Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Δρακίδης, Γεράσιμος Δ."
-
Λί(γ)α ήταν τα παιδιά της γρηάς κι' εγέννησε κι' ο γέρος
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Λύκο γιατί είν' ο λαιμός σου χοντρός; Γιατί κάμνω της δουλειές μου 'πατός μου
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Λύκο γιατί είνε ο λαιμός σου χοντρός; Γιατί κάμνω της δουλειές μου πατός μου
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μάρτης γδάρτης και κακός παλλουκοκαύτης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Μάρτης κλαψιάρης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μάρτης κλαψιάρης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Μάρτης – Μας, κοντά ν' το θέρος
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μάρτης, Μας κοντά 'ν' το θέρος
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Μάτια που δε θωριούνται ογλήγορα πολησμονούνται
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Μάτια που δε θωριούνται, ογλήγορα 'πολησμονιούνται
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μαγιού φωτιά δε μ' έκαψε, μη(δ)ή Αούστου λάβρα
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μαθημένον είν' τ' αρνί, να κουρεύγεται το Μα
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μαθημένον είνι ταρνί να κουρεύκεται το(μ) Μα'
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Μακρυά που τη μανίκα μου,κι' ας ειν' στης αδερφής μου.
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μαλλώνει με τα ρούχα του
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Μαλλώνει με τα ρούχα του
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917) -
Με 'δικό σου, φαε πιε, κι αλισφερίσι μη(γ) κάμης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Με 'δικό σου, φαε πιε, με ξένον πραμματέψου
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1937) -
Με δικό σου φαε πιε κι αλισφερίσι μη(γ) κάμης
Δρακίδης, Γεράσιμος Δ. (1917)