Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Γρέζος, Τριαντάφυλλος"
-
Βάζ' (ή: βάλν' ) κ' η κοσκνού τον άντρα τς με τους πραματευτάδες
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Βάλ' το λύκο να φυλάξ' τα πρόβατα
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915)Ερμηνεία: Μωρόν είναι να τάξη τις επιστάτην και διαχειριστήν της περιουσίας του άνθρωπου πλεονέκτην και άρπαγα -
Βάρ' τα πάλι να τ' αρμέξωμε
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915)Ερμηνεία: Λέγεται κατά των επαναλαμβανόντων τα αυτά ή κατά των αξιούντων επανάληψιν των αυτών υπό την προς ους διαλέγοντα. Η παροιμία αυτή έχει την αρχήν ως δύναται τις να εικάση εκ ποιμενικήν έριδα. Γνωστόν είναι ότι όταν ... -
Βαφτίζω και μυρώνω, άρα ζήσ' κι μη ζήσ'
Γρέζος, ΤριαντάφυλλοςΣτο διάολο να πάει. Επί των σπονδή λεγόντων και πραττόνταν -
Βοή λαού φωνή Θεού
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915)Ερμηνεία: Τιμωρείται υπό της θείας δικαιοσύνης πας ο κινών καθ' εαυτού το μίσος και την κατακραυγήν των υπ' αυτού αδικημένων -
Βρώμκα ψάρια, καλά παζάρια
Γρέζος, Τριαντάφυλλος -
Γαμειέται σαν τ' σκύλα
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915) -
Γέννσεν ο λύκος στο κατώγ' τ'
Γρέζος, ΤριαντάφυλλοςΥπεβλήθη εις μεγάλας δη πόνας, πολλάς θυσίας υπέστη -
Γι' αυτό το σ'τάρ' είναι σκασμένο, έσκασ' 'που τ' βρίζα
Γρέζος, ΤριαντάφυλλοςΣυνοδεύεται από κείμενο... -
Για τις αλυσίδες
Γρέζος, Τριαντάφυλλος -
Γινάτιασιν ο διάλος κι' έκοψε 'ν' (την) παλειά τ'
Γρέζος, ΤριαντάφυλλοςΠρος τους οργιζομένους και φωνασκούντας σκεπτικής, (δηλαδή το πέος) -
Γκυλ γκυλ ο τέντσουρος βρήκε το καπάκι
Γρέζος, Τριαντάφυλλος (1915)Ερμηνεία: Όμοιος όμοιο αεί πελάζειν