψωμί και να στάσση και το σπίτι ντου
(1938)
Ερμηνεία: Το λένε όταν βρέχη πολύ και είναι και κρύο πολύ
Το ούτσι, ούτσι τέσσερεις (δηλαδή μήνες) κι η καρκατουρα πέντε και το κσυλί και το κατί εξήντα πέντε μέρες
(1939)
Τόσον καιρό εγκυμονούνε αυτά τα ζώα
Δος μου, μπάρμπα, την ψωλή σου, να γαμήσω μια γαϊδάρα. Ντα που 'ναι, μωρέ, η δική σου;. Να πα τη μαγαρίσω;
(1939)
Το λένε όταν ζητά κάποιος από άλλον κάτι, που έχει κι αυτός το ίδιο, μα δε θέλει να το μεταχειρίζεται, για να το διατηρήση πιο πολύ
Τετράδη και Παρασκευή τα νύχια σου μη κόψης. Την Κυριακή μη λούζεσαι αν θέλης να προκόψης
(1937)
Για να μην θυμώση η τύχη (προκοπή) για τον καθένα, δεν πρέπει την Τετάρτη και την Παρασκευή να κόβη τα νύχια του και να λούζεται την Κυριακή