• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 1-4 από 4

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Τον καιρό που εβάλανε αρχή να χτίσουν την εκκλησία (την Αγιά) είπεν ο νοικουκιούρις να φύη ένας να πάη 'ς τη Κωμιακή να φέρη δυό φορτώματα κρασί να πίνουν οι εργάτες που εργάζουνταινε. Αφού ξεκίνησαν κ' επήε μισή ώραδρόμο του 'ρθενε νύστα και έπεσε να κοιμηθή. Βλέπει 'ς τον ύπνο του να γυρίσγ πίσω και να πάη 'ς το τάδε μέρος (τον πύργο) να σκάψουνε δυό μέτρα να βρούνε ένα πιθάρι γεμάτο κρασί να πίνουνε μέχρι να τελειώση η εκκλησία. Πράγματι αρχίσανε ανασκαφή και βρίσκουν τον πίθο. Το κρασί είχενε περίπου από τρία δάχτυλα τσίπα απάνω και το βαρέσανε με σίδερο κ' ήσπασενε η τσίπη. Εκούουντανε η μυρωδιά ντου μακρυά. Εν τέλει μέχρι που τελείωσε το έργο εβάσταξε. Και σήμερις όσοι έχουνε ακούσει την ιστορία και πάνε 'ς τη χάρι της μπαίνουν και τόνε βλέπουνε. Νερό δεν είχε δίπλα 'ς την εκκλησία. Και άξαφνα παρουσιάζεται ένε νερό περίπου από δυό ποτίσματα κ' έτσι η χάρι τση Παναγίας αφού είδενε τη πίστι και την λατρεία έπεψε τα ελέη και νερλο και θησαυρό μεγάλο εκεί 'ς τη περιφέρεια. (Ζούνε οικογένειες εκεί πέρα πλούσιες) 

Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1960)
Thumbnail

Το κάστανο θέλει κρασί και το καρύδι μέλι και το κοπέλι κοπελιά κ' η κοπελιά κοπέλι 

Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1960)
Thumbnail

Σ του Μουλά (μια ώρα μακρυά από τον Απόλλωνα) Αντρόνικος (ς την ίδια τοποθεσία)Αντρειόνος (κοντά ‘ς τις προηγούμενες τοποθεσίες). Είχανε να πούνε εκίνε τα χρόνια ότι αυτοί ήτο τρία αδέρφια κ’είχαν αποθάνει κ’είχανε λέει βρικολακιάσει και δεν επέρνα άθρωπος ‘ς το μέρος αυτό. Καμμιά φορά πλησίον της Κωμιακής είχανε μια μάντρα ‘ς τη Πλατοβόλα (ή σώματα)ζά (αιγοπρπόβατα)και λέει ένας : όποιος θέλει να μου βάλη στοίχημα να πάρω ‘γώ τα ζά να τα κατεβάσω κάτω. Ήβαλενε στοίχημα πήρε τα ζά κ’έφυγε. Τα ζά κατεβήκανε κ’επιάσνα τσι βραχές αυτός του Μουλά, τα’ Αντρόνικου και τ’Αντρειόου. Το βράδυ επήε αυτός να κοιμηθή σ’ένα μητάτο ‘ς το ιερό τση Κολόκυθος. Τη νύχτα ακούει αυτός μια φωνή κ’εφώναζενε ο Μουλάς τ’ Αντρειόου να πάη ‘ς τη σκαμνιά των Αελώ να πάρη τη τσιπίδα που ‘ναι μέσ’ς τη Κουφαλιά τσή σκαμνιάς (μουριάς)και να πάη ‘ς το ιερό τση Κολόκυθος να κουρέψουν τα πρόβατα. Αυτός σηκώθηκε και εφοβήθηκε τα σκυλιά πολεμούσανε να μπούνε από τα’ αμποδιώνοι τω βρακώ ντου μέσα. Απότι ξημέρωσε πήρε αυτός τα ζά κ επήγε ‘ς τη μάντρα και λέει ‘ς τσι βοσκοί, συχωρέστε μου κι ο Θεός συχωρέσ’σας διότι εμένα μ’εχάλασανε ο Μουλάς, Αντρόνικος κι Αντρειόος και θα πεθάνω. Εσυχωρέθηκεν εκεί πια κ’επέθανενε. Μετά καιτό επήρε από την Αγιά την εκκλησία τα άγια μυστήρια ο παπάς κ’επήγε ‘ς τον παλιόπυργο (είναι ΄ς την Αγιά πιο εδώ λιγάκι)και ήτανε μέσα σ’ένα αλώνι τα τρία θερία αυτά κ’εχορεύανε. Λέει ο παπάς μηστή Κύριε όταν έλθης εν τη βασιλεία σου κ’επέσανε ‘ς τη θάλασσα. Εστράφηνε η θάλασσα μέσα περίπου από τρακόσα μέτρα μόλις πέσανε ‘ς το φούντος. Σ’ένα χρόνο μέσα ήρθανε κάτι πειραταί ‘ς το είτονα (σ’ένα αυλάκι κεί) Αυτοί βγαίνουνε έξω και πάνε και συναντούνε την εκκλησία (την Αγιά)και παίρνουν την εικόνα και την πάνε ‘ς το καίκι κι αφού την επήγανε εκεί αρχίσανε κ’εκαθαρίζανε τα’ασήμια από πάνω. Ο μάγερας του καικιού την έβαλε χάμαι κέβαλε το κρέας και το ‘κανε μερίδες πάνω. Αφού φάγανε έβαλε μπρός το καίκι για να φύγη. Αλλά το καίκι ούτε μπρός πήγαινε ούτ’απίσω. Λέει ένα απ’αυτόν. Μήπως έγινε γι αυτό το παλιοσσάνιδο που βάλαμενε μέσα;τ’ακούνε οι άλλοι το πετούνε ‘ς τη θάλασσα. Μόλις το πετάξανε ‘ς τη θάλασσα έκανε δυό τρείς στροφές και εβυθίστηνε. Η εικόνα η Παρθένα βγήκε ‘ς της Κεράς το λιμνάρι (εκεί κοντά). Ενύχτωσε ο Θεός και άναψανε τρείς λαμπάδες μπροστά ‘ς την εικόνα. Οι τσοπαναρέοι είδανε τρία φώτα αντίκρυ ντωνε, λέει δε μπάμε να δούμε τι συμβαίνει; Φεύγουνε οι δυό και πάν’και βρίσκουν την Παρθένα. Αμέσως ειδοποιήσανε τον ιδιοχτήτη και την πήγανε ‘ς την εκκλησία. Όποιος θέλει να πιστέψη πάει και βλέπει τσι μαναριές από πίσω. 

Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1960)
Thumbnail

Σα σ' απαντήξη χήρα και παπάς στράφου από κει που θα πας 

Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1960)

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαραδόσεις (2)Παροιμίες (2)ΣυλλογέαςΉμελλος, Στέφανος Δ. (4)Τόπος καταγραφής
Νάξος, Απόλλων (4)
Χρόνος καταγραφής1960 (4)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.