• Μάμα γάλο 

    Μαρινάτος, Σπ.
    Ερμηνεία: Ότι εκλεκτόν προς βρώσιν αμβροσίαν, προς ένδειξιν μεγίστης μερίμνης και περιποιήσεως
  • Μιά μάμμα τζιαι μιάν χάσκα 

    Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)
    Όταν ένας σπαταλά ό,τι έχει δια μιας και μετά μένει με το στόμα ανοικτό όπως λέγει και μια άλλη παροιμία
  • Παρά η μάμα μου, κάλιο η μάνα μου 

    Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική
  • Πολλά μαμμά πολλά κακκά 

    Διαμαντάρας, Αχιλλέας
    Εκ της γλώσσης των νηπίων αι λέξεις: τροφή, σκάρ'
  • Το μάμα γάλο 

    Μαρινάτος, Σπ. (1918)
    Ερμηνεία: Σπάνιον, δαπανηρόν, πολύτιμον φαγητόν. Του κουβαλώ και τρώει το μάμα γάλο
  • Τόσον τουν φθάν' η μάμα τ' 

    Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.; Κωνσταντινίδης, Γ. (1891)
    Ερμηνεία: Τόσον του φθάνει η γνώσις του, επομένως δεν δύναται να σκεφθή ωρίμως και ομοιάζει προς παιδίον
  • Τόσον τουν φτάν' η μάμα τ' (ή η κούτρα τ') 

    Δεληγιάννης, Βασίλης
    Τόσο του φτάνει η γνώση του. Δε μπορεί να σκεφτή ώριμα και μοιάζει σαν παιδί