Πλοήγηση ανά Λήμμα "ζευγάς"
Αποτελέσματα 1-14 από 14
-
Άγεννος ζευγάς, ρημιά 'σπιdιού
(1896) -
Ή ζευγάς ζευγάς ή καθάριος μυλωνάς
(1917)Εις εν επάγγελμα πρέπει τις να επιδίδεται και ουχί εις πολλά -
Θαρρούνε τα τζαμόγδαλα, θαρρού dα τζατζαρόλια, όσοι βαστού dην έχερη, όλοι ζευγάδες είναι
(1963)Λέγεται, όταν κάποιος θεωρή τον εαυτόν του ικανώτερο απ' ό,τι είναι|Βλ. και αρ. 5 -
Να 'δα 'κείνος πούχε τζι δυο 'οι κι' ήττον' ο ένας ζευγάς κι' ο άλλος τσικαλάς...
(1963)Προ διλήμματος -
Οι καλοί ζευγάδες είν' ελίοι
(1876) -
Του ζευγά το μάτι παχύνει το βούδι
(1876)