Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Καλαϊσάκης, Γ. Ι."
-
Βάζει του κουζουλού τη χέρα να βγάλη (sic) τον καβρό από τη τρύπα
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Βάνει κ' η κοσκινού τον άντρα τση με τσοι πραματευτάδες
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Βοηθά σ' ο τόπος, Διγενή, και βγαίνεις ανδρειωμένος
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Βρωμεί δε βρωμεί το δαχτύλι σου, δικό σου είναι
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γαιδάρου πόδας στο νερό, θέλ' ας πιή, θέλ' ας ψοφήση
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γενού προφήτης, και πάρε τα μισά
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γη παπάς παπάς, γη ζευγάς ζευγάς
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Για τσοι κουζουλούς διαβάτες είναι τα πουλιά τσοι στράτες
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γροίκα πολλά και λέγε λίγα
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γροίκα τυρί και φούσκωνε μαλάκα
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γύρευε πολλά να βρης λίγα
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γυναίκα πάρε από γενέ και σκυλί από μιτάτο
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930) -
Γυρίζει, γυρίζει το στάρι, πάλι στο μύλο πάει
Καλαϊσάκης, Γ. Ι. (1930)