Toggle navigation
Ελληνικά
English
English
Ελληνικά
English
Login
Toggle navigation
Recent submissions
Homepage
Recent submissions
Homepage
Recent submissions
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Recent submissions
Now showing items 1-20 of 140396
Τ’ αλών’ του Μέγκα. Στ’ αλών’ του Μέγκα χορεύαν οι Καλότυχες.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Όταν πήγαινε το Γρίβα στο Μεσολόγγι, του στρώσανε στ’ αμπάρι να κοιμηθή. Ο παπούλης είπε: Ήθελα να δω το σπαθί του Γρίβα! Ο Γρίβας αργότερα το θυμήθηκε. Εκάλεσε τον καπιτάνιο. Τι εζήτησες να δης; Ετράβηξε το σπαθί τάχα άγριος και το είδε. Είχε δοντάκια μικρά, σα δρεπάνι, γιαταγάνι.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1958
)
Ο γέρο Γιώργης Πενέσης ή Γούβης μας τραγούδησε πολλά παλιά τραγούδια, τα οποία ηχογραφήθησαν και εγράφησαν στο Α! τετράδιο (αριθ. Χειρ. 2214). Συνέχεια μας είπε και την ιστορία της οικογενειάς του. Όπως ακριβώς τα ενθυμείται και τα λέγει ο ίδιος: Όλη μου τη ζωή την πέρασα ως αγρότης και τσιοπάνης. Στα 97 – 98 με το Γιώργη το Πρίτζιπα, που ήταν του ναυτικού αρμοστής, δικητής, πήγαμε στην Κρήτη. Πήγαμε...
Δημητρόπουλος, Γρηγόριος
(
1956
)
Άγιος Γεώργιος Βουνού
Ευρίσκει τα χαμένα. Κάποιος έχασε την κουνιά στα χόρτα. Έψαξε επί πολύ και δεν την ευρίσκει. Προσεύχεται και τάζεται στον Άγιο μα άψη τα κανδήλια του. Ευθύς η κουνιά ευρέθη μπροστά του
Κοκολιού, Λ.
(
1961
)
Μίνια άλλ’, κάποιος Κ’νής (Κουνής) είχι ένα πιδί ούλο – ούλο. Κι αυτός ήταν στην Πόλ’. Πααίνουν κλέφτες την ημέρα. Είχανι κούλιες, γδένεται, τυλίγει το παιδί τς και το ρίχν’ στο βόθρο. Που είν’ η γυναίκα. Έφ΄γε. Πάει στου Δομοκό. Γλύτωσι τον πιδί, αλλά αμέσως πήρε δώδικα άντρες, τουφέκια κι έφ’γε για το Δομοκό. Άφ΄κε την περιουσία τς κι επήγε στην Πόλ’. (Για να μη τς πάρν’ αιχμάλωτο το πιδί). Πήγι...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Καλαμάκια τα: ακτή. Εκεί ευρέθη η γυναίκα υπό του Μαυρομιχάλη, κατά την εκεί παράδοσιν. Άλλη παράδοσις είναι ότι ευρέθη εις Άλυκα (βλ. ανωτέρω σελ. 87). Κρυβέdυς, ο: Σπήλαιον εις το οποίον κατά την παράδοσιν προσήγγισεν ένα ξένον πλοίον και αφήκε την γυναίκα, την οποίαν εύρε κατόπιν ο Μαυρομιχάλης και έφυγε με αυτήν εις την Αρεόπολιν (Τσίμοβα).
Βαγιακάκος, Δικαίος Β.
(
1938
)
Η Παναγία η Καψοδεματούσα
Την 2 Ιουλίου, η εκκλησία εορτάζει την εν Βλαχέρναις κατάθεσιν της εσθήτος της Θεοτόκου και διατάσσει αργίαν. Την ημέραν εκείνην σ’ ένα χωργιό, επειδή επαράγειναν τα στάργια και είχαν και ανάγκην ψωμιού, εθέριζαν και αλώνιζαν. Η Παναγία τιμωρούσα την ασέβειαν, έκαψε θα θερισθέντα δεμάτια και δια τούτο ωνομάσθη Καψοδεματούσα και οι χωρικοί δεν εργάζονται έκτοτε.
Κορύλλος, Χρήστος Π.
(
1910
)
Ήτανε μία γυναίκα εις το χωριό Κότα. Εκείνος ο οποίος υπέφερε από μάγια, επήγαινε εις αυτήν ένα σημάδι του, τρία κομμάτια μολύβι και ένα μήλο. Τότε η γυναίκα έβαζε νερό μέσα σ΄ένα πιάτο και έλυωνε στη φωτιά το μολύβι. Το μολύβι αυτό το έρριχνε μέσα στο πιάτο με το νερό δια να πήξη. Αν το μολύβι επάγωνε οδοντωτά, δεν είχε νικηθεί ακόμη ο εχθρός και έπρεπε να ξαναλυωθή, αν όμως εγίνετο το μολύβι λείον,...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Ύψωμα στου Μπεργάκη. Πέθανε ένας Μπεργάκης (ξένος) που κατοικούσε εκεί. Τον σκότωσαν. Κλέφτης ήτανε. Είχε βαφτίσει τη γιαγιά μου, κι εκείνη του πήγαινε πάντα ψωμί. Κλέφτης αυτός. Τους Τούρκους τους είχε μέσα στο σπίτι (η γιαγιά μου). (Χωροφύλακες) Τούρκους και στους κλέφτες εκρεμούσε το ψωμί από τα παράθυρα με τριχιά. (Μήπως ήταν Πύργος, Πυργάκι; Λέει: Όχι)
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Ένας γέροντας ασκήτευε στο Φερμέκουλο. (το νησάκι). Ένα καΐκι εδώθενε επήε στο μέρος αυτό και τόνε βρήκανε. – Καλημέρα γέρο! – Καλώς τα παιδιά! Και είπε «Κύριε, μη μ’ ελεήσης! – Όχι έτσι, γέροντα. – Πως παιδιά μου; Κύριελέησόν με. – Μωρέ να ‘μια 100 χρονών και να μην το ξέρω! Φύγανε οι ναύτες. Άρχισε αέρας. Αυτός πετάει το ράσο του για βάρκα και τρέχει και τοις φτάνει. Για σταθήτε παιδιά. Πως μου...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1958
)
Για τί οι “Κάξοι” της Ηπείρου ωνομάσθησαν “Άγιος Κοσμάς”
Κάποια παληά κατάρα εκάθητο επένω εις το μικρό χωριό των Ιωαννίνων και δεν το άφηνε να προοδεύση. Προ εκατόν πενήντα τόσων χρόνων είχε περάσει από εκεί ο πολυύμνητος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ή Ηπειρώτης, ο εμψυχωτής της Χριστιανικής και Ελληνικής Ιδέας κατά το σκοτεινόν δια την Ελλάδα δεύτερον ήμισυ του δεκάτου όγδοου αιώνος, ότε η ανάγκη έκαμνε πολλούς Έλληνας να τουρκέψουν. Ο Άγιος Κοσμάς συνεκράτησεν...
Φαλτάιτς, Κ.
(
1929
)
Μια μέρα εδώ στο Θιάκι ο Σαλβατόρος απάντησε ένα χωριάτη που φόρτωνε το ζω του. Επειδή ήταν μοναχός και δε μπορούσε, ο Σαλβατόρος επήε και τον εβοήθησε, να βάλη το φόρτωμα στο γαϊδαρό του. Εκείνος δεν ήξερε ποιος ήτανε κι έβγαλε και του ‘δωσε μια δεκάρα. Ο Σαλβατόρος λέει, πήε στο χρυσικό και χρύσωσε τη δεκάρ’ αυτή, γιατ’ ήταν από τον κόπο του.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1956
)
Άμα πρόκειται να βρή κανείς φλουριά, πρέπει να κόψη το δαχτυλίδι που λίγο, να στάκη τρείς πιτυλιές (= σταγόνες) αίμα απάνω κι τότε δεν παθαίνει τίποτα κι’ ούτε τα χάνει πια. Ευτό το λέανε όλοι οι παλαιοί.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Κουτρούλια τοποθεσία που απέχει από την Κάτω Κώμη δύο ώρες. Εκεί έχει πολλά νερά. Ένας μια φορά έστειλε τον γυιό του τσοπάνο πολύ μακρυά στην Καστοριά. Εκεί ο γυιός του βοσκούσε τα πρόβατα ενός μπέη. Κάθε μέρα λοιπόν έσφαζε και ένα πρόβατο την ώρα που τα έρμεγε και τα έρριχνε μέσα στο νερό και τα έπαιρνε ο πατέρας του σφαγμένα στα κουτρούλια. Λοιπόν ο μπέης υποψιάστηκε γιατί τέλειωναν τα πρόβατά του....
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Ήρτε εδώ ο Οπλαρχηγός Γρίβας Θοδωράκης για να πάη στο Μισολόγγι από τη Λευκάδα επήαινε στο Μισολόγγι. Επόδισε στο Μεγανήσι. Ανέβηκε στο Κατ’μέρι (Όχι στον Μάλαμα στο Σπαρτοχώρι. Απέφευγε για τα κόμματα). Τον υποδεχτήκανε και προς τιμήν του, επαίξανε τσι αμάδες, το λιθάρι, σκοποβολή, τους σάλτους.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1958
)
‘Εχ’ ακούσει ότι ο ‘έρο-Ζbαρούτης ενειρεύτηκενε να πάη στα bροβαώματα (τπνμ) μέσα που ‘ναι ένα καζάνι με τα φλουριά να το βρή. Αλλά το ‘πενε στη γυναίκα dου κ’επήε dην άλλη μέρα κ’ήσκαβγενε να το ‘βρη εκεί κ’ εμισερεύτηκανε (εχτύπησενε το ‘να dου ποδάρι). Δε d’ομολογούνε αυτό το πράγμα, έχω ακούσει σε δεύτερο πρόσωπο μόνον απ’ευθείας ο ίδιος που τα’ονειρεύτη πρέπει να πάη να το ερευνήση.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Στην Υπαπαντή πήγανε κάποτε οι Τούρκοι ναν την κλέψουν. Επηγαίνανε νύχτα, να μην τους δη κανείς, μα η Παναγία έκανε κι έφεγγε απότομα σα να ‘ναι μέρα. Ενομίζανε πως ξημέρωσε και θαν τους δούνε και φεύγανε. Καθώς αλεργεύανε όμως, πάλι γενότανε νύχτα. Ξαναγυρίζανε μέρα, ξαναφεύγανε, νύχτα, ώσπου τα παρατήσανε και φύγανε.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Σημειώνω εδώ την πιο διαδεδομένη παράδοση για το Ευαγγέλιο, το γραμμένο με χρυσά γράμματα σε περγαμηνή. Την αναφέρουν συχνά οι Φαρασιώτες, χωρίς να την εντοπίζουν σ' ορισμένο ξωκλήσι. Βρέθηκε, λένε, το Ευαγγέλιο στα ερείπια της εκκλησίας από κάποιο Τούρκο βοσκό που έβοσκε τα γίδια του. Ήταν καλοκάιρι και το κοπάδι του μαζευόταν πάντα και στάλιζε στον ίδιο τόπο. Μια απ' όλες τις γίδες δεν άλλαζε ποτέ...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
;
Πετρόπουλος, Δημήτριος
(
1949
)
Λημέρια Τσικουραίων
Σε απότομο βουνό, απέναντι απ’ τη Γκαβαλιώρα, είχαν τα λημέρια οι τρομεροί ληστές Τσικουραίοι. Η παράδοση αναφέρει ότι οι Τσικουραίοι μπήκανε κάποτε στο Τούρκικο έδαφος και ληστέψανε ένα πλούσιο μπέη. Όταν γυρίσανε στα λημέρια τους με τους τρουβάδες γεμάτους λίρες κι άλλα χρυσά νομίσματα και κοσμήματα, μοιράσανε τα κλεψιμέϊκα, στους χωριανούς.
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Σπανοβαγγέλης
Η παράδοση αναφέρει ένα περίεργο όνειρό του. Ύστερ’ από την αιχμαλωσία των λόρδων στην Αττική χώρισε απ’ τον λήσταρχο Τάκη Αρβανιτάκη και πεζοπορώντας 17 μέρες, έφτασε στο Πλακένι του Κόζιακα, όπου και λημέριασε. Το βράδυ νειρεύτηκε πως γύρω απ΄ το κεφάλι του είταν μαζεμένες πολλές χελώνες, έχοντας ολοκόκκινα τα καυκιά τους. Το εφιαλτικό όνειρο, ο Σπανοβαγγέλης το έβλεπε για δεύτερη φορά. Τρομαγμένος...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
«
»
Browse
All of the Digital Repository
Archive & Collections
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
My Account
Login