Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν."
-
δερνομοίρης= ο έχων σκαιάν την μοίραν, κακομοίρης και δηλ΄. Δερνομοίρα και δερνοκακομοίρα.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Δηγός (οδηγός). Παρά τω λαώ υπάρχει η πρόληψης ότι ο ποιμήν ο άξωνθείς ν' αποκτέιαι 1000 ζώα, αποπτά μυστικόν τινα θεόν ως σύμμαχον εις την εργασίαν του. Ούτος, όσις είναι ο δηγός, διαφυλάττει του λυκκου το ποίμνειον απο παντός κινδύνου, ο δε πνεμήν μεγάλης ανακουφίζεται.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Δίπορτο τόχω
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Έχω δύο καταφύγια, ώστε απελαυνόμενος εκ του ενός καταφεύγω εις το έτερον. Δίπορτο σημ. κυρίως σπίτι έχον δύο θήρας -
Δικέμπρης, δίκιο σπόρο στη γη
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Δικέμπρης=Δεκέμβριος. Ο λαός νομίζει ο Δικέμπρης γίνεται εκ του δίκαιος -
Δράκος=φείδι μέγα και τεθηριωμένον. Άλλοτε σημ. Γίγαντα, ή κύκλωπα, τουτέστιν τεθηριωμένον άνθρωπον.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Έλα και σύ κοπρίτη – που δα την αφήσω 'γώ την Κρήτη!
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Κοπρίτης= σπουργίτης, στρουθίου. Έκ του κόπρος η αναζητών την τροφήν του εις μέρη πλήρη ακαθαρσιών των αυλών και των στάβλων -
Έχ' ασπάλαθος αθό; Έχ' η πέδικα αυγό. Έχ' ασπάλαθος λουβί; Έχ' η πέρδικα πουλί
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1892)Σημείωση: Λουβί = η θήκη, εν η εμπεριέχονται οι σπόροι πολλών φυτών, ιδίως των κναμων -
Έχε το και ποτέ να μη σου χρειαστή
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Εβατσίστηκ' ο λαγός τα σταφύλια
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Σημείωση: Εβατσίστηκε = έμαθεν, βατσίζομαι= γλυκαίνομαι, εθίζω -
Είντα τσου και παρατσού; τ' άσπρα μου' δωκα για σου
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Εις τινα μέρη αι μεγάλαι γυναίκες λέγονται Αμαζόνες.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Ελάδωσε
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1890)Σημείωση: Σημαίνει “το έκοψε λάσπη” και ίσως να παρέμεινε εκ τινος άλλης αγνώστου νυν σημαινούσης το ταχέως και απαρατηρήτως αποδράν. Την εικασίαν ταύτην ενισχύει η λέξις λάδα ήτις είναι το όνομα ωκυποδός τινος Λάκωνος ...