Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 2621-2640 από 142579
Aφουρισμέν' ράχ. Σ'αυτήν δεν είνι να πάς νύχτα, γιάτ παρουσι'αζουντι αγιρκά πράματα. Μπουρεί να πάθ ου άνθρουπους δίχους να καταλάβ την ώρ'αυτή. Θέλ' φουτγιά παρουσιαστή, θέλ' γ'ναίκις ευρισθούν ώστι ξαρμάτουτος ου άνθρουπους μπουρεί να πάθ πουλλά. Όπους έπαθι ου Βασίλ'ς ου Ντιλέζους. Άν περιπτώσ' δε βρίσκουνταν ου τσουπανόσκ'λους να γαυγίσ', πλέον αυτός σωτηρία δεν είχι. Κι δηυτέραν απουχήν ου Νικάλαους...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Προλήψεις τινές εν Πάπιγκω
“Άμ’ απιράης απού λάκκουν (ρύακα) κι σι φουνάξ’ κάνας στ’ όνουμά σ’, να μην απουλουηθής (αποκριθής) γιατί σ’ παίρν’ οι τζίνις (ή άλλως: οι σαϊταναραίοι) τα’λαλιά κι βουβαίνισι". "Οι τζίνις φέρν γύρα ‘ς τς λάκκ τα Τρίτις, του σαραντάημιρου και τα δουδικάημιρα". "Δεγ κάν’ τα λούζουντι τα δουδικάημιρα, μ’ Παρασ’κιυή, τ’ αηλαζάρ’ κι τ’ αηθουδώρ’, γιατί παθαίν’ν απού πουνουκέφαλου. Κατά π’ λέν "Κόρη λούσκι...
Αναγνωστόπουλος, Γ.
(
1916
)
Βιστιρίζω-βιστιρισμένος=ο πσοσβαλλόμενος και επειρεαζόμενος υπό πνεύματος ακαθάρτου. (κτρ=προστριβόμενος εκ σκληρόν τι πράγμα αλγώ 'ς πάρχω κάκωσιν)
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος
Τελώνειο ή τελώνια=σατανικά πνεύματα
Λουπασάκης, Στυλιανός Εμμ.
Ντεσμένος=ο λαβωμένος απο ξωτικά
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Ασβολωμένος = ο βεβλαμμένος και ιδίως υπό αοράτου τινός ενεργείας τω θεώ, οποίος αι Έμπουσαι και αι Αρπνιαι των αρχαίων.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1888
)
Μπλάζω=συναντώ κατα τύχην''Τον έμπλαξαν απόξω''=είναι μπλατισμένος=λαβωμένος απο ξωτικά.Εις την φράσιν ταύτην πρόκειται περί γνωστής κακής συναντήσεως μετά δαιμονίου. Μπλατισμένος=λαβωμένος (πληγωμένος απο αερικού). Το αυτό λέγεται εις την Αιτωλίαν μπλουτισμένος και ντεσμένος.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Η Κυριακή φαντασία έθεσε τους δαίμονας και σατανάδες εις τα βουνά και τα λαγκάδια, απαράλλακτα όπως η Ελληνική φαντασία έθεσε τας νύμφας εκ τους δρυμούς και τας νηρηίδας εις τους ποταμούς και τας λίμνας.
Ερωτόκριτος, Ιωάννης
(
1930
)
Αήσκιωτος = απτι, ουχί καλής όψεως και μορφής.
Παπανδρέου, Γεώργιος
(
1918
)
Βαρειοήσκιωτος: έχει βαρυά ίσκιο : δεν τον ζυγώνεις εύκολα.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Κενταυρώνω=πλήσσω ανιάτως επί δαίμονων, ζών πονηρών πνευμάτων, άλλως αγερικών, ως επί φαιτώνεων εν τω αέρι. Ταύτα πλήσσονας ναός εκ τα έρημα μέρη, ακτάς, νεκροτημένα μεταβαίνοντας ιδίες κατα τας μεσημερινάς θερινάς ώρας, το πλήγμα δε ταύτο, μέλαν σημείον επί του δέρματος, ιδέες των ποδών και ο ευγώτηρον των χηρών καλείται ματσουκκέα (εκ την μον. ματσούκκα=βαφανά ραύβδος, πορύνη)
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Ξηραμένη=νύμφη των ποταμών, Δημουνουπαρμένος=υπό δαίμονο; παρμένος, Ξουτ'κο=φάντασμα, Στ'χειο=στοιχείον της φύσεως
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1902
)
Γιορτόπιασμα = υβριστικώς λέγεται περίτιως όστις υποτίθεται ότι συνελήφθη εν εορτή. Γραμμένο ως γραφτό = πεπρωμένον.
Τσικόπουλος, Ι.
(
1912
)
Αήσκιωτος =μη έχουνα καλών σκιών, όψιν
Παπανδρέου, Γεώργιος
(
1918
)
Ησκιαμένος (σκιερός)εφ'ού επέδρασε κακοποιός δαίμων ήσκιος,σκιά. Ήσκιαμα =(σκιάσις),επίδρασις κακοποιού σκιάς Ήσκιος (κοντά το ήλιος)=ανθρώπου ειποθανόντος σκιά, δαίμονος σκιά κακοποιούσα τους εντιγχάνοντας ''με βρίσκει στο στενό ένας ήσκιος και απ'όπου πήαινα να περάσω όλα μπροστά μου βρισκόντανε.
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Ντσ'ίζω=εγγίζω,ψαύω το παθ. Ντσίζουμαι σημ.ενοχλούμαι υπο του δαίμονος δηλ. Πλησιάζει ούτος και ζένει τον άνθρωπον, όστις εκ της προσεγγίσεως και ζεύσεως αισθενεί βαρέως. Ως ''αλώ σως εν' ντσ' ισμένος ο άρρωστος'' ''εντσ'ίστηκει Ο Γιάννης''. -Εν τοιαύτη περιπτώσει οι συγγενείς του ντσ'ισμένου προστρέχουσιν εις τους μάγους. Ουσιαστικόν : ''το ντσίσμαν''.
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Ασβολωμένος = ο βεβλαμμένος και ιδίως υπό αοράτου τινός ενεργείας τω θεώ, οποίος αι Έμπουσαι και αι Αρπνιαι των αρχαίων.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1888
)
Τα ξωτερικά=φαντάσματα, αίτινα όμως δεν εισέρχονται εις αλώνια.
Βογιατζίδης, Ι. Κ.
(
1918
)
Γκυλλόνω ρ.κεντώ επί ακάνθως, συνηθέτσερον όμως εις την σημασίαν του προσβάλλεσθαι και πλήττεσαθαι τοπο νηρηίδων και κακοποιών πνευμάτων οπότε επέρχεται παράζυσις μύλου, τινολί ή επιζηψία κτλ. φρ. Είναι γλυζωμένος.
Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος
Ανταίνω, πέφτω σε δαιμονική επήρεια. (όταν έχη κανείς πονοκέφαλο ή τον πονεί το μάτι του νομίζουν δηλ άνταισε.
Τριανταφυλλίδης, Μανώλης
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση