Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-2 από 2
Τ' άλτς πλάν' και τ' άλτς κλάν
(1914)
Τραπεζ. Α. Π. 280
Την κάταν είπανε “βοτάν' εγέντον” κ' ετσούπωσεν άτο
(1918)
Είπανε 'ς τη γάτα “το σκατό σου είναι μόσκος” κ' εκείνη έσκαψε και το χωσε. Αχταλεύω εκ του τουρκ. αχταρμάκ = φοσσίζω, σκάπτω λάκκον και κρύπτω τι εντός, από του ουσ. φοσσίν (λατ. Fossa), (βλ. παρά Δουκαγγίω φοσσίον) λάκκος...
Επί των αρνουμένων την σύμπραξιν των εις τους ζητούντας αυτήν...
Επί των αρνουμένων την σύμπραξιν των εις τους ζητούντας αυτήν...