Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 61
Κατεβάζω, χαμηλώνω τα μάτια
(1950)
Η φράσις κατά μεταφοράν εκ πραγματικού γεγονότος σημαίνει με καταλαμβάνει αίσθημα αιδούς ή εντροπής και βλέπω κατά γης μη τολμών να κοιτάζω κατά πρόσωπον...
Όλα κι όλα
(1950)
Η φράσις έχει έννοιαν απολύτου αρνήσεως και προήλθεν από εφράσεις πληρεστέρας, όλα μπορούν να γίνουν, μόνο αυτό δε μπορεί να γίνη, όλα υποφέρονται, άλλ΄ αυτό δεν υποφέρεται κ.τ.τ. Η επανάληψις του όλα επιτείνει την άρνησιν...
Του τοις βρέχω
(1950)
Η φράσις λέγεται κατά παράλειψιν του αντικειμένου τοίς ξυλιές και σημαίνει τον δέρνω καταφέρνω αλλεπάλληλα τα χτυπήματα, τα οποία ούτε παρομοιάζουν προς ραγδαίαν βροχήν...
Παίρνω απάνω μου
(1950)
Ερμηνεία: Η βραχυλογική φράσις από την πλήρη έκφρασιν “παίρνω απάνω μου βάρος”= αποκτώ βάρος σωματικόν δηλοί αποκτώ δυνάμεις σωματικάς. Κατ' επέκτασιν λέγεται και “ο έμπορος παίρνει απάνω του”= αναλαμβάνει από την οικονομικήν δυσπραγίαν, αποκτά...
Μένω με τη γλύκα
(1950)
Η φράσις λεγομένη και πληρέστερα μένω με τη γλύκα 'ς το στόμα σημαίνει δοκιμάζω απογοήτευσιν δια την διάψευσιν ελπίδος. Η μεταφορά από άνθρωπον, όστις δοκιμάζει έδεσμα γλυκύ βέβαιος, ότι κατόπιν θα φάγη από αυτό, αίσθημα ή όστις βλέπων έδεσμα...
Καταπίνω τη γλώσσα μου
(1950)
Η φράσις δηλοί αναγκάζομαι να σιωπήσω καταλαμβανόμενος από αμηχανίαν εις τας σκέψεις μου. Δηλαδή καταπίνω τρόπον τινά την γλώσσαν μου και μη έχων όργανον ομιλίας σιωπώ. Η παρακελευσματική φράσις κατάπιε τη γλώσσα σου σημαίνει, ευφημεί, μη λέγης...
Χάνω το Θεό μου
(1950)
Εις το αίσθημα του λαού ο μονος που δεν πρέπει ή δεν ημπορεί να λησμονηθή ποτέ είναι ο Θεός. Όταν όμως κανείς χάση και αυτόν, τούτο είναι απόδειξις εσχάτης ψυχικής αναστατώσεως, ότε τα πάντα λησμονούνται. Δια τούτο εις δήλωσιν μεγάλης εκπλήξεως...
Χαρά Θεού
(1950)
Η φράσις λέγεται προς δήλωσιν αρίστης καταστάσεως του καιρού δια την οποίαν χαίρει και αυτός ο Θεός! Ήλιος χαρά Θεού! Βραδειά χαρά Θεού!...
Αρχόντυνε κ' ήγκε ένας
(1950)
Έγινε μέγας καί πολύς...
Κατεβάζω τ' αφτιά
(1950)
Η φράσις σημαίνει αναγνωρίζων το σφάλμα μου ή δι' άλλον λόγον ταπεινούμαι,καταισχύνομαι εκ μεταφοράς των σκύλλων,οι οποίοι σαίνοντες προ των κυρίων και δεικνύοντες ταπείνωσιν κατεβάζουν τ' αφτιά. Πβ. Ιστορικόν Λεξικόν λήμμα αφτί Αρ. 1....