Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζήκος, Αστέριος"
-
Του γείτονα η όρνιθα σοι φαίνεται σαν πάπια
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Του νοικοκύρη το μάτι κοπριά είναι στ' αμπέλι
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τραβώ τής ελαιεάς τά βάσανα
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τρανή βούκα φάγε, τρανό λόγο μη λες
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τρείς πάχνες μιά νοτιά
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τώρα 'ς τα γεράματα μάθε γέρο γράμματα
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τώρα 'ς τα γιράματα μάθε γέρο γράμματα
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Τώρα ξύσ και πόρεψε και την πασχαλιά αλλάζεις
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φάνταγμα, το= το φάντασμα, το στοιχειό.
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φασουλ φασούλ γιομίζει το σακκούλι
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φταίει ο γάϊδαρος και δέρνεις το σαμάρι
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φτηνά τα γλύτωσε
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φύλαξέ με όταν μ' εύρης για να μ' έχης όταν θέλης
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φυτρώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Φωνάζ' ο κλέφτης να φοβηθή ο νοικοκύρης
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Χειρότερος κωφός όποιος δε θέλ ν' ακούσ'
Ζήκος, Αστέριος (1892) -
Χύν' λάδ' 'ς τ' φουτιά
Ζήκος, Αστέριος (1892)