Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Δρακίδης, Γεράσιμος Δ."
-
Βάλλ' αλεύριν εις τη σκάφη και πολλούς σταυρούς μη κάμης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βάλλ' αλεύριν εις τη σκάφη και πολλούς σταυρούς μη κάμνης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937)Από παραμύθι -
Βάλλει ο ουρανός τα ρούχα του, και τα δικά μου που 'ν' τα
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βάλλει ο ουρανός τα ρούχα του, και τα δικά μου πουν' τα
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βάλλει τους σκύλλους στ' αλώνι
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βάλλει τους σκύλλους στ' αλώνι
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βάστα πόνο για 'μορφιά
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βάστα πόνο για 'μορφιά
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βαθειά βαθειά ξελίσγωνε κι αναργια αναργια σπέρνε
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βαθυά βαθυά ξελίσγωνε κι αναργια αναργια σπέρνε
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917)Ξελίσγωνε = ανασκαπτε -
Βαρειά εφάνην τον ερίφην η καλογερική
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βαρειά εφάνην τον ερίφην η καλογερική
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βασιλικό μολύβι δε βουλά
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917)Ερμηνεία: Επί των σπουδαίων των μη αποβαλλόντων την αξίαν των -
Βασιλικό μολύβι δε βουλλά
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βασιλικό στο 'φτί και κασίδα στη(γ) κορφή
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βασιλικός ορισμός, οργή Θεού
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βασιλικός ορισμός, οργή Θεού
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βαφτίζω μυρώνω κι' άν ζήση έζησε, ειδε μή στ' ανάθεμα που τόχει
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Βαφτίζω μυρώνω κι' αν εζήση έζησε, ει δε μη στ' ανάθθεμα που τώχει
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Βήχα καί συνάχι χαρά στόν οπού τά 'χει!
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917)