Αναζήτηση
Αποτελέσματα 81-90 από 892
Η ΄ναίκα το δϊέβο εμbασεν dα σο κουμνί
(1951)
Η γυναίκα το διάβολο τον έμπασε στη στάμνα. Μια φορά ο Άγι- Αντώνης στεναχωρέθηκε που δεν τον άφηνε ήσυχο ο δαίμονας. Πάει μία γυναίκα και του λέει : Εγώ θα σε γλυτώσω. Βρίσκει το διάβολο και τον ρωτάει : Αφού λες, πως ό,τι θέλεις κάνεις, έμπα στη...
Γρέπ' το τεζgράχι του τσ' έπαρ' το πανί, γρέπ' τσαι τη μάνα, έπαρ' την gόρη
(1951)
Κοίταξε τον αργαλειό και πάρε το πανί, κοίταξε και τη μάνα, πάρε την κόρη...
Στο νοικοκυριό και στο χαρακτήρα οι κόρες μοιάζουνε πάντα στις μητέρες τους...
Το λένε κι: Γρέπ' το χτένιν dου, έπαρ' το πανί, γρέπ' τσαι τη μα, έπαρ' την gόρη τς...
Στο νοικοκυριό και στο χαρακτήρα οι κόρες μοιάζουνε πάντα στις μητέρες τους...
Το λένε κι: Γρέπ' το χτένιν dου, έπαρ' το πανί, γρέπ' τσαι τη μα, έπαρ' την gόρη τς...
Τάημισα κλαίν, τάημισα γϊάν
(1951)
Άλλοι κλαίνε και άλλοι γελούν...
Ο κόσμος χωρίζεται σ' ευχαριστημένους και δυστυχισμένους...
Ο κόσμος χωρίζεται σ' ευχαριστημένους και δυστυχισμένους...
Του βασιλό τη 'ναίκα πάλι, κρυφά βρίζουν dα
(1951)
Και του βασιλιά τη γυναίκα κρυφά τη βρίζουν. Από πίσω εύκολα κανείς κατηγορεί όποιον και νάναι...
Του 'γαπά το βάρτι, 'γαπά τσαί το 'νgάθι του
(1951)
Όποιος αγαπά το τριαντάφυλλο, αγαπά και τ' αγκάθι του...
Κάθε καλό πρέπει να το δεχόμαστε και με τ' άσχημά του...
Κάθε καλό πρέπει να το δεχόμαστε και με τ' άσχημά του...
Έβγη σου χωματού το πρόσωπο
(1951)
Βγήκε στην επιφάνεια της γης. Τόλεγαν γι' ανρθώπους που ήταν χαμένοι και φαναρώθηκαν ή ήταν φτωχοί και νοικοκυρεύτηκαν...
Μεις είμεστε σεράνdα νομάτοι, πενενdάβου μας κατέχουμε
(1951)
Εμείς είμαστε σαράντα νομάτοι (λίγοι) και γνωριζόμαστε μεταξύ μας...
Στα μικρά χωριά και στις γειτονιές ξέρει ο ένας τον άλλον...
Στα μικρά χωριά και στις γειτονιές ξέρει ο ένας τον άλλον...
Να θέκ' φώλι, να 'εννήσει το 'ρνίθι
(1951)
Να βάλεις φώλο, για να γεννήσει η όρνιθα...
πως και στον αριθ. 67. Τόλγεγαν και για τις δουλειές πυ χρειάζονταν δωροδοκία...
πως και στον αριθ. 67. Τόλγεγαν και για τις δουλειές πυ χρειάζονταν δωροδοκία...
Ηύρες πεξιμέτι, ΄υρέφ΄ τα τσαί φουσκωμένο
(1951)
Βρήκες παξιμάδι, το θέλεις και βρεμένο. Πόντ. Δ.Π. 158 : Εύρεν απίδ΄, θέλ΄ άτο και μασεμένον...