Αναζήτηση
Αποτελέσματα 121-130 από 1529
Κόψε ξύλο κάμ' Αdώνη κι από πλάτανο Μανώλη, και α bής και 'ια το 'Ιάννη, ό,τι ξύλο κόψης, κάνει
(1963)
Είναι μάλλον αστεϊσμός εις βάρος εκείνων, που έχουν αυτά τα ονόματα και κυρίως των Γιάννηδων...
Δικό μας είναι το πανί, δικό μας και το χτένι, σε κόρη, που υφαίνει, ή σε άνθρωπο, που κάνει δική του εργασία και δεν βιάζεται
(1963)
Λέγεται, σαν αστείο, για στενό οικογενειακό κύκλο, επίσης λέγεται σε κόρη, που υφαίνει, ή σε άνθρωπο, που κάνει δική του εργασία και δεν βιάζεται...
Ο σκύλος ξεματώνει τα δόδια του με τα κόκκαλα και θαρρεί πως είναι τω gοκκάλω το αίμα, και δος του λοιπό...
(1963)
Λέγεται όταν αυταπατάται κανείς και νομίζει ότι ωφειλείται, ενώ μάλλον δεν κάνει τίποτε...
Λοιπό = εξακολουθεί...
Λοιπό = εξακολουθεί...
Ας μη λύσ' εμένα το βρακί μου, κι ας λύση και τσή μάνας μου κι ας λύση και τσ' αδερφής μου
(1963)
Δηλ. Κάθε άνθρωπος ευθύνεται και μπορεί να ελέγχη μόνον τις πράξεις του...
Η νύχτα 'χει ένα μάτι και πάλι κι' εκείνο 'ναι στραβό, μα η μέρα 'χει εκατό και πάλι λαθάζεται κανείς
(1963)
Δηλαδή τη νύχτα δεν βλέπει κανένας και μπορεί να γελαστή...
Όποιος τα λόια σου γροικά και τσ' όρκοι σου πιστεύγει, πιάνει στη θάλασσα λαοί και στη στεργιά ψαρεύγει
(1963)
Γροικά = ακούει, αποδέχεται...
Λαοί = λαγούς...
Είναι ερωτικό δίστιχο που λέγεται και γενικώς για να χαρακτηρίση έλλειψη εμπιστοσύνης...
Λαοί = λαγούς...
Είναι ερωτικό δίστιχο που λέγεται και γενικώς για να χαρακτηρίση έλλειψη εμπιστοσύνης...
Που ζυμώση και πλυθή πέdε μέρες όμορφη, κι οπού πλύνη και πλυθή πέdε μέρες άσκημη
(1963)
Π. χ. Με τ' απόπλυμα όποια πλυθή θαν εδά πέdε μέρες όμορφη...
Στο ρυάκα πάλι, που θα πλύνης, να πλυθής, θάσαι πέdε μέρες άσκημη. Έχουν εδά να πούνε, να μη λούζεται και να μη bλύνεται καμμιά στο ρυάκα, 'ιατ' αφίνει την ομορφιά τζ' εκεί...
Στο ρυάκα πάλι, που θα πλύνης, να πλυθής, θάσαι πέdε μέρες άσκημη. Έχουν εδά να πούνε, να μη λούζεται και να μη bλύνεται καμμιά στο ρυάκα, 'ιατ' αφίνει την ομορφιά τζ' εκεί...
Θέλης θέριζε και δένε, θέλης δένε και κουβάλιε
(1963)
Λέγεται για άνιση, μεροληπτική κατανομή εργασίας. Οι εργασίες ήτανε τρεις : θέρισμα, δέσιμο, κουβάλημα. Εκείνος που προτείνει οπωσδήποτε φορτώνει τις δύο στον άλλο και έτσι μένει σ΄ αυτόν μόνο η μία. Λέγεται υπό του αδικημένου από την κατανομή της...
Όλη μέρα δος και πάρε, και το βράδυ “Άψε μου κερά, το λύχνο”
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση που σπαταλά κανείς τον πολύν χρόνο εργασίας και προσπαθεί την τελευταία στιγμή να τον αναπληρώση...
Άψε = άναψε (άφθω = ανάβω)...
Άψε = άναψε (άφθω = ανάβω)...
Άμα θωρής του 'ειτόνου σου το καλύβι και καίεται, ανέμενε και το δικό σου
(1963)
Λέγεται όταν μια γειτονική ατυχία απειλή να επεκταθή και σε μας...