Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1711-1720 από 1725
Παρά ναχ' η γειτονιά μου κάλλιο νάχουν τα παιδιά μου, παρά νάχουν τα παιδιά μου, κάλλιο νάχ' η αφεντιά μου
(1956)
Ότι ο καθείς προτιμά να ευτυχούν οι πλησιέστεροι συγγενείς αλλά και απ' αυτούς ο εαυτός του....
Μάη μήνα μη φυτέψεης, Μάη μη σταφανωθής, Πρώτη μέρα μη δουλέψης, Σάββατο μη στολισθής
(1956)
Σάββατο, μέρα των πεθαμένων δε στολίζουνταν...
Πρωτομαγι δε δούλευαν, κι όλο τον Μάϊο δε φύτευαν και δε στεφανώνονταν...
Πρωτομαγι δε δούλευαν, κι όλο τον Μάϊο δε φύτευαν και δε στεφανώνονταν...
Ο λύκος έχει τόνομα κι' η αλεπού προδεύει
(1956)
από αυτούς, ως προς την κακίαν δια την οποίαν τους παρατηρεί. Ακριβώς όπως συμβαίνει με τον λύκον και την αλεπού εις τους διαφόρους μύθους, εις τους οποίους, η αλεπού τον ξεπερνά εις την λαιμαργίαν, την πονηρίαν κ.λ.π., μα προπαντός εις την λαιμαργίαν...
Ν' ακούς κι τούν τρανύτιρου σ' τι σι λέει!
(1956)
μάννα μας. Η μάννα τους έγνεφε στο μπαλκόνι κι άκουσε τα λόγια αυτά.Γι' αυτό και φώναξε,πριν προλάβει ο μικρότερος αδερφός ν' απαντήσει.”Πιδάκι μ, πάντουτι ν' ακούς κι τουν τρανύτιρου σ' τι σι λέει”....
Ο λύκος κι' αν εγήρασε κι' άλλαξε το πετσί του, ούτε γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλήν του
(1956)
Για ένα που αν και έφθασε σε μεγάλη ηλικία δεν άλλαξε όλες τις κακιές του συνήθειες...
Όποιος λυπάται το ραβδί του, χάνει το παιδί του
(1956)
Για τους γονείς που δεν ήξεραν ν' αναθρέψουν τα παιδιά τους, τα άφηναν να κάνουν ό,τι ήθελαν, δεν τα μάλωναν για τις αταξίες και τα παιδιά δε γίνονταν καλά...
Ο γιός μου βασιλές, εγώ βασιλομάννα. Ο πατέρας μο βασιλές, εγώ βασιλοκόρη. Ο άντρας μου βασιλές, εγώ βασίλισσα
(1956)
Η γυναίκα στου αντρός της το σπίτι είναι καθαυτό νοικοκερά και βασίλισσα μέσα στο σπίτι...
Δε σε θέλω, θεριστά, γιατί θερίζεις χαμηλά. Εγώ ξέρω κι αψηλά. Δε σε θέλω κι αψηλά
(1956)
Για τον δύστροπο, που όπως και να κάνης δεν μπορείς να τον ευχαριστήσης...
Πίνει η κότα ν' ιρό, τηράει κι τουν Θιό
(1956)
παραδέχεται πως η κότα σε κάθε καταπιά νετού κοιτάζει προς τον ουρανό σε ένδεικη ευγνωμοσύνης προς τον Δημιουργό, το χορηγό των ελευθέρων αγαθών, όπως το νερό. Η παροιμία λέγεται σε κάθε περίπτωση που θέλουν να καυτηριάσουν κάποια αχαριστία και αγνωμοσύνη...
Πατέρα, η καμήλα ένα παρά. Άφισ' την, παιδί μ', να φύγη. Αϊ, μπαμπά, μια καμήλα χίλιοι παράδες. Φώναξ' την, παιδί μ', νάλθ', πάρε την
(1956)
Είναι καιρός που δεν περισσεύει ούτε ένας παράς, αλλάσσουν οι καιροί και δίνουμε εύκολα τους χίλιους...