Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος"
-
Εκρεμάσαν του τα κουτάλια
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΔηλαδή εις τον λαιμόν, εκ βραδύνοντα να έλθη εις το γεύμα, τελειώσαν πλέον -
Εν τω άμα 'ς το θαύμα
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Επήγαμε να πούμε κ' είπαν μας
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Ετίναξε τα πέταλα
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Ετίναξε τα πέταλα
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΕρμηνεία: Ειρωνικώς και χλευαστικώς επί αποθανόντος = εψόφησε -
Ζέννει σαν επτά σκύλλους
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΕνταύθα υπονοείται σκύλλους ψόφιους ήτοι απόγει όσον επτά πτώματα κυνών -
Ζήσε μαύρε μου να φας το(μ) Μα τριφύλλι
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΕρμηνεία: Μη βασανίζου με τας κενάς υποσχέσεις άλλου -
Ζήσε, Μαύρε μου να φας το μ Μα τριφύλλι
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΜη βουκαλέζου με κενάς υποσχέσεις -
Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχ' και κόκκαλα τσακίζ'
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Η νύφφη ό,τι πάρη 'που παστού
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΟ γαμπρός εκείνη μόνον την προίκα λαμβάνει όση έχει δοθή προ την είσοδου εις την παστάδα -
Η νύφφη που σ΄κιάν γεννηθή που τα πεθθερικά πέρνει
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Η νύφφη που σ΄κιάν γεννηθή που το κατώφλιο πέρνει
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΕρμηνεία: Εξομοιούται και εξοικειούται με τα σφάλματα των πενθερών ή οικείων αυτής -
Η πορδή του αρρώστου πάει στου γιατρού τα γένεια
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΚατά τον αείμνηστον Αφεντουλην “Το ευοίωνον της υγείας σάλπισμα” -
Η σκύλλα που τηβ βίαν της, γεννά τα κουλούκια της στραβά
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος -
Η σκύλλα πού την βιά της κάμνει (ή γεννά) τα κουλούκια της στραβά
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΠάν ό,τι γίνεται βεβιασμένως και μετ' αλόγου σπουδής, γίνεται ατελές -
Ήμπαν οι χοίροι μας στου πασά τ' αλώνι
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΑντί οι χοίροι σου, έγινες τόσον προπέτης και θρασύς ώστε ν' αφήσης τους χοίρους σου να βόσκουν ακόμη και εις το αλώνι του πασά, επήρες πολύ θάρρος -
Ηύγεν του τού θεριστή κι ας θέχτη κι ας κοιμάται
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΆλογος ευφημία ήτοι εκτήσατο φήμην καλού θεριστού ενώ είναι οκνηρός -
Ηύρεν το στο βουνό και θέλει το και ξυρισμένο
Κωνσταντινίδης, ΘεόδωροςΕρμηνεία: Περί τίνος αναξίως και ακόπως απολαυόντος τι και εν τούτοις μη μένοντος ευχαριστημένου