Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 1-19 από 19
-
Κααρακώθην do σπίτι του. Εκαρακώθεν τ' οσπτίτ΄ν ατ' .
(1951)Μανταλώθηκε το σπίτι του. Για κεείνον που έπαθε συφορά η έχασε τους δικούς του. -
Μη λες το σίρι σόν dόστη σου. Α νάρτη αν dαρός α εμώσει άσυρο το πόστι σου.
(1951)Μη λες το μυστικό στο φίλο σου. Θα έρθει ένας καιρός που θα γεμίσει μ' άχερο το τομάρι σου. Εμπιστοσύνη να μην έχει κανείς ούτε στους φίλους του. Κάποτε μπορεί να μαλώσει μαζί τους και να του κάμουν μεγάλο κακό. Με άχερο ... -
Οι νομάτοι ζένουν σάμου τρών dα σταφύλε, οι ναίτσες ζένουν σαμού 'θίζουν dα τζίτζιφα.
(1951)Οι άντρες ανάβουν όταν τρώνε τα σταφύλια, οι γυναίκες ανάβουν όταν ανθίζουν τα τζίτζιφα. -
Σ το σπίτι μου πασχά τζο πορώ να ιρεχατλανdήσω.
(1951)Από το σπίτι μου αλλού δεν μπορώ να ξεκουραστώ. -
Σο χρόνο α φορά τρώ το τουκάνι
(1951)Στο χρόνο μιά φορά τρώει το δοκάνι. Τουκάνι είναι μία σανίδα κυρτή σα σκάφη, που έχει κάτω της δόντια από σκληρόπετρες. Δένεται πίσω από τ' άλογο, όπως η σβάρνα κι αλωνίζει. Οι πέτρες τρίβουν τ' άχερο και ξεχωρίζουν το ... -
Τα κάμι ζενεχάτι εν ο ταμbουράς μάθε τα, τσαί κρέμασ' τα σ' α γωνία
(1951)Η πιο δύσκολη τέχνη είν' ο τάμπουρας. Μάθε τον και κρέμαστ' τον σε μια γωνιά. Ο άνθρωπος πρέπει χωρις άλλο να ξέρει μια τέχνη στην ζωή του, οποιαδήποτε, για ώρα ανάγκης. -
Τα πέσου το κόμμα σάμ' έν' εμωσμένο, έχω πουά τόστοι. σαμ' 'α νdα γριτσήσουν του έν bεζό, κανείς τζο ρωτά με.
(1957)Τόστης=φίλος. Το μέσα κελλάρι σαν είναι γεμάτο, έχω πολλούς φίλους. σα θα το γρικήσουν πως είναι αδειανό, κανείς δε με ρωτάει. -
Το ρουσί σο ρουσίν bάνου ίνεται, το σπίτι σο σπίτιν bάνου τζο ίνεται.
(1951)Το βουνό πάνω στο βουνό γίνεται, το σπίτι πάνω στο σπίτι δε γίνεται. Δύο οικογένειες στο ίδιο σπίτι δε μποορούν να συγκατοικήσουν. Τόλεγαν πιο πολύ για τ' αδέρφια, όταν παντρεύονταν κι έπρεπε να χωρίσουν. -
Το σπίτι μας εν' στενούκκο, άμα η τσοιλία μας ενι μεγάλο.
(1951)Το σπίτι μας είναι στενόχωρο, μα η κοιλιά μας είναι μεγάλη. Τόλογαν οι φτωχές νοικοκυρές στους μουσαφιραίους τους, για δείξουν πως είναι φιλόξενες. Η τσοιλία εδώ έχει την έννοια της καρδιάς. -
Το σταφύλι, φότεζ εν' σταφύλι, γρεύει πενενdάβου τσαι φτάνει.
(1951)Το σταφύλι που 'ναι σταφύλι, κοιτάζει το 'να τ' άλλο κι ωριμάζει. -
Το τ'αζόν dο βdόκκο το νερό κρατεί τα κρούσκο.
(1951)Ταζός= Καινούργιος Το καινούργιο σταμνί κρατεί κρύο το νερό. Το βdόκκο ή ΄βdόκκα ήταν στάμνα για νερό από ξύλο κέδρου. Μοσχοβολούσε, κι όπως ήταν δουλεμένη, κρατούσε κρύο το νερό. -
Του dόστη σου 'γάπα τα μό τα χούε του.
(1951)Τόστης=φίλος Το φίλο σου αγάπα τον με τα ελαττώματά του -
Του τόστη ο πελάς έν' 'ς του τουσμάνου πολύ.
(1951)Του φίλου ο μπελάς είναι περισσότερος από του εχτρού.