Αναζήτηση
Αποτελέσματα 601-610 από 708
Ήρασε ο κω μου σ' όργον 'bέσου, γω τζο κατέχω τα τσαι συ κατές τα;
(1951)
Γέρασε ο κώλος μου στη δουλειά μέσα, εγώ δεν το ξέρω και συ το ξέρεις;
Το γισμάτι ήρτε σα ποράδε σου, συ άχτσες τα μο τα ποράδε σου πίσου
(1951)
Η τύχη ήρθε στα ποδάρια σου, συ την κλότσησες με τα ποδάρια σου πίσω
Σον dαρόν gορά 'α νdα βρισ', σον dαρόν gορά 'α φιλήσ' το σέρι του
(1951)
Ερμηνεία: Στους ανθρώπους συμπεριφερόμαστε ανάλογα με την ώρα και με τις περιστάσεις
Το καόν dο πρόβατο 'ς τη σουρούν dου τζο χωρίζουν dα
(1951)
Το καλό το πρόβατο από το κοπάδι του δεν το χωρίζουν
Αδά η Τζισάρα κάη τσαί σένα ο ψύος τζο δάκνει σε;
(1951)
Ερμηνεία: Σε άνθρωπο που δεν ανησυχεί απ' ότι και να γίνεται γύρω του
Ο Χριστός σο λύκον είπε dα: “Σήκω να φας τον αυτέντη σου”
(1951)
Ο Χριστός είπε στο λύκο: Σήκω να φας τον αφέντη σου
Ρώτησαν dο μερμήντζι. Το κοτσί του κουβαλαίν' ατσομbοίο βαρύ ένι; Τσ' είπεν dι: Μο το 'μον do ζυ' έν' εβδομηνdαπέντε λίτρε
(1951)
Ρώτησαν το μυρμήγγι: Ο σπόρος που κουβαλείς πόσο βαρύς είναι; Κι' είπε: Με το δικό μου το ζύγι είναι εβδομηνταπέντε λίτρες.
Το τσουφάλ' σου εν bεγάϊδι, τα ποράδε σου λίbλη, ό,τ' 'υρέφ ποιτσε
(1951)
Το κεφάλι σου είναι βρύση, τα ποδάρια σου λίμνη, ό,τι θέλεις κάμε
Έσει μήνα, ζουλεύει το χρόνο έσει χρόνο, ζουλεύει ένdεκα μήνες
(1951)
Έχει μήνα που θρέφει το χρόνο έχει χρόνο που θρέφει έντεκα μήνες. Τυχαίνει δηλαδή μήνας, που με τη δουλειά που κάνεις, ζεις ένα χρόνο τυχαίνει όμως και χρόνος, που για να τον περάσεις δουλεύεις έντεκα μήνες
Μο το στσυλλί του 'νεγκώθει ο νομάτ', ο μυτής του 'ς τα κάκε τζο γλυτώνει
(1951)
Με το σκυλί όποιος κάνει παρέα, η μύτη του από τα σκατά δε γλυτώνει