• Ελληνικά
    • English
  • English 
    • Ελληνικά
    • English
  • Login
Search 
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Search

Show Advanced FiltersHide Advanced Filters

Filters

Use filters to refine the search results.

Now showing items 1-10 of 17

  • Sort Options:
  • Relevance
  • Text Asc
  • Text Desc
  • Time Recorded Asc
  • Time Recorded Desc
  • Results Per Page:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Παλαιά εκεί που εχώνανε (=έκρυβαν) τα γρόσια είτε πουλί εσφάζανε στοιχειό ή με σκοινί. Και του πουλί εγενόντανε στοιχειό και το σκοινί φίδι. Άμα πήαινεν άνθρωπος να ξεχώση τα γρόσια το φίδι ή το στοιχείο γινόντανε θεριό και δεν τον άφηνε να τα ξεχώση.. Ένας , ονόματι Παντελιάδης απεδώ, είδε δυό τρείς φορές όνειρο και του ‘λεγε να χαλάση ένα ντουβάρι να βρή χρήματα. Επήε κ’ εχάλασε κ’ ηύρε έναν τσουκάλι κάρβουνα. –Λένε ότι άμα τα θύμιαζε κανείς τα κάρβουνα που εύρισκε γινόντουσαν πάλε χρήματα. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Το φεγγάρι, έλεγαν οι πρωτινοί, ότι ήταν μια γριά, εκρατούσε ένα καλαθάκι κ' ένα κατσουνάκιγια να μαζέψη σύκα. Αυτή η γριά πρέπει να ΄ναι πάνω στο φεγγάρι και μαυρίζει. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Λέμε πως είναι γυναίκες όμορφες τα πόδια των είναι πίσω γυρισμένα. Παρουσιάζονται σε απόκεντρα ρέματα. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Η Παναγία όταν εσταύρωσαν τον Χριστό επήγε και τον βρήκε. Της είπε ο Χριστός «να μη στενοχωρήσαι, άντε μητέρα στο κελλί βάλε κρασί και αφράτο παξιμάδι και το Σάββατο το μεσημέρι κάτσε περίμενέ με». Επέρνα κ η Αγία Καλή κ’ είπε «Ποιος είδε γνιο εις το σταυρό και μάννα στο τραπέζι; Λέει της η Παναγία. «Άντε κ’ εσύ Αγία Καλή ούτε να εκκλησιάζεσαι ούτε να λειτουργιέσαι κι οπί’ στην πόρτα εκεί να κατοικιέσαι». 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Τον Άγιον Αντύπαν τον χτυπούσαν στο μαρτύριο του με τα ραπάνια και τον σκότωσαν. Τάσσουν αυτοί που πονούν τα δόντια των να μη φάνε ποτέ στη ζωή των ραπάνι 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Ο σοφός Σολομών προτού πεθάνη όταν έχτιζε την Αγιά Σιών, είχε και δαίμονες κ’ «εβοηθούσαν» στο χτίσιμο. Η εκκλησιά αυτή ήτο χτισμένη από μαργαριτάρια που βρίσκουνταν μέσα στη θάλασσα και τα κουβαλούσαν απ’ εκεί δαίμονες. Λοιπόν ετελείωνε η εκκλησία. Έστειλε τους δαίμονες να πάνε να φέρουν ένα μαργαριτάρι που ‘ξεραν που ήτο. Ήτον πολύ μεγάλο. Άργησαν να το φέρουν κ’ είχε τελειώσει η Εκκλησία όταν το φέρασι. Όταν το φέρασι για να μην πάη χαμένο ο Σοφός Σολομών έβαλε τους δαίμονες και το κρατούσαν μέσα στην εκκλησία στον αέρα. Όταν πέθανε ο σοφός Σολομών το ‘ρριξαν κάτω κ’ ήταν αδύνατο οι άνθρωποι να το σηκώσουν. Όταν έσκαψαν την Αγία Σιών το μαργαριτάρι αυτό έτρεχε σαν νερό κάτω. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Ο Άγιος Φίλιππος ήταν πολύ φτωχός κι' αυτήν τη μέρα έσπερνε και δεν είχε κρέας να αποκρέψη. Το βράδυ που τελείωσε τη σπορά έσφαξε το μοσκάρι του για να μείνη χωρίς να 'ποκρέψη, έδωσε κρέας και στους φτωχούς. Το πρωΐ που σηκώθηκε είδε στο στάβλο το βούδι που είχε σφάξει. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Ο Σολομών έδεσε τους δαίμονες μέσ’ στα κούπια. Είχε ο Σολομών ένα υπηρέτη και ο δαίμονας επήγαινε τη νύχτα εκεί που εκοιμότανε και τον πιπίλεζε στο δάχτυλο και του έπαιρνε τη δύναμη. Τον φοβέριζε να μην το πη στο Σολομώντα. Ο Σολομών έβλεπε το παιδί αδύνατο και το ρώτησε τι έχει. Το παιδί το είπε στο Σολομώντα ότι έρχεται κάποιος και του βυζαίνει το δάχτυλο. Τότε ο Σολομώντας έκαμε δέησι τρεις ημέρες, ολονυχτιά, μετά «εκοιμήθηκε» λίγο στις αυγές και όταν ξύπνησε ηύρε μια σφραγίδα μέσ’ στο χέρι του. Στον ύπνο του του είπε αυτός που του ΄δωσε τη σφραγίδα. «Να τη δώσης του παιδιού και όταν πάη αυτός να τον βυζαίνη να τον σφραγίση στο κούτελο.» Έδωσε ο Σολομώντας την σφραγίδα στο παιδί και όταν επήγε να τον βυζαίνη τον εσφράγισε στο κούτελο και τον έδεσε. Μετά το πρωΐ επήγε ο Σολομώντας και του βρήκε εκεί τον εκάλεσε και τον εξέτασε τι τάγματα έχει αυτός ο δαίμονας. Του ‘πε ότι είναι ο πρώτος, ο Εωσφόρος. Αυτός εμάζευε και τους άλλους δαίμονας και όποιος ερχότανε τον εσφράγιζε ο Σολομώς. Τους εμάζεψε όλους και τους έβαλε στα κιούπια (=πίθους). Τους πιο καλούς τους είχε υπηρετάκους. Ήρθε η ηλικία του να πιθάνη ο Σολομώντας. Εσώστηκε το έτος του. Απέθανε. Πειδής τον αγαπούσαν πολύ οι άνθρωποι τον είπαν να κάμη σοφία να μην πεθάνη, να ξανανεωθή. Αυτός πριν πεθάνη ήβγαλε τρεις στάλες αίμα από την καρδιάν του και τις έβαλε σ’ ένα αβγό τ΄αετού. Και είπε να το πάρουν το αβγό δέκα άντρες και να το βράσουν με τα χνώτα (=αναπνοήν) τους 40 μέρες και 40 νύχτες μέσα στην κοπριά. Στις 20 μέρες που το βράζανε, ένας υπηρετάκος που ‘ταν δαίμονας επήεν και τους είπε. «Ακόμα δεν ήβγεν’ τ’ αφεντικό;» Του είπαν «δεν ετελείωσαν ακόμη οι μέρες.» Τότες τους λέει «20 μέρες κ’ είκοσι νύχτες δεν κάνουν σαράντα;» Είπαν κι αυτοί «σαράντα κάνουν» και αποφασίζουν να σπάσουν το αβγό και τον ηύραν κ’ ήταν σχεδιασμένος μέσα στ’ αβγό, όπου αν το έβραζαν 40 ημέρες ήθελε να ξανανεωθή. Αυτό ήταν από το Θεό, να μην κάμη ο Σολομώς τίποτε έξω από τη θέλησι του Θεού. Οι ξαναγενάμενοι (= οι μεταγενέστεροι) ηύρασιν «τας βυτίνας» τις μαρμάρινες, δεν ήξεραν τι είχαν μέσα ή θαρούσαν πως είχαν γρόσα. Έτσι άνοιξαν «τας βυτίνας» κ’ εβγήκαν οι διάβολοι από μέσα. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Μια φορά εκατέβηκε ένα Καλιτσάντερος από το φονάρο κ’έκανε το μουσαφίρη στο νοικοκύρη και του κουβέντιαζε για να βρούν ευκαιρία οι άλλοι να του κλέψουν το χοίρο. Ο γέρος το κατάλαβε. Αλλά αυτός ήβαλε μια σουφλιμάρα (μπριζόλα) στη σούβλα και την έψηνε στα κάρβουνα και την εβούτα και στη στάχτη. Ο Καλιτσάντερος τον ρωτά ‘’γιατί βάλλεις τη σουφλιμάρα μέσ’ στη στάχτη ;> Του λέει αυτός πως το παλληκάρι του του αρέσει έτσι. Στο μεταξύ ευρήκε ο γέρος ευκαιρία και του δωσε μια με τη σουφλιμάρα στα μάτια και τον εστράβωσε. Ύστερα που έκανε να φύγη ο Καλιτσάντερος ο γέρος τον εσούβλισε στη πλάτη κ’έμεινε η σούβλα καρφωμένη στην πλάτη του. Ο γέρος μετά για να σωθή εσηκώθηκε κ’έβαλε μια μεγάλη κάπα και φωνάζει παιδιά παλληκάρια τρέξετε να με βοηθήσετε. Έπιασε και αλάτι μια φούχτα και τόρριξε στη φωτιά κ’έκανε κρότους. Οι Καλιτσάντεροι που ήκουσαν τις φωνές και είδαν και την κάπαν του εφοβήθησαν κ’έφυγαν. Έτσι εσώθηκε ο γέρος και δεν του πήραν το γουρούνι. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Οι Καλιτσαντέροι εβγαίνανε τα Δωδεκάμερα. Οι παλιοί εσφαλούσανε τις πόρτες να μη μπή κλέφτης μέσα. Αυτοί οι Καλιτσαντέροι εκατεβαίνανε μέσα στο σπίτι απο το φονάρο(καπνοδόχου) για να αρπάξουν τίποτε να φάνε, ν'αρπάξουν απο το γουρούνι που έχουν σφάξει. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • «
  • 1
  • 2
  • »

Browse

All of the Digital RepositoryArchive & CollectionsPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitlesThis ArchivePlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitles

My Account

Login

Discover

Type
Παραδόσεις (17)
Collector
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (17)
Place recorded
Ικαρία, Μάραθος (17)
Time recorded
1962 (17)
Contact Us | Send Feedback
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.