Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Σαμίδης"
-
Κουκκί κουκκί γεμίζει το σακκί
Σαμίδης (1912)Ερμηνεία: Το ολίγον ολονέν συλλεγόμενον πολύ καθίσταται -
Κώλο δέρνεις κώλ' αφήνεις πάλι κωλαρέτσικος είναι
Σαμίδης (1912) -
Κωφός τόπος που τ' ακούει
Σαμίδης (1912)Ερμηνεία: Ταύτα επιπροσάπτει ο διηγούμενος απευκταίον τι, διότι επιστεύε το, όπως και πιστευέται ότι έκααστος τόπος έχει και το στοιχείο να είναι κωφό να μη ακούση το απευκταίον και βάλη αυτό πάλιν εις ενέργειαν. -
Μ' ότι δάσκαλο καθήσης τέτοια γράμματα θα μάθης
Σαμίδης (1912) -
Μάης άβρεχος τρυγητός χαρούμενος
Σαμίδης (1912) -
Μάμμ(ι) και μπαμπούλας : Λέξεις προς εκφόβισιν των νηπίων
Σαμίδης (1912) -
Μάνισε ο τουμπανάρης έσπασε το τούμπανό του
Σαμίδης (1912)Ερμηνεία: Δια τον πείσμονα, όστις εκ πείσματος προξενεί ζημίαν τινα εις εαυτόν -
Μάρτης γδάρτης παλουκοκάφτης και κοφρινιδοτινάχτης
Σαμίδης (1912)Ερμηνεία: Γδάρτης, διότι υπό το ψύχους ψοφά (θανατώνει) τα γαϊδούρια και το μεσημέρι εκ της μεγάλης ζέστης τα βρωμά και τα γδέρνουν. Παλουκοκάφτης, διότι τελειώνουν τα ξύλα του χωρικού και καίουσι τα παλούκια (πασσάλους) ... -
Μαγάρας = 0 πηστιθίμενος υπόγειος τόπος με θησαυρός
Σαμίδης (1905) -
Μαθημένο ναι τ' αρνί να κουρεύηται τον Μάη
Σαμίδης (1912) -
Μαλλιάζει η γλώσσα μου να σε συμβουλεύω
Σαμίδης (1912)Ερμηνεία: Δια τον μη ωφελούμενον εκ των συμβουλών -
Μαλλιαρός, η , ον, μυθολογούμενον στοιχειό παρά τας δεισιδαίμοσι.
Σαμίδης (1912) -
Μαλώνομε γειτόνισσα; Και εγώ 'ς τα νύχια στέκω
Σαμίδης (1912)