Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3741-3760 από 142579
Η κυρά με το φουσάτο!
(Φόβισμα για τα παιδιά. Φάε το φαΐ σου μην έρτη η κυρά με το φουσάτο). Τη φανταζόντανε σαν αρπάχτρα, ντυμένη στ’ άσπρα, που περπατάει τις νύχτες. (Επηγαίνανε κάτι γυναίκες νύχτα να πάνε για νερό και χτύπησε τση γειτόνισσας να πάνε για νερό στην Καμάρα είδε τη γειτόνισσα να βγαίνη και την πήρε από πίσω, αλλά στο δρόμο ανακάλυψε πως δεν ήταν η γειτόνισσα αλλά η κυρά με το φουσάτο. Της μίλαγε και δεν...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Αφαντασία, φαντασία, φαντασιά= η υπερηφάνεια προς δε αφαντασιά ή φαντασιά καλείται η φωνή ην ακούει τις καθήμενος ή κοιμώμενος καλούσαι αυτόν ονομαστί χωρίς να βλέπη τα ταύτην (την αφαντασίαν) προσωποποιούσα η κοινή αντίληψις θεωρεί γυναικών ευειδέστατην ομοιαύσως προς την άλλαις υπό των κοινών λεγομένων “Καλότυχη, η ανεραΐδα).
Πολίτης, Νικ.
Στην τοποθεσία Ταρλά πήγε ο παπούς μου να ποτήση τα λάχανα. Αφού έβαλε το νερό σε πολλά αυλάκια νύχτα που ήταν αυτός κάθησε στην άκρη στη γωνία στη απουλταριά να περάση η ώρα είδε ένα σαν άνθρωπος αέρας που πέρασε από μπροστά του. Περιμένει να του μιλήση γιατί νόμισε πως ήταν ο dραγάτης ο νεροφύλακας. Δεν του μίλησε αυτός. Τότε σηκώθηκε ο παππούς μου και τον κοιτάζει. Τον κοιτάζει και αυτός βαδίζε....
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Έφυγα βράδυ και πήγαινα να πάω στην στρούγκα να δώσω ψωμί να φάνε οι τσοπαναραίοι. Επερνούσα από τα πλατάνια που είναι κοντά στην εκκλησία. Εκεί δεν είχε ποτέ μα ούτε και τώρα νεκροταφείο. Όπως περπατούσα είδα ξαπλωμένον μπροστά μου ανάσκελα ένα νεκρό άνθρωπο και εγύρισα πίσω τρομαγμένος και πήγα στην γιαγιά μου και δεν πήγα στην στρούγκα. Την άλλην ημέραν επήγαμε εκεί και δεν είδαμε τίποτα.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Στη Ροδιανή πήγαινε ένα φάντασμα εκεί που γεννούν οι κόττες. Αράδιαζε τα αυγά μύτη με μύτη. Μετά έδενε τις ουρές απότά άλογα στους σταύλους και τις έκανε κόμπους. Μετά αράδιαζε τα ψωμιά. Μετά σηκώδησαν νύχτα πήραν μια κουλούρα με μέλι επάνω την άβαλαν σ' ένα σταυροδρόμι και λένε άντε μπράτιμε πάμε να φύγης ακολούθα. Ο άνθρωπος γυρνούσε πίσω από άλλον δρόμον.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Ένα φως παρουσιαζόταν να περπατή χωρίς σκιά, χωρίς τίποτε. Πολλοί τόχοννε δη να περπατή. Κι εξαναγκαστήκανε να στήσουνε ηκονίσματα στις 4 γωνιές του χωριού (το Σπαρτοχώρι είναι σκιασμένο και φτιάνουνε κονίσματα γύρω). Αυτό περβατεί στη γης. Είναι μια λάμψη χιλιάδες οργιές απάνου. Επαρουσιαζότανε στην εξοχή. (Το 'χοννε δη και στο Κατωμέρι). (Ήτανε και κατεργαραίοι. Επαρουσιαστήκανε δυο με σεντόνια...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1958
)
ησκιάζω -όμαι, ησκιώνω -όμαι= πλην της συνήθους σημασίας λέγεται προς τούτους επί των ορνίθων και των ανθρώπων όταν καταλαμβάνωνται υπό μεταδοτικού και αποθνήσκουσιν αλληλοδιαδόχως οίουν ο άνθρωπος ησκιώθηκε.
Πολίτης, Νικ.
Έρχομαν με τα πόδια. Είχα αφίσει τα πρόβατα. Με τα πόδια και συνάντησα ένα μικρό πράγμα μαύρο σαν γατί. Ήταν πίσω μου περίπου τα τριάντα μέτρα. Σταματούσα γω σταματούσε κι αυτό. Προχωρούσα γω έρχονταν και αυτό. Μετά σκύβω κάτω παίρνω μια πέτρα δε φεύγει σταματάει. Μετά το σφίξα λίγο να γύγω. Μόλις έφθασα σε υψωματάκι σταμάτησα να ξεκουραστώ και κοιταξα πίσω μου να δω αν έρχεται. Μετά μόλις κοίταξα...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Στη Λουτριανή λένε πως βγαίνουν φαντάσματα. Ο γέρω ο Σαΐττης και ένας Φίλιππας Σέρβος (έχουν πεθάνει) αυτοί πηγαίνανε κυνήγι κ' εκεί στη Λουτριανή ελέγανε πως τη νύχτα ακούανε όργανα.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
αφάντασμα= φάντασμα, φάσμα τεθνέπτος
Δένδιας, Μιχαήλ, Α.
(
1917
)
Το φάντασμα της Θωμά Καραπάνοβας
Κάθε Σάββατο βράδυ στη ράχη που είναι κοντά στη Γλούστα, βγαίνει η Θωμά Καραπάνοβα. Ακούγονται γουργιατά κι ύστερα βγαίνουν φλόγες που πότε ανάβουν και πότε σβήνουν. Εκεί είχε σφάξει την Θωμέσια ο άντρας της ο Θωμά Καραπάνος.
Ιωαννίδης, Κωνσταντίνος Θ.
(
1963
)
Φαντάσματα
Οι πεθαμένοι παντού. Εάν πειράξης το φάντασμα με το χέρι, ξηραίνεται το χέρι, εάν με το πόδι, το πόδι κ.ο.κ. Συμβαίνει δε να περνούν δυο μαζί από κάπου π.χ. από το νεκροταφείο και ο ένας να βλέπη το φάντασμα, ο δε άλλος να μην το βλέπη.
Ράγκος, Ιωάννης
(
1939
)
Ο βρικόλακας στις Κανάλλες
Στις Κανάλλες, ποιος κοιτάει να περάση μόλις λαλήσουν οι πέτοι τα μεσάνυχτα. Πέρασε κάποτε ο Σπυρογκενές και άκουσε ένα βουγγητό και είδε φλόγες μεγάλες. Του κόπηκε η χολή κι αν δεν γύριζε πίσω θα τον έτρωε το φίδι 'κείνο το βράδυ.
Ιωαννίδης, Κωνσταντίνος Θ.
(
1963
)
Μια φορά ένας είδενε εκεί κοdά στο ιερό της εκκλησίας (του τιμίου σταυρού) ένα κόκκινο άθρωπο με νύχια και με dόδια. Ερρωστήσενε κ' επέθανενε από 'κείνο.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Όταν αργούσαμε τη νύχτα να έρθουμε στο σπίτι ακούγαμε ένα χτύπο στα κεραμίδια του σπιτιού μου. Ήταν κάτι πάνω και ροποτούσε. Αυτό παθαίναμε κάθε φορά που μέναμε έξω. Ήτανε το κακό που ερχότανε από πίσω μας και δεν έμπαινε στο σπίτι γιατί μέσα είχαμε αναμένη φωτιά. [ροποτούσε= κτυπούσε]
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Φαντάσματα
Στις Φράκι τον ποταμόν βγαίνει το Κάργαρον του μεσημεριού ένα τσικουράκιν και χτυπά τακ – τακ και πελεκά πέτρες μονάχον του κι οποίον πιτύχη κοντά, πετά κι άμα του (χτυπήση και κάμνη πληγήν, εγ γιαίνει πολλές. [Φράκι= τοποθεσία Σιδερούντος (Φραγή – φραγμοί), κάργαρον= μεσα στην όψι του μεσημεριού]
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Ο Καλοστράτης
Δια τους υπνοβάτας λέγεται ότι όταν έβγουν έξω την νύκτα, ενώ εκοιμώντο, τους παίρνει “ο καλοστράτης” που είναι άνθρωπος – φάντασμα και τους οδηγεί σε απόμερα μέρη. Οι υπνοβάται αυτοί λέγονται “Αλαφροστοιχειώτες”. Δι' αυτό και αι μητέρες δεν αφίνουν τα παιδιά τους να βγουν έξω την νύκτα όταν εξυπνίσουν. Δεν υπάρχουν εξορκισμοί δι' αυτήν την περίπτωσιν.
Ζάρακας, Νικόλαος Α.
(
1958
)
Φαντάσματα
Φαντάσματα παρουσιάζονται τη νύκτα όταν κανείς περνά σε μέρη ασύχναστα και απόμερα ή όπου συμβή φόνος ή κάτι παρόμοιον.
Μερεμέτη, Δήμητρα
(
1953
)
Λένε πως όλα τα σπίτια έχουνε ήσκιο. Αυτός είναι ο ήσκιος του σπιτιού και δεν πειράζει. Η μάννα μου μας έλεγε πως ο ήσκιος του σπιτιού μας παρουσιάστηκε μια φορά στον ύπνο της σαν εύζωνας.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
Στοιχειά λέγαμε στα παλιά χρόνια τα φαντάσματα.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1958
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση