Πλοήγηση ανά Λήμμα "δανεικός"
Αποτελέσματα 112-131 από 171
-
Έδ δανεικά τα πίσκαλα στογ γάμον
(1931)Άμα θέλη κανείς να δηλώση πως θ' ανταποδώση τα ίσα. Η παροιμία προήλθεν από την συνήθεια πού' χουν οι χορευτές όταν χορεύουν το “ζεϊπέκκιν”, ο ένας να στέκεται και να “πισκαλίζη” (κτυπάη τις παλάμες στον άλλο που χορεύει) ... -
Θαρρείς δανεικό α το πάρεις
(1917)Επί των πληρούντων το ποτήριον ύδατος ή οίνου μέχρι χειλέων εις βαθμόν, ώστε το υγρόν να εκρέη -
Κουλλdούργκια του γάμου δανεικά
(1932)Όταν δίνης κάτι τι και το ανταποδίδουν, όπως συμβαίνει στα κουλούρια του γάμου, που όλοι παίρνουν και συγχρόνως δίνουν -
Όποιος πίνει δανεικά, δυό φορές μεθάει
(1922)Επί των μετά μόχθου αναγκαζομένων να πληρώσωσι τα δάνεια -
Πάρα πολλά τζαι δανεικά, κάλλιολ λλία τζαι δικά μας
(1940)Τα δανεικά οφείλομεν να επιστρέψωμεν, ενώ τα δικά μας διαθέτομεν χωρίς να ανησυχώμεν -
Παίρνω τ' αλεύρι δανεικό και αναποπιασμένο
(1912)Αναποπιάνω = Εν Ζαγορίω = δανείζω τινί, εν Καστορία = παραπαίρνω, επιτιμώ