• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Τόπος καταγραφής 
  •   Αρχική σελίδα
  • Τόπος καταγραφής
  •   Αρχική σελίδα
  • Τόπος καταγραφής
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 24

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Άλλη φορά επήαινε ένας αόμματος, ο Δημήτρης Κουφεδάκης, στο Μαγγανίτη κ επαντήσαν τος εις το δρόμο Καλομοίρες. Των είπε αυτό «Καλησπέρα». Αυτές του ‘δωκαν ένα παιδί μωρό και το σήκωνε. Αυτό το παιδάκι που ήταν τόσο μικράκι του φαινότανε πως ήταν σαράντα οκάδες τα χέρια του. Λέει η μια ης αλληνής «Να του δώσωμε ένα μπάτσο;» Η άλλη της είπε «Όχι, ‘πειδής μας σηκώνει το παιδί». Του είπε άλλη φορά τη... 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Άλλη φορά επήαινε ένας παπάς στο Μαγγανίτη, εξημέρωνε μια εορτή, στο δρόμο κατεσκευάστη ένα σύννεφο ‘πο πάνω του. Ο παπάς τα μπέρδεψε κ’ άρχισε κ’ έλεε το Χερουβικό. Και άμα ‘τελείωσε το Χερουβικό εσκόρπισε αυτό το θεριό και ήτανε σάμπως εχάλα ο κόσμος. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Τ' άη Γιωργίου το σφουγγάτο

    Ένας μια φορά επαρακάλεσε τον Άϊ Γιώργη να τον βοηθήση και να του κάμη ένα σφουγγάτο (ένα πιάτο φαεί να του το πάη του πήε αυτή το σφουγγάτο. Ένας άλλος τον είδε που το 'πήε και επήγε και το 'φαε. Αλλά όταν το 'φαε η πόρτα της εκκλησίας έκλεισε και τον άφηκε μέσα. Κ' εφώναζεν αυτός “Άγιε μου Γιώργη” άνοιξε μου και ότι μου πής θα σου κάνω”. Έταξε, λέει, να του χρυσώση την εικόνα του. [Του το είπε η...
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Ένας ωνειρεύτηκε κ’επήε κ’ έσκαψε να βρή θησαυρό.Ευρήκε το θησαυρό, αλλά ήτο κάρβουνα και τα ‘πήε στο σπίτιν του κ’εκρέμασε ένα δύο στην πόρτα του σπιτιού του.΄Ένας άλλος επερνούσε κ’ μπήκε μέσα στο σπίτι και βλέπει τα χρήματα.Τον ρωτά γιατί τα έχει κρεμασμένα. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Η Γοργόνα ύπαρχε και όπου ξάνοιγε τίποτε κτίριο καλό, μεγάλο, το κατάστρεφε. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Η θεία μου, Μαρία η Παναγιώταινα, επερνούσε το μεσημέρι από την τοποθεσία πέζι (περιβολάκια). Είδε ένα μώρον ( αραπάκι) κι ανακάτωνε εκεί το θησαυρό και της ήγνεψε να πάη κοντά. Αλλά εφοβήθη κ’ έφυγε. Ήρθε και το είπε κ’ επήγαν κ’ έσκαβαν εκεί αλλά δεν ηύραν τίποτε. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Ηύρεν ο τέντζερης το καπάκι 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
    Επί αυτών που συνταυτίζονται εις τον χαρακτήρα και τους τρόπους
  • Θρέψε λύκο το χειμώνα να σε φάη το καλοκαίρι 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
    Λέγεται εις περίπτωσιν που κάνει καλόν σε κακόν άνθρωπον και του κάνει κατόπιν κακόν
  • Μάρτη, Μάρτη βροχερέ και Φλεβάρη χιονερέ ο Απρίλης ο γλυκύς έφτασε δεν είν' μακρύς 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Μάρτης γδάρτης κακός παλουκοκαύτης 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Μια άλλη γριά από τους Βρακάδες επήγαινε να μαζεύγη ελιές στου Τραπάλου. Θα ‘τανε μεσάνυχτα που σηκώθηκε. Την πιάσανε στο δρόμο οι Καλομοίρες και πόθεκεν το φυλάκι (= σακκί από δέρμα) της εκειδά. Έπεσεν εκειδά και την άλλη ημέρα πήγανε και την ευρήκανε. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Μια γρία είχε πρόβατα και όταν ήρτε ο Μάρτης στις 30 είπεν αυτή. “Στην πόμπη σου Μάρτι μου χίλια αμπάδια ( κατσίκια χωρίς κέρατα) χάραξα και χίλια μονοκέρια”. Τότε ο Μάρτης εδανείστηκε από το Φλεβάρη μια μέρα και της τα 'κάψε. Τη τελευταία μέρα του Μάρτη τη λέμε : “της γρές ο βορές”. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Μια γριά πήγαινε στον Άγι Σίδερο να ανάψη το καντήλι. Ήταν βουτημένος ο ήλιος. Και την επιάσανε οι Καλομοίρες και την επήγασι ίσα πέρα σ’ ένα βουνό και την εχορεύγανε και την ελέγασι να χορεύγη τον Καραντάνικο. Η γριά εχόρευγε όλη νύκτα, κι όταν ήταν να ξημερώση την άφηκαν. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Βάτος

    Ο Χριστός εζήτησε κρασί κι αντίς κρασί του πήγασι του καρπού του βάτου το ζουμί. Τότε του ευχήθηκε ο Χριστός να φυτρώνη κι από τη μύτη.
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Καλιτσάντεροι

    Οι Καλιτσαντέροι έλεγαν πως ήρχονταν απο τη Μύκονο κ'έκλεβαν τα χοιρινά. Ένας καλιτσάντερος μια φορά ήρθε κ'επήγε απο τον ανεφάντη κ'έβαλε το ποδάριν του να κατέβη μέσ' στο σπίτι. Ο νοικοκύρης έψηνε μια μπιζόλα στη σούβλα και την εκόλλησε στο πόδι του. Απο τότες που έφυγε αυτός καμένος έθαψαν και δεν ήρχονταν. Οι Καλιτσάντεροι ήρχονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κ'εφεύγανε την παραμονή των φώτων...
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Οι Καλομοίρες ήσαν γυναίκες με το πρόσωπό τους άσκημο. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Οι Καλομοίρες ήσαν γυναίκες με το πρόσωπό τους άσκημο. Ένας επήγε μια φορά, ο Μπουραντάς, σ’ ένα σταυροδρόμι στο βουνό για να μάθη από τις Καλομοίρες να παίζη λύρα. Οι καλομοίρες άμα ‘κουσαν της λύρας που την έπαιζε για να τη μάθη επήγαν κ’ ετοιμάσθησαν να χορεύουν. Άρχισα αυτός κ΄επαίζε τη λύρα κι άρχισαν οι Καλομοίρες κ’ εχορεύγανε. Το τραγούδι τως ήτο: Χόρευγε Μαριά και Ρήνη χόρευγε κ’ εσύ Φροσύνη... 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Σαρακήνικο το, είναι τοποθεσία στου Τραπάλου. Στο Σαρακήνικο είναι μια καμάρα(σπηλιά) και λένε πως είχε γρόσα, παράδες. Ένας ξένος μάγος επήγε στην σπηλιά αυτή να βγάλουν τα χρήματα. Άμα βαθύνανε κάτω τως είπε ο μάγος των άλλων. Ποιος έχει γερή καρδιά, διότι θα βγή ένα φίδι με τρία κεφάλια και θα τυλίγεται πάνω να τον γλύφη και να μη φοβηθή και να μη μιλήση καθόλου. Αυτός που είπε πως δε θα φοβηθή... 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Στη θέσι Μαυριάνου έχομε την εκκλησία την Ευαγγελίστρια. Παλαιά ήτονε εκεί μοναστήρι. Ατού ήτανε και παλαιό κτίριο επί Ελλήνων, δίοτι υπάρχουνε πέτρες από άλλα μέρη και κωνοκέφαλα. Εκεί οι καρβουναρέοι έβλεπαν από μακριά φως. Επήαινα κόντα και δεν έβλεπαν τίποτε. Τελευταία επήγαν κ' έσκαψαν κ' ευρήκαν την εικόνα και έγινε το μοναστηράκι. (Κωνοκέφαλα = αγκωνάρια του τοίχου). 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Στο Καμπί ( τοποθεσία δυτ. των Βρακάδων) είναι μια καμάρα (= σπηλιά) που έλεγαν οι παλιοί πως έβαναν ζώον για μάντρισμα κ’ εχανόντανε. Λένε πως η καμάρα αυτή κάτι έχει μέσα, πως να ‘χη χρυσό μέσα στοιχειωμένο. Οι παλιοί το χρυσό το ‘χώνανε και το στοιχειώνανε. Ένας έβανε ένα λουρί δέρμα και το λουρί εγίνετο φίδι. Στην κάμαρα αυτή επλάγιασα μια βραδιά και το πρωί είχε γίνει το πρόσωπο μου αλλοιώτικο.... 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.