Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Γόνιος, Α."
-
Βάλ' του ρίγανη να μη μυρίση
Γόνιος, Α. (1882) -
Βάνει σίζανα
Γόνιος, Α. (1880)Ερμηνεία: διαβάλλει. Μεταφ. εκ του ζιζάνιου, το εν τω σίτω φυόμενον βλαβερόν χόρτον, ούτω και ο μεταξύ των ανθρώπων πονηρός και διάβολος άνθρωπος -
Βγήκε το στυλιάρ' από το λόγγο.
Γόνιος, Α. (1921) -
Βουνό με βουνό δεν ανταμώνεται
Γόνιος, Α. (1882)Ερμηνεία: Ως ακίνητα, ενώ οι άνθρωποι δένονται,αν και μακράν΄όντας, να ενταμωθώσι πολλάκις -
Γάιδαρος βαστάει σαμάρι, περβατεί και δεν το νιώθει
Γόνιος, Α. (1879) -
Γάμος χωρίς τραγούδια και λύπ' χωρίς κλιάματα δεν είναι
Γόνιος, Α. (1879) -
Γαμπρόν και νύφη έχασα, τα δυο παιδιά μου τα 'χω
Γόνιος, Α. (1879) -
Γαμπρόν σ' έχω, πολύχρονον δε δε κάνω
Γόνιος, Α. (1879) -
Γαμπρός υγιός δε γίνεται κ' η νύφη θυγατέρα
Γόνιος, Α. (1879) -
Γένεια, γένεια τρών τα ψάρια
Γόνιος, Α. (1880) -
Γένεια, γένεια τρών τα ψάρια
Γόνιος, Α. (1879) -
Για της καλής τα ρόϊδα
Γόνιος, Α. (1879) -
Για τουτο τρώει το φίδι για να πονέση
Γόνιος, Α. (1882)Ερμηνεία: Επί των δικαιως λυπουμένων δι' απώλειαν προσώπου ή πράγματος -
Γιάννινα χωριό, Λάρ(ι)σσα κουτσοχώρι, Κόν – τσα κασαπάς
Γόνιος, Α. (1876)Ερμηνεία: Λέγουσιν οι Κονιτσιώται κομπάζοντες ότι εισί κάτοικοι πόλεως -
Γιάννινα χωριό, Λάρ(ι)σσα κουτσοχώρι, Κόν – τσα κασαπάς
Γόνιος, Α. (1879) -
Γλέπετε μάτια ή να σας βγάλω;
Γόνιος, Α. (1882) -
Γλυκόστομος και πικράντερος
Γόνιος, Α. (1879)Ερμηνεία: Επί των άλλα λεγόντων τοις χείλεσι και άλλα εχόντων εν τη καρδιά -
Γλυκόστομος και φαρμασόνος
Γόνιος, Α. (1879)Ερμηνεία: Επί των άλλα λεγόντων τοις χείλεσι και άλλα εχόντων εν τη καρδιά