Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Καρολίδης, Π. Κ."
-
Νάχα τατά σο σπίτι μου ερχούτον, νάχα μάνα γουργούρι στο στόμα είχα
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Ο Θεός θωρεί τόργο, για θωρεί τι ποίκει
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Ο λύκος, σαμού γηράση, ένι του σκυλού παιγνίδι
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Τζυλίσθη το κούχι, ηύρεντι το σκέπι
Καρολίδης, Π. Κ. (1885)Τζυλίσθη το κούχι= Εκυλίσθη ο τεντζερές -
Το κάλικο τ' ορνίθι, βρίσκει το κόρικο το λαχτόρι
Καρολίδης, Π. Κ. (1885)Ορνίθι – η κνυώδης, η λεπρώσα όρνις, λαχτόρι = τον τυφλόν αλέκτορα -
Το μαύρο το σκυλίν, τ' άσπρο το σκυλίν, νούλλα ένι σκυλί
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Το μελίσσι που βγήκε τζε το τρυπί κατέχει τα
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Το νηστικό τ' ορνίθι σον ύπνο θωρεί τζεχρί
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Το πικρό το μελιτζάνι, το κρύο τζο παίρνει το
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Του πόδι η κοτζίστρα το πουλίν τζο ψυφά
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Του σκυλού το ποδάρι σο θάλι τζο πονεί
Καρολίδης, Π. Κ. (1885) -
Του τα τρώγει με κατέχει τα, του τα χαρτζεύει κατέχει τα
Καρολίδης, Π. Κ. (1885)Χαρτζεύει = Δαπανεί εν ου δέοντα