Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Γόνιος, Α."
-
Το ξύλο έχ' δυο άκρες
Γόνιος, Α. (1885) -
Το ολίγο μαραζώνει, το πολύ φουσκώνει, το δίκιο θεραπεύει
Γόνιος, Α. (1879)Ερμηνεία: Παν μέτρον άριστον -
Το Πάσχα να είχα να 'τρωγα κι απόπασχα φορούσα
Γόνιος, Α. (1879) -
Το πολύ το Κύριε ελέησον, βαρεί και τον Θεού
Γόνιος, Α. (1879) -
Το πρόσωπο του ανθρώπ' είναι σπαθί
Γόνιος, Α. (1879) -
Το πρώϊμο το πουλί, αν δεν πετάξη, περπατεί
Γόνιος, Α. (1882) -
Το ψάρ' βρωμάει από το κεφάλ'
Γόνιος, Α. (1885) -
Τό μέσα τής ελιάς καί τό όξω τής κάχτας
Γόνιος, Α. (1879) -
Τον άνθρωπο δέρουν τα λόγια και το γάϊδαρο το ξύλο
Γόνιος, Α. (1884) -
Τον ακάλεστο τον βαν' στον πάτο
Γόνιος, Α. (1885) -
Τον αράπη κι αν λευκάνης το σαπούνι σου το χάνεις
Γόνιος, Α. (1879)Ερμηνεία: Επί των δυσκόλως μεταβαλλομένων φύσεων -
Τον έπιασα με τα χέρια μου
Γόνιος, Α. (1881)Ερμηνεία: Επί προσώπων κ' πραγμάτων μη χρήζοντος αποδείξεως -
Τον έπιασε το δ'κό του
Γόνιος, Α. (1879) -
Τον έφαε η γλώσσα
Γόνιος, Α. (1880)Ερμηνεία: Όταν τις πάσχει από γλωσσολογίαν δεν δύναται να κρατήση την γλώσσαν του να φυλάξη μυστικόν -
Τον έφαε ως το κόκκαλο
Γόνιος, Α. (1881)Ερμηνεία: Επί εκείνων οίτινες δια της κολακείας ή δι άλλου τινός μέσου καταβροχθίζουσι την περιουσία τινος -
Τον τρώει η γλώσσα
Γόνιος, Α. (1880)Ερμηνεία: Όταν τις πάσχει από γλωσσολογίαν δεν δύναται να κρατήση την γλώσσαν του να φυλάξη μυστικόν