Πλοήγηση ανά Λήμμα "δανεικός"
Αποτελέσματα 65-84 από 171
-
Δανεικά κι' ανούστρεφα
(1963)Λέγεται, όταν δανείζεται κανείς κάτι και δεν το επιστρέφει. Π.χ. “Ό,τι δανειστ' ευτή είναι δανεικό κι' ανούστρεφο” -
Δανεικά κι' ανυπόστρεφα
(1876) -
Δανεικά νι του γείτονα και κάκια μη του πιάνεις
(1889)Ερμηνεία : Επί των οφειλούντων μη οργίζεσθαι, διότι πρέπει να επιστρέφωσι τα δανειζόμενα -
Δανεικά ξυώντ' οι γαϊδάροι
(1915) -
Δανεικά ρούχα ζεστά δε πιάννα
(1873) -
Δανεικά τα παξιμάδια
(1937) -
Δανεικά τζ' αγύριστα
(1940) -
Δανεικά τζ' ανεμόστροφα
Ερμηνεία : ανεμόστροφος = ο έχων επιφάνειαν ακανόνιστον, μη ομαλήν ∙ παν σώμα, το φυσίον, τιθέμενον επί ομαλής επιφανείας, δεν εφαρμόζεται, αλλά το εν άκρον είναι ανασηκωμένον και όταν χαμηλώσεις τούτο, ανυψούται το έτερον. ... -
Δανεικά τσ' αγύρζιστα
(1943)