Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3901-3920 από 142579
Ονόματα διαβόλου
Ο Αναθεμάτον και Αναθεμάτος. Ο Τρικέρης. Τρισκατάρατος. Ο Διάτανος. Ο Οξαποδώ. Ο Σαϊτάνης. Ο Τζεϊμένης. Ο Σκατογένης. Ο Λυκοφαωμένος. Ο Δαίμονας. Ο Γιούδας. Ο Σκιαριώτης.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Ένας παπάς με την παπαδιά του εκοιμούντανε όξω στο χωράφι, κοντά στο δρόμο. Είχαν πρόβατα και για να μη βγουν στο καλλιεργημένο μέρος να κάμουν ζημιά έπεσαν εκεί (=επλάγιασαν) να τα φυλάξουν. Περασμένα μεσάνυχτα ακούει ο παπάς ένα θόρυβο και σηκώθη και είδε ένα κόσμο πολύ με τα παιγνίδια και είχανε μαζί και μια νύφη. Και λέει ο παπάς στην παπαδιά. «Να φύγωμε από ‘δω γιατί περνά το κιρβάνι.»
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Για το μάτι
Όταν ο σοφός Σολομών έχτιζε την Αγίαν Σιών εκαθίσανε οι εργάτες να φάνε. Ένας εργάτης έδωσε μίαν ελιά στο δαίμονα να τη φάη. Ο δαίμονας επέταξε το κούκουτσο της ελιάς κ’ επήε στο μάτι ενός εργάτη και του το ‘βγαλε. Ο σοφός Σολομών τότε έπιασε αυτόν τον δαίμονα, του έβγαλε το μάτι και το ‘βαλε στον εργάτη που του ‘χε βγάλει ο δαίμονας το μάτι. Από τη γενιά αυτή του εργάτη, που επήρε το μάτι του διαβόλου...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Περίδρομος, ο = ο Διάβολος.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Πως ευρέθηκε το μάτι
Ο σοφός Σολομών όταν έχτιζε την Σιών είχε ένα πρωτομάστορα. Μια μέρα που ετρώγανε κι οι άλλοι μαστόροι ήτανε εκεί ο εξαποΐτης (=ο σατανάς). Οι μαστόροι ετρώγανε ελιές και ψωμί. Ήταν εκεί και οι εξαποΐτες , που φαινότανε σαν άνθρωποι κ’ εζητούσανε κι αυτοί ελιές και ψωμί. Την είπεν ο Σολομώς τω μαστόρω να μην των δώσουν φαητό αυτωνώ,διότι δεν τρώνε. Ο αρχιμάστορας έδωσε μιανού σατανά ελιές και ψωμί....
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Τα φαντάγματα ή τζίνια
Εκτός από τους βρυκόλακες πιστεύουν πως τη νύχτα βγαίνουν και φαντάγματα ή τζίνια, τα οποία παρουσιάζονται στους ανθρώπους με διάφορες μορφές ζώων, γάτας, σκύλου, κατσικιού κ.λ.π. και πολλές φορές σαν αέρας κάμνοντας διάφορες ενέργειες. Κινεί διάφορα αντικείμενα, σκορπίζει τη φωτιά απ’ το τζάκι κ.λ.π. Πιστεύεται πως τα τζίνια πηγαίνουν στους στάβλους καβαλικεύουν τα ζώα, πλέκουν τις ουρές και τα «τσιαμπάδια»...
Αδαμίδης, Αλέξανδρος Κ.
(
1962
)
Δαιμονίζομαι (αδρ. ηδαιμονίστηκα)= υπό δαίμονος ελαύνομαι. Δαιμόνιο, το= κακοποιόν πνεύμα: «δαιμόνιο τον ήδικε» = τον επείραξε ο διάβολος.
Βογιατζίδης, Ι. Κ.
(
1920
)
Τα δαιμονικά όντα γυρίζουν το μεσημέρι και τα μεσάνυχτα.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Μέσα στην τρύπα του σπηλαίου του Σεντόνη μπήκε μια νύχτα ένας κλέφτης. Βαστούσε μαζύ του ένα κλεμένο πρόβατο και τον ακολουθούσαν δυο σκύλοι. Σαν μπήκε στο σπήλαιο, έσφαξε το ζώο, το έγδαρε, άναψε φωτιά κι άρχισε να το ψένη στη σούβλα. Σε λίγη ώρα όμως, να και βγαίνει από της σπηλιάς το βάθος ένα παιδάκι ολόγυμνο. Σιμώνει στη φωτιά να ζεσταθή κι αρχίζει να κουβεντιάζη με τον κλέφτη. – Ποιος είσαι,...
Άγνωστος συλλογέας
(
1930
)
διάτανος, ο διάβολος, σατανάς (λέγεται αντί του “διάβολος”, ως και μακραπέδος και μακρανάνας)
Άγνωστος συλλογέας
Έκραξ' ο κούκλης, ερωτούν οι δαίμονες και διασκορπίζονται από τας συνάξεις των. Σημ. Κούκλης= μαγικόν όνομα του πετεινού (ίσως εκ του χρώματος).
Κονδυλάκης, Ιωάννης Δ.
Όταν κράξη μεσονύχτι ο πετεινός, δεν πρέπει να βγαίνη κανείς έξω απ' το σπίτι του, γιατί εκείνη την ώρα τριγυρνάει ο Τρισκατάρατος με τις Καλές Κυράδες.
Άγνωστος συλλογέας
(
1929
)
Πυργιόβολος (ο)= διάβολος, πειρασμός (Σύμη). Εν Λειβησίω ζαπηταχτός. Εν όφει γαθημάς (ίσως εκ του αναθεματισμένος.)
Εαρινός, Γεώργιος
(
1895
)
Δημουνουπειράξη= σκάνδαλον, πειρασμός (Αδριαν.)
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
(
1894
)
Φαραγγίτες: δαίμονες, ως διαμένοντες εις φάραγγας. (πρβλ. Να σε πάρουν οι φαραγγίτες.)
Λουλάκις, Γ.
Λένε πως μια φορά ένας δίκαιος άνθρωπος έβλεπε κάποιον κλέφτη, εκεί που έτρωγε ένα κλεμένο αρνί. Στη ράχι του, στον δεξιό του ώμο, καθότανε ένας κόρακας, που ήταν βέβαια ο Σατανάς. Και όταν πήγαινε να βάλη το κρέας στο στόμα του ο κλέφτης, ο κόρακας του το άρπαζε και το κατάπινε, χωρίς ο κλέφτης να το καταλάβη. Γι’ αυτό, όπως είπαμε, οι κλέφτες είνε αχόρταγοι και άπληστοι.
Άγνωστος συλλογέας
(
1930
)
φαράγγι= φάραγξ βαθειά κ σκοτεινή εντός της οποίας πιστεύουσιν ότι ενδιατρίβουσιν οι δαίμονες. Πρβλ. Και την κατάρα: “να σε πάρη ο δαίμονας του φαραγγιού!”
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1888
)
Ένας ψαράς ήτο αφ' τον Εμπορειό και μια μέρα συνεννοήθηκε μ' έναν άλλον 'ά πα' να ψαρέψουν μπιζόβολο αυτοί οι δυο ήσαν σύντεκνοι και αφ' την ώρα που 'χασι πη πήε πιο μπροστά ο οξωποδύτης και τον πήρε μαζί του για το ψάρεμα, ύστερα πή'ε ο πραγματικός σύντεκνος και (δ)εν ηύρε κα'ένα. Πή'ε λοιπόν ο ψαράς με τον οξωποδύτη μαζί έβγαλε ο ψαράς τα ψάρια ετρώεν τα ο οξωποδύτης συνέχεια αυτό γινόταν τότε ο...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Σκατοένης (ο)= (σκατογένης) Διάβολος (υβριστικώς). Ταπέδιος (ο)= Διάβολος (“ο έξω απ' εδώ” παρεφθαλμένον).
Χρηστοβασίλης, Χρ.
(
1919
)
Δαιμονισμένος, η, ο= Δαιμονιζόμενος.
Κονδυλάκης, Ιωάννης Δ.
(
1919
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση