Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 28-47 από 47
-
Παστρικός σαν της κόττας τα πόδια
Παστρεύω = ρήμα σμάω, καθαρίζω, πάστρα (η) = καθαριότης, παστρικός = καθάριος, ειρωνικός = κακός, αχρείιος, και άλλα κοσμιτικά επίθετα -
Σταυρωτής
(1924) -
Στειλιάρη αξεφλούδιστο είναι
(1924) -
Στοιχειό (το) νυκτερινόν φάντασμα.
(1924)