Αναζήτηση
Αποτελέσματα 151-160 από 707
Το μέγον dο ρουσί έσει μέο φουρτούνα
(1951)
Το μεγάλο βουνό έχει μεγάλη φουρτούνα
Τατάντσε η κάτα σ' άλειμμα; Αβ ζάπτι τζο 'ίνεται
(1951)
Γλυκάθηκε η γάτα στο βούτυρο; Ξανά δεν περιορίζεται
Παροιμία
(1951)
Το βελόνι δε μπορεί να το περάσει από την άλλη μεριά. Για τις κοπέλλες, που δεν ήταν νοικοκυρές
Το πολύ γϊάσιμο φέρνει κουάψιμο
(1951)
Το πολύ γέλιο φέρνει κλάψιμο
Αράτσα πάτσες τα σό τσουφάλι
(1951)
Τώρα δά το πάτησες στο κεφάλι...
'Οταν κανείς έλεγε το σωστό. Αλλά τόλεγαν και ειρωνικά, όταν κανείς πετούσε μιάν άστοχη γνώμη. Η εικόνα είναι ίσως παρμένη από το καρφί που το χτυπάνε στο κεφάλι ή από το φίδι που το πατούν στο κεφάλι για να ψοφήσει...
'Οταν κανείς έλεγε το σωστό. Αλλά τόλεγαν και ειρωνικά, όταν κανείς πετούσε μιάν άστοχη γνώμη. Η εικόνα είναι ίσως παρμένη από το καρφί που το χτυπάνε στο κεφάλι ή από το φίδι που το πατούν στο κεφάλι για να ψοφήσει...
Μο την gούρβα του κάθεται τσαι σηκούται, το τσουφάλι του 'ς το μbελά τζο γλυτώνει
(1951)
Με την πόρνη όποιος κάθεται και σηκώνεται, το κεφάλι του από τον μπελά δε γλυτώνει...
Λήτεψαν μες σο βιλλίν dουν, τσάπου μεζ ρίξουνε, καρουράν μες
(1951)
Λητεύω = δένω...
Μας δέσανε στήν ψωλή τους, όπου μάς γυρίζουνε, μας κατουράνε...
Τόλεγαν οι φτωχοί για τους άρχοντες και τ' αφεντικά τους, που τους έκαναν ό,τι ήθελαν...
Μας δέσανε στήν ψωλή τους, όπου μάς γυρίζουνε, μας κατουράνε...
Τόλεγαν οι φτωχοί για τους άρχοντες και τ' αφεντικά τους, που τους έκαναν ό,τι ήθελαν...
Άσπρος κώλος, μαύρος κώλος, θα γίνει στου ποταμού το πέρασμα φανερός
(1951)
Ερμηνεία: Για πράγματα που δεν μπορεί παρά να φανερωθούν, όταν έλθει η κατάλληλη στιγμή...
Οι άνθρωποι περνώντας από τα ποτάμια σήκωναν τα ρούχα τους ως τη μέση...
Βλ. και Λαογρ. Γ' 483, Λεβ. 8...
Οι άνθρωποι περνώντας από τα ποτάμια σήκωναν τα ρούχα τους ως τη μέση...
Βλ. και Λαογρ. Γ' 483, Λεβ. 8...
Γω φόρεσα οφτά ιμάτε πολύ 'ς τ' εσένα, γω τζο κατέχω τα τσαι συ κατές τα;
(1951)
Εγώ φόρεσα εφτά πουκάμισα περισσότερα από σένα, εγώ δεν το ξέρω και συ το ξέρεις;...
Τόλεγε ένας μεγάλος στο μικρότερο, όταν εκείνος του έδειχνε τι να κάμει...
Τόλεγε ένας μεγάλος στο μικρότερο, όταν εκείνος του έδειχνε τι να κάμει...
Μεις, αρ να ψοφήσουμε 'ς την bείνα, 'α ειπουν 'dι : έφαν bολύ τσαι τσατλάτσαν
(1951)
Εμείς, αν τύχει και ψοφήσουμε από την πείνα, θα πουνε : φάγανε πολύ κι έσκασαν. Όταν ο άλλος δεν ξέρει τον καημό σου, αλλά σε παίρνει κιόλας για ευτυχισμένο...