Browsing by Collector "Βλάχος, Σπ. Δ."
Now showing items 22-41 of 104
-
Γαμπρό και νύφη χάσαμε σηκώτε να χορέψουμε
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Σημαίνει: Λέγεται ότι γραίδιον απολέσαν γαμβρόν και νύμφην των ιδίων του τέκνων και θεωρούν αυτούς ως ξένους έλεγε τ' ανωτέρω -
Δε μ' αφήνει κ' η χολή μου
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Δε με μέλλει η χολή μου
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Δε μπορεί να δείρη τον γάϊδαρο και δέρνει το σαμάρι του
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Τοις δι' αδυναμίαν άλλοις αντ' άλλων τιμωρούσι -
Δε(ν) με μέλλει του κυρούμου έχω και του πεθερού μου
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Δόσμα του χεριού σώσμα της ψυχής
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Ανάλογος τή αρχαία “δώρα και θεούς πείθει και αιδοίους βασιλήας” -
Έκατσ' η πομπή 'ς το δρόμο και περιγελά τους διαβάτας
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Προς τους επί των άλλων τα εαυτών ελαττώματα επιρρίπτοντας -
Έναι κώλος και βρακί
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Έτσι τα΄φέρνουν οι καιροί κ΄οι σημερνοί οι χρόνοι να παίζ΄ ο λύκος με τ΄αρνί κι΄ο κούκκος με τ΄αηδόνι
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Ότι ο χρόνος ενίστε πολλά τα ασυμβίβαστα φέρει -
Εγώ το σκύλο το λεγα κι' ο σκύλος την ουρά του
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Προς τους επιτάττοντας ανθρώπους μη υπακούοντας αυτοίς -
Είπ' ο γάιδαρος το πετεινό ψωλάτο
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Είπανε το τρελλό να χέση και κείνος ξεκωλώθηκε
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894) -
Επίσκοπε του Δαμαλά ούτε γνώση είχες ούτε μυαλά τα μικρά δεν ήθελες τα μεγάλα γύρευες τράβα το χειρόμυλο κούνα και το δαίμονα
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία : Δια τους περιφρονούντας τα μικρά υποπίπτοντας δε εις δυστυχίας -
Εσύ κόρη Μ'κάθεσαι κι΄ο πετεινός σου βράζει
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Επί των εν αγνοία καταλαλούντων -
Ζη κ' η κάτα, ζη κι ο σκύλος, ζη κι ο ποντικός στη τρύπα
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Ότι πάντες ζώσι, διάφορος όμως ο της βιωτής τρόπος -
Ζήσε, μαύρε, να φάς τριφύλλι και το Μα και τον Απρίλη
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Τοις εις ταις απολωλότας ελπίδας δίδουσι -
Η γλυκειά γλώσσα βγάζει το φίδι απ' τη τρύπα
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)Ερμηνεία: Ότι αγαθόν ή ευπροσηγορία -
Η όρνιθα σκαλίζοντας σκαλίζοντας έβγαλε το μάτι της και ξανασκαλίζοντας έβγαλε και τ' άλλο τοις
Βλάχος, Σπ. Δ. (1894)